Στο επίκεντρο του βιβλίου του “Τουρκικός Ιμπεριαλισμός και Αποτροπή”, ο καθηγητής Βασίλης Φούσκας πραγματεύεται μια ιστορική και πολιτική ανάλυση για τον πολιτικό και οικονομικό σχηματισμό του ελληνικού κράτους και μέσα από τη σύγκριση με την Τουρκία προσπαθεί να εξηγήσει χρόνιες αδυναμίες και προβλήματα που ευθύνονται για τα σημερινά αδιέξοδα που βρίσκεται η Ελλάδα και κατ΄ επέκταση και η Κύπρος. Τα τελευταία χρόνια οι τουρκικές απειλές εναντίον των δύο χωρών έχουν πολλαπλασιαστεί. Και το ερώτημα που εύλογα δημιουργείται είναι κατά πόσο υπάρχει τρόπος οι δύο χώρες να ορθώσουν το ανάστημά τους και να ασκήσουν μια δυναμική πολιτική απέναντι σε μια χώρα που όλο και περισσότερο τις στριμώχνει στη γωνιά.
Η Τουρκία είναι πλέον μια περιφερειακή δύναμη, υποστηρίζει ο Έλληνας καθηγητής και αυτό οφείλεται πρωτίστως στην οικονομική της ισχύ. Με σταθερά βήματα η τουρκική οικονομία αναπτύσσεται και προχωρεί παρά τα οποιαδήποτε προβλήματα παρουσιάζονται, όπως για παράδειγμα η παρούσα νομισματική κρίση και οι πληθωριστικές πιέσεις. Η οικονομική εμβέλεια της χώρας τής επιτρέπει να επεμβαίνει σε μια σειρά συρράξεων στο εξωτερικό, να συμμετέχει στις αποστολές του ΝΑΤΟ και να εξαργυρώνει τη διεθνή παρουσία της προωθώντας τις θέσεις και τα συμφέροντά της, χωρίς να υπολογίζει τους αντιπάλους της. Είναι ένας μεγάλος παίκτης στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, γεγονός που δεν αφήνει και πολλά περιθώρια σε Αθήνα και Λευκωσία, οι οποίες έχουν εγκλωβιστεί μέσα στα αδιέξοδά τους. Η δημιουργία αποτρεπτικής πολιτικής δεν είναι εύκολη υπόθεση, τονίζει ο Βασίλης Φούσκας και αυτό δεν αφορά μόνο την άμυνα ή τον στρατιωτικό τομέα. Πρέπει να δούμε το ζήτημα της αποτροπής ολικά ως ένα πολυδιάστατο σύστημα που συμπεριλαμβάνει την οικονομία, την κοινωνία, τον πολιτισμό.
Αναπόφευκτα η συζήτηση στράφηκε και στις εξελίξεις στο ουκρανικό μέτωπο, το οποίο εξελίσσεται σε μια πληγή για την Ευρώπη. Ο Βασίλης Φούσκας διαβλέπει πως η σύρραξη εξελίσσεται σε ένα είδος διαρκούς πολέμου χαμηλής έντασης, κάτι που ευνοεί τον Βλαντιμίρ Πούτιν, διότι απ’ τη μια θα σπέρνει πληθωρισμό στη Δύση με τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Μόσχα, ενώ απ’ την άλλη μεριά φαίνεται πως θα πετύχει τον στόχο του για μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πάντως, αν ο Ρώσος πρόεδρος πετύχει τους σκοπούς του στην Ουκρανία, αυτό δεν θα είναι καλό μαντάτο για τον Τούρκο πρόεδρο. «Αν ο Βλαντιμίρ Πούτιν νικήσει στην Ουκρανία, αυτό δεν ευνοεί την Τουρκία, διότι ενώ θα εξακολουθήσει να συνεργάζεται στενά με τη Ρωσία, ταυτόχρονα θα είναι περισσότερο υποτελής σ’ αυτή», τόνισε, προσθέτοντας πως μια προστριβή των δύο χωρών δεν είναι καθόλου απίθανο σενάριο.
