Μπορεί ο πληθωρισμός στην Τουρκία να είναι στο 44% (από 85% που είχε διαμορφωθεί τον Οκτώβριο). Μπορεί η λίρα να έχει αποδυναμωθεί κατά 5% από την αρχή του έτους, και να έχει υποτιμηθεί 34% έναντι του αμερικανικού δολαρίου από τον Ιανούαριο του 2022. Μπορεί να έχει μειωθεί σημαντικά η αγοραστική δύναμη των Τούρκων. Μπορεί να έχασαν τη ζωή τους στους φονικούς σεισμούς 50.000 άνθρωποι, και 1,5 εκατ. να έμειναν άστεγοι.
Η λίστα μπορεί να συνεχίζεται με πολλά να «βαραίνουν» τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όμως ένα πράγμα είναι σίγουρο με βάση το αποτέλεσμα των τουρκικών εκλογών της περασμένης Κυριακής. Ο Τούρκος πρόεδρος δεν έχει πει ακόμα την τελευταία του λέξη, και ο δεσμός του με τους Τούρκους πολίτες, όπως και αν αυτός καλλιεργείται, παραμένει δυνατός και ο ίδιος δημοφιλής. Ίσως και παράλογα, για τα δυτικά πρότυπα, δημοφιλής.
Αναγνωρίζοντας αυτή τη δύναμη του Ερντογάν και καθώς οδεύουμε προς τις δεύτερες κάλπες, οι δυτικές χώρες προετοιμάζονται για άλλα πέντε χρόνια μαζί με έναν πρόεδρο που από τη μία θεωρούν ενοχλητικό και απρόβλεπτο, αλλά από την άλλη γνωρίζουν ότι είναι σημαντικός εταίρος ως επικεφαλής ενός κράτους μέλους του ΝΑΤΟ που γειτνιάζει με τη Μέση Ανατολή και τη Μαύρη Θάλασσα και φιλοξενεί 4 εκατομμύρια πρόσφυγες.
«Θα έχουμε έναν πολύ αναξιόπιστο σύμμαχο, του οποίου οι πολιτικές θα καθοδηγούνται από τις πολιτικές ανάγκες και τις ιδιοτροπίες ενός ανθρώπου», όπως το έθεσε στους Financial Times ο Έρικ Έντελμαν, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Τουρκία.
Περιγράφοντας τον Ερντογάν ως ένα ηγέτη με έντονη ρητορική που την τελευταία δεκαετία έχει παρασύρει την Τουρκία από τη μια κρίση στις εξωτερικές σχέσεις στην άλλη (δίνοντας το παράδειγμα των αμερικανικών κυρώσεων, την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού και τις κατηγορίες περί συνεργασίας μεταξύ του βασικού του πολιτικού αντιπάλου, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, και του Αμερικανού προέδρου, Τζο Μπάιντεν), οι FT αναφέρουν ότι οι δημοσκοπήσεις- που έπεσαν έξω τελικά- είχαν επιτρέψει στους ξένους διπλωμάτες να τολμήσουν να φανταστούν ένα μέλλον χωρίς τον Ερντογάν.
Όχι ότι αυτό θα σήμαινε απαραίτητα δραστικές αλλαγές στην Τουρκία. Θα υπήρχε όμως μια «πολύ πιο θετική ατμόσφαιρα» μετά από δημόσιες διαμάχες που βλέπαμε για χρόνια, εξήγησε ένας ανώτερος Τούρκος αξιωματούχος, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι τα συναισθήματά τους προς τον Ερντογάν ήταν «στα όρια του μίσους».
Βέβαια η προοπτική αλλαγής έχει μειωθεί δραματικά καθώς ο Ερντογάν κέρδισε τον πρώτο γύρο των εκλογών με διαφορά σχεδόν 5 ποσοστιαίων μονάδων, κάτι που του σαφές πλεονέκτημα πριν από τον δεύτερο γύρο της 28ης Μαΐου.
Τα σημεία τριβής
Με τον Ερντογάν να βρίσκεται πιο κοντά στην ανανέωση της θητείας του, στη Δύση ανησυχούν ότι θα υπάρξουν περιπλοκές σε μια σειρά ζητημάτων, από τα οποία είναι πρώτη η αίτηση της Σουηδίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Εκτιμάται ότι η Άγκυρα θα καθυστερήσει κι άλλο τη διαδικασία, ζητώντας παραχωρήσεις από τις ΗΠΑ για τα F-16. Μια άλλη πηγή ανησυχίας, είναι το ενδεχόμενο ο Ερντογάν να χρησιμοποιήσει εκ νέου τους πρόσφυγες ως μέσο άσκησης πίεσης.
Κατά τα άλλα όμως κανείς δεν περιμένει ότι θα διακοπούν πλήρως οι δεσμοί της Τουρκίας με την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Συγκεκριμένα οι σχέσεις της Τουρκίας με τις Βρυξέλλες αναμένεται να παραμείνουν στάσιμες, και χωρίς πρόοδο στην προσπάθεια της Τουρκίας να ενταχθεί στην ΕΕ ή στις προσπάθειες να αναβαθμίσει την τελωνειακή της ένωση με το μπλοκ. Η συνεργασία θα είναι στοχευμένη και συναλλακτική, εστιάζοντας σε τομείς όπως η ασφάλεια και το εμπόριο, πρόσθεσαν.
Ναυτεμπορική