Οι δραστηριότητες της Ουκρανίας στον συγκεκριμένο τομέα όπως και σε αρκετούς ακόμη έχουν ανασταλεί λόγω του πολέμου. Ένα επιπλέον ποσοστό της τάξεως του 30% εισάγεται από την Κίνα, ενώ μικρότερες ποσότητες εισρέουν στην Ευρώπη από τη Λατινική Αμερική και κάποιες ακόμη από την Τουρκία. Σημειώνεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση παράγει 240.000 τόνους μέλι ετησίως, ενώ παράλληλα εισάγει 360.000 τόνους από τρίτες χώρες. Οι ελλείψεις που θα προκληθούν στην ευρωπαϊκή αγορά αποτελούν την ευκαιρία των Ελλήνων παραγωγών να τοποθετηθούν σε αγορές που μέχρι στιγμής δεν έχουν παρουσία ή να αναπτύξουν την παρουσία τους σε χώρες που βρίσκονται ήδη.
Κατά ένα μήνα πίσω η παραγωγή λόγω καιρού
Την ίδια στιγμή πάντως, σημαντικό εμπόδιο για την φετινή παραγωγή αποτέλεσαν οι καιρικές συνθήκες που επικράτησαν στη διάρκεια του Μαρτίου και οι ιδιαίτερα χαμηλές θερμοκρασίες, όπως αναφέρει σχετικά ο μελισσοκόμος, Βασίλης Καραχάλιος. Όπως λέει, αυτή τη στιγμή η παραγωγή «έχει πάει ένα μήνα πίσω, ενώ τα μελίσσια αρχίζουν τώρα να ‘ξυπνάνε’».
Ο Β. Καραχάλιος αναφέρεται μεταξύ άλλων και στην ιδιαίτερη επιβάρυνση που έχει δεχτεί ο κλάδος από μία σειρά ανελαστικών δαπανών όπως είναι η γυάλινη συσκευασία, τα καπάκια, η ενέργεια και το πετρέλαιο που χρησιμοποιούν οι μελισσοκόμοι, είτε για να μετακινήσουν τα μελίσσια τους, είτε για να διαθέσουν τα προϊόντα τους στην αγορά.
Βασικό παράγοντα αύξησης κόστους αυτή τη στιγμή αποτελεί η λευκή κρυσταλλική ζάχαρη από τεύτλα, η οποία τον Σεπτέμβριο είχε τιμή χονδρικής 0,55 ευρώ το κιλό και την Πέμπτη 7 Απριλίου είχε εκτοξευθεί στα 1,20 ευρώ για αγορά από το χονδρεμπόριο. Η αύξηση στα υλικά συσκευασίας υπερβαίνει το 40% σε σύγκριση με πριν από έναν χρόνο, ενώ υφίστανται ελλείψεις στη διάθεση των γυάλινων βάζων για το μέλι, δεδομένου ότι και σε αυτή την περίπτωση η Ουκρανία ήταν βασική χώρα παραγωγός. Εναλλακτικές αγορές για το βαζάκι αποτελούν αυτή τη στιγμή παραγωγικές χώρες όπως η Αίγυπτος και η Τουρκία.
Κοινοποιήστε το:
Διαβάστε Επίσης