-Ας ξεκινήσουμε από τον τίτλο του βιβλίου σας. Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία τα οποία μας κάνουν να μιλούμε σήμερα για τουρκικό ιμπεριαλισμό;
-Σχηματικά, θα έλεγα πως τα στοιχεία είναι τέσσερα. Το πρώτο αφορά τη μεγάλη κεφαλαιακή συσσώρευση στην Τουρκία τα τελευταία 20 χρόνια που της επέτρεψε να γίνει μεγάλη εξαγωγική δύναμη συμμετέχοντας στην παγκοσμιοποίηση και επωφελούμενη απ’ αυτή. Το δεύτερο έχει να κάνει με την εξαγωγή ισχύος της Τουρκίας, κάτι που πάει πίσω στο 1974 και την εισβολή στην Κύπρο. Η γειτονική μας χώρα σήμερα, εκτός αποστολών ΝΑΤΟ, έχει στρατό σε Λιβύη, Συρία, Ιράκ, Σομαλία και Κατάρ. Ως μέλος του ΝΑΤΟ συμμετέχει σχεδόν παντού. Στο Αφγανιστάν είναι η διοικούσα δύναμη. Ένα τρίτο στοιχείο είναι η «νεο-οθωμανική» ιδεολογία. Ο Αχμέντ Νταβούτογλου είχε πει: «Η Τουρκία δεν έχει πολιτικά σύνορα, έχει μόνο γεωπολιτικά», υπονοώντας τις σουνιτικές-τουρκόφωνες μειονότητες εκτός τουρκικών συνόρων. Υπάρχει, ωστόσο, και ένας τέταρτος παράγοντας και έχει να κάνει με τη σχετική υποχώρηση των ΗΠΑ απ’ την ευρύτερη Μέση Ανατολή και την άνοδο των ασιατικών δυνάμεων, όπως της Κίνας και της Ρωσίας, και αυτό προσφέρει χώρο στην Τουρκία να προβάλει τα εθνικά της συμφέροντα σ’ όλο τον πρώην οθωμανικό χώρο.
-Υποστηρίζετε ότι η Τουρκία, ειδικά τα τελευταία είκοσι χρόνια, έχει αναπτυχθεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από την Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μέλος ενός ισχυρού οικονομικού οργανισμού όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση. Για ποιους λόγους έγινε αυτό;
– Η Ελλάδα, όπως εξηγώ και στο βιβλίο, δεν μπόρεσε ιστορικά ν’ αναπτύξει οικονομίες κλίμακας. Η παραγωγική ραχοκοκαλιά του ελληνικού καπιταλισμού είναι οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, μικρο-μεσαίες βιομηχανικές μονάδες χωρίς μεγάλες εξαγωγικές δυνατότητες. Μέσα στην ΕΟΚ/ΕΕ και, αργότερα, μέσα στην ευρωζώνη οι ελληνικές επιχειρήσεις απώλεσαν παντελώς την ανταγωνιστικότητά τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την τεράστια αύξηση του ελλείματος τρεχουσών συναλλαγών και τη συνακόλουθη κρίση χρέους. Απ’ αυτή την άποψη, η Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και η Ευρωζώνη δεν ωφέλησε την Ελλάδα. Η Τουρκία, απ’ την άλλη μεριά, κατάφερε να γνωρίσει τεράστια ανάπτυξη. Μετά, μην ξεχνάτε, πρόκειται και για μια χώρα 83 εκατομμυρίων ανθρώπων.
-Ποιες είναι οι συνέπειες από αυτή την υπεροχή;
-Εξαγωγή κεφαλαίων και εξαγωγή ισχύος, δηλαδή ιμπεριαλισμός, το ιδεολογικό υπόβαθρο του οποίου είναι ο «νεο-οθωμανισμός». Έτσι, μπορεί και προκαλεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στο Αιγαίο και τη Θράκη αλλά και της Κύπρου. Η τάση της Τουρκίας για γεωπολιτική επέκταση εκτός συνόρων είναι δομική αλλά και ιστορική, δεν αφορά το καθεστώς Ερντογάν. Τα ίδια και ίσως χειρότερα θα δούμε χωρίς τον νυν Τούρκο πρόεδρο. Με τον ιμπεριαλισμό, ταυτόχρονα, επουλώνονται προσωρινά και οι όποιες εσωτερικές πληγές (κρίσεις καθεστώτος, κουρδικό, νομισματικές κρίσεις κλπ).
