Το τι έχει γίνει στο Κραν Μοντανά, το καλοκαίρι του 2017, είναι ιστορία. Μία ακόμη αποτυχημένη προσπάθεια στο Κυπριακό. Οι βασικοί παίκτες από την ελλαδική και την ελληνοκυπριακή πλευρά έχουν ένα αφήγημα για το τι έχει φταίξει και δεν προχώρησαν οι συζητήσεις (Αναστασιάδης, Κοτζιάς, Χριστοδουλίδης, Μαυρογιάννης). Λένε ότι ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου τίναξε στον αέρα τις συζητήσεις επιμένοντας σε εσαεί παρουσία στρατευμάτων και διατήρηση των εγγυήσεων. Κι αυτό έγινε ακριβώς, καθώς προκύπτει και από τα όσα παρακολουθούμε από την επόμενη ημέρα της κατάρρευσης της Διάσκεψης. Δηλαδή, τι λέγανε τότε και τι λένε σήμερα οι Τούρκοι. Η δεύτερη εκδοχή, το άλλο αφήγημα, είχε άλλη πηγή ενημέρωσης και αποδίδει την αποτυχία στην ελληνική πλευρά. Όλα αυτά είναι ιστορία και δεν μπορεί η προεκλογική περίοδος να αναλώνεται μόνο σε αυτό το ζήτημα. Κι αυτό, γιατί ενώπιόν μας έχουμε νέα δεδομένα, όχι υπό την έννοια ότι η τουρκική πλευρά έχει αλλάξει πολιτική, αλλά επειδή υιοθετεί μία νέα τακτική. Αυτή η εξέλιξη κανονικά και φυσιολογικά θα πρέπει να αντιμετωπιστεί κι όχι να παραμείνει το πολιτικό σύστημα «κολλημένο» στο 2017. Παλαιότερα αρεσκόταν, το σύστημα, να συζητά για το 1974, αλλά έκτοτε οι γραμμές «χαλάρωσαν». Έγινε κι αυτό σε αυτή τη χώρα, να εξισώνονται όσοι ευθύνονται και τα θύματα. Όπως και το γεγονός ότι εκείνοι, για παράδειγμα, οι οποίοι το 2004 ψήφισαν ένα σχέδιο με παραμονή στρατευμάτων και διατήρηση των εγγυήσεων, από το 2017 και εντεύθεν μοιρολογούν επειδή «χάθηκε η ευκαιρία»!
Βρισκόμαστε, λοιπόν, ενώπιον μίας νέας προσπάθειας της κατοχικής Τουρκίας για επιβολή νέων τετελεσμένων σε έδαφος και θάλασσα ενώ παράλληλα η επιθετικότητά της έχει φθάσει σε επικίνδυνα επίπεδα. Πώς αντιμετωπίζεται η τουρκική πολιτική; Με τα κοινά και τετριμμένα, που ουσιαστικά οδηγούν, πρακτικά, στο να μην γίνεται τίποτε; Με το να περιορίζεται η διαχείριση των εξελίξεων σε δηλώσεις με «αυστηρά» μηνύματα και επανάληψη των προηγούμενων τοποθετήσεων. Κοντολογίς, λέγεται κάτι για να ειπωθεί.
Ο Αντιπρόεδρος της Τουρκίας, Φουάτ Οκτάι, ο οποίος πρόσφατα βρισκόταν στα κατεχόμενα, στα πλαίσια των τακτικών επισκέψεων για έλεγχο, εποπτεία και ανάλυση των νέων οδηγιών, έθεσε το πλαίσιο των επόμενων κινήσεων. Πέραν από το γεγονός ότι απέρριψε το πακέτο των ΜΟΕ (αυτό έγινε εξαρχής), έχει ξεκαθαρίσει πως δεν συζητά θέμα Αμμοχώστου, οτιδήποτε αφορά το εδαφικό. Παραπέμποντας στο ψευδοκράτος για τις όποιες συνομιλίες και όχι με την Τουρκία, πρόσθεσε πως «το μέρος που θα αναγνωρίζετε ή αναγνωρίζετε είναι η τδβκ». Την ίδια, όμως, ώρα σε σχέση με τους υδρογονάνθρακες ανέδειξε τον «κυρίαρχο» ρόλο της Τουρκίας και πέραν από τα γνωστά ότι… χωρίς αυτή τίποτε δεν μπορεί να γίνει, αναφέρθηκε και στο διά ταύτα. «Μπορεί να ληφθεί μία απόφαση για τη χρήση τους μέσω εταιρειών που αναζητούν πόρους υδρογονανθράκων ή μίας επιτροπής», ανέφερε και συνέχισε: «Εμείς, ως Τουρκία, εάν χρειαστεί, σχηματίζουμε μία επιτροπή η οποία θα αποφασίζει πού και ποιος θα κάνει έρευνες, και αυτό θα συμβάλει στην ανάπτυξη του νησιού και στην ευημερία των ανθρώπων εδώ».
Αυτό, που είπε ο Τούρκος αξιωματούχος είναι πως σε ό,τι αφορά τις συζητήσεις στο Κυπριακό, συνομιλητής είναι το κατοχικό καθεστώς, το παράνομο κράτος και όχι η τουρκοκυπριακή κοινότητα, όπως γινόταν, υποτίθεται, στο παρελθόν. Δύο κράτη, δηλαδή, συνομιλούν για θέματα «καλής γειτονίας». Σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο, είναι ξεκάθαρο πως θέλει να κάνει κουμάντο απευθείας (και όχι μέσω του ψευδοκράτους) η Τουρκία. Και επιχειρεί να βάλει στην εξίσωση των επεκτατικών της σχεδίων και τις εταιρείες, που έχουν αδειοδοτηθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία για να δραστηριοποιούνται στην ΑΟΖ της.
Και η απάντηση στον Οκτάι και στις τουρκικές μεθοδεύσεις ποια είναι; Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης δήλωσε, όταν κλήθηκε να σχολιάσει τα όσα είπε ο Τούρκος Αντιπρόεδρος, ότι «παραμένουμε προσηλωμένοι στον στόχο και για επανάληψη των συνομιλιών και για εξεύρεση λύσης στη βάση των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών, του Χάρτη των ΗΕ, των ευρωπαϊκών αξιών και αρχών». Δηλαδή, όπως ήδη αναφέρθηκε, με τα κοινά και τετριμμένα, εξαγγέλλεται εν πολλοίς ότι δεν θα γίνει οτιδήποτε. Άλλωστε εάν αυτές οι αναφορές σε αρχές του ΟΗΕ και της Ε.Ε. δεν ήταν θεωρητικές, αλλά τις εννοούσε η Κυβέρνηση, τότε σε άλλη βάση θα συζητούσε και το περιεχόμενο της λύσης.
Φιλελεύθερος