-Ποια λάθη βλέπετε να έγιναν διαχρονικά και τα οποία οδήγησαν στην αποδυνάμωση της Ελλάδας αλλά και της Κύπρου σήμερα;
-Δεν θα μιλούσα μόνο για «λάθη». Θα μιλούσα και για δομικούς περιορισμούς πάνω στη δράση των πολιτικών ελίτ, περιορισμοί που κατά καιρούς τις εμπόδισαν να λάβουν αποφάσεις με άξονα το εθνικό και λαϊκό συμφέρον. Πάρτε για παράδειγμα το Κυπριακό. Τουλάχιστον απ’ το 1957 και μετά έως και το πραξικόπημα ενάντια στον Μακάριο το 1974, όλες οι πολιτικές ελίτ της Ελλάδας, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, είχαν δεχτεί το πρόγραμμα ΝΑΤΟποίησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, δηλ. την καρατόμηση της νήσου μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας. Σας θυμίζω και το σχετικό μυστικό πρωτόκολλο μεταξύ Καραμανλή και Μεντερές το 1960. Ο Κώστας Καραμανλής πάντα υποστήριζε ότι οι σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία είναι πιο σημαντικές απ’ τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας. Δυστυχώς, αυτή είναι η ιστορική πραγματικότητα. Ο Μακάριος ήταν μόνος εναντίον όλων: Άγγλων, Αμερικανών, Τούρκων, Τουρκοκύπριων εθνικιστών, Ελληνοκύπριων αλλά και Ελλαδιτών εθνικιστών και ελληνικών κυβερνήσεων.
-Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα αλλά και η Κύπρος, ώστε να δημιουργήσουν μια αξιόπιστη αποτρεπτική πολιτική απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα;
-Το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι η απόκτηση ελευθερίας κίνησης και δράσης απέναντι στους δομικούς περιορισμούς και την εξάρτηση που επιβάλλει στην Ελλάδα ο μεγάλος δανεισμός, το τεράστιο χρέος. Χρειάζεται αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας με έμφαση στη βιομηχανική και αγροτική παραγωγή, καθώς και στην εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στη νόμιμη ΑΟΖ των δύο χωρών. Ελλάδα και Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να προχωρήσουν στην κοινή χάραξη ΑΟΖ με τη συμμετοχή και της τουρκοκυπριακής κοινότητας στις έρευνες και στις κοινοπραξίες. Πρέπει, ακόμα, ν’ αρχίσει να γίνεται μια προσεκτική υποκατάσταση εισαγωγών, ώστε να τονώνεται ο εγχώριος βιομηχανικός τομέας. Η χώρα πρέπει να ξεφύγει από τον ασφυκτικό κλοιό του μεταπρατικού κεφαλαίου, όπου βρίσκεται η ρίζα της εξάρτησης και του τεράστιου χρέους. Ακόμα, επείγει μια τεράστια πολιτιστική επίθεση στα Βαλκάνια, στη Μέση Ανατολή και την τουρκική κοινωνία, ειδικά στα κατεχόμενα.
Οι λαοί μπορούν και πρέπει να είναι φίλοι, το πρόβλημα είναι με τα αστικά κράτη. Η Ελλάδα είναι η αδύνατη πλευρά, έχει πολύ αδύναμη αστική τάξη και υποκύπτει σε έξωθεν πιέσεις, οι οποίες ευνoούν τα συμφέροντα της Τουρκίας, διότι απ’ το 1950 και δώθε έχει αξιολογηθεί ως στρατηγικά πιο πολύτιμη για τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Έτσι, η πολιτικής της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας είναι μονίμως ενδοτική. Για αυτό τον λόγο, η ελληνική αστική τάξη και το κράτος της δεν μπορούν να εφαρμόσουν το αμυντικό σκέλος της αποτροπής, που το αντλώ απ’ τη θεώρηση του Παναγιώτη Κονδύλη για ένα «πρώτο αποφασιστικό μαζικό πλήγμα», το οποίο θ’ απονεκρώνει για μεγάλο χρονικό διάστημα τον αντίπαλο.
Η πρότασή μου, εξάλλου, έχει νόημα όταν στηρίζεται σε πολιτικές ενίσχυσης της ενότητας μεταξύ στρατού, λαού και πολιτικής ηγεσίας. Εδώ είναι το κλειδί, διότι οι ελληνικές κυβερνήσεις με τις νεο-φιλελεύθερες/νεο-συντηρητικές πολιτικές τους έχουν κλονίσει αυτήν την ενότητα. Οι πολιτικές αυτές έχουν καταρρακώσει τον τομέα της υγείας και τα μεροκάματα είναι μεροκάματα πείνας. Την αποτροπή και το ενιαίο αμυντικό δόγμα Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας μπορεί να τα κάνουν πράξη μόνο μια ελληνική κυβέρνηση, η οποία έχει ακηδεμόνευτες δημοκρατικές αρχές και φιλο-λαϊκό πρόγραμμα. Αν δεν υπάρχει, αυτό το πολιτικό υποκείμενο θα πρέπει να επινοηθεί.
Δεν θα καταρρεύσει οικονομικά η ‘Αγκυρα
-Τελεί υπό κατάρρευση η τουρκική οικονομία, όπως λέγεται συχνά, ή πρόκειται για μια εσφαλμένη ανάγνωση;
-Δεν υφίσταται θέμα κατάρρευσης της τουρκικής οικονομίας. Υπάρχει μια νομισματική κρίση και μια πληθωριστική πίεση. Πληθωριστικές πιέσεις υπάρχουν παντού. Η νομισματική κρίση είναι ένας μόνο δείκτης. Η οικονομική ανάπτυξη δεν είναι ένας μόνο δείκτης, έχει να κάνει με τη συσσώρευση του κεφαλαίου και την κερδοφορία των επιχειρήσεων. Υπάρχει, βέβαια, μια σύγκρουση στο εσωτερικό της αστικής τάξης της χώρας.
Μια μερίδα του κεφαλαίου, η πιο επιθετική και νεο-φιλελεύθερη που δανείζεται σε ξένο νόμισμα, ασπάζεται την πολιτική των υψηλών επιτοκίων προκειμένου να χτυπηθεί ο πληθωρισμός. Μία άλλη μερίδα, αυτή που στηρίζει ο Ταγίπ Ερντογάν και η οποία δανείζεται σε τουρκικές λίρες, αντιτίθεται στην αύξηση των επιτοκίων, αυτή είναι και η νεο-ισλαμική αστική τάξη. Εδώ είναι η ουσία της κατανόησης της πάλης που λαμβάνει χώρα μέσα στο αστικό συγκρότημα εξουσίας της χώρας. Δεν πρόκειται για κατάρρευση, πρόκειται για πάλη μέσα στο βαθύ κράτος το οποίο, ωστόσο, μπορεί και δρα ως «συλλογικός κεφαλαιοκράτης» (η φράση ανήκει στον Μαρξ).
Επείγει η ενδυνάμωση κι όχι η υπονόμευση της ΚΔ
-Υποστηρίζετε πως η αποτροπή δεν αφορά μόνο το στρατιωτικό κομμάτι αλλά και την οικονομία, τον πολιτισμό. Μπορείτε να μας αναλύσετε τον συλλογισμό σας;
-Η αποτροπή πρέπει να είναι ακηδεμόνευτη και υβριδικού χαρακτήρα, αλλιώς δεν θα είναι αποτροπή, παρά μια επιχειρηματική δραστηριότητα προς όφελος των μεγάλων αμυντικών-βιομηχανικών συμπλεγμάτων της Δύσης και εις βάρος της ασφάλειας Κύπρου και Ελλάδας. Για να το πω αλλιώς, η αποτροπή πρέπει να είναι το μπόλιασμα σειράς δραστηριοτήτων στον τομέα της οικονομικής, αμυντικής και πολιτιστικής διπλωματίας που να κάνει όλους τους μεγάλους δρώντες του συστήματος (ΗΠΑ, Γερμανία, Ρωσία, Κίνα, Ινδία) να λειτουργούν υπέρ των συμφερόντων της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Να πω ακόμα και το εξής σχετικά με την Κύπρο. Ουδέν νόημα έχει πλέον να συζητάμε για μια «διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα», αν είχε ποτέ νόημα μια τέτοια συζήτηση. Η Τουρκία θέλει το ίδιο πράγμα απ’ τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα, τον έλεγχο όλης της Κύπρου. Η πραγματική αιτία πολέμου για την Τουρκία δεν είναι η κήρυξη των 12 ναυτικών μιλίων στο Αιγαίο, αλλά η ένωση των ελεύθερων περιοχών με την Ελλάδα. Αυτή είναι η πεμπτουσία της τουρκικής στρατηγικής κι έτσι απο-μυστικοποιείται η παραπάνω φόρμουλα περί διζωνικής, δικοινωτικής ομοσπονδίας.
-Με την Τουρκία να καθίσταται όλο και πιο ισχυρή πώς μπορεί η Κύπρος να διεκδικήσει κάτι καλύτερο;
-Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει μέλλον όσο περισσότερο ενισχύεται πολιτικά, αμυντικά, πολιτιστικά και κοινωνικά. Επείγει η ενδυνάμωσή της κι όχι η υπονόμευσή της. Δυστυχώς, η παραπάνω φόρμουλα, η οποία έχει υιοθετηθεί απ’ την Ελλάδα και τον ΟΗΕ, υπονομεύει την ισχυροποίηση της Κύπρου στην κατεύθυνση που προτείνω. Ωστόσο, θέλω να θυμίσω ότι το ίδιο συνέβαινε και την περίοδο 1960-1974, με όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις να υπονομεύουν το έργο του Μακαρίου, που ήταν η ενδυνάμωση των δημοκρατικών θεσμών της Κυπριακής Δημοκρατίας ενάντια στον ελλαδικό σκοταδισμό (παρακράτος, ρόλος της CIA κλπ). Η γραμμή του Μακάριου ήταν και παραμένει ανυπέρβλητη και ηγετική, είναι γραμμή της πραγματικής δημοκρατικής ισότητας μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων και μ’ αυτή θα πρέπει ν’ αναμετρηθούν ακόμα αυτοί κι αυτές που την υπονομεύουν σήμερα σε Ελλάδα και Κύπρο.
Πούτιν και Ερντογάν έχουν το ίδιο όραμα
-Η έκδοση του βιβλίου σας συνέπεσε με τη ρωσική εισβολή. Είστε ένας καλός γνώστης της ρωσικής πολιτικής σκηνής. Πώς πιστεύετε πως θα εξελιχθεί ο πόλεμος στην Ουκρανία; Πώς θα τελειώσει και ποιοι είναι οι χαμένοι αλλά και οι κερδισμένοι;
-Δεν μπορούμε να προβλέψουμε το μέλλον. Μπορούμε όμως να κάνουμε μερικές υποθέσεις και να πιθανολογήσουμε. Αυτό που βλέπω, και σε περίπτωση που οι ΗΠΑ δεν δεχτούν μια συμφωνία με βάση την οποία η Ουκρανία θα παραμείνει μονίμως εκτός ΝΑΤΟ, είναι ότι θα έχουμε ένα είδος διαρκούς πολέμου χαμηλής έντασης, κάτι που ευνοεί τον Βλαντιμίρ Πούτιν, διότι απ’ τη μια θα σπέρνει πληθωρισμό στη Δύση με τις κυρώσεις που η ίδια η Δύση επέβαλε στο ρωσικό φυσικό αέριο, στο πετρέλαιο και στις σπάνιες γαίες, ενώ απ’ την άλλη μεριά θα επιτυγχάνει τον στόχο του, που είναι η μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Μια χώρα δεν μπορεί να γίνει μέλος, ειδικά του ΝΑΤΟ, αν έχει ακαθόριστα σύνορα.
-Ποιους κινδύνους βλέπετε ότι ξεδιπλώνει για χώρες όπως Ελλάδα και Κύπρο ο ρωσικός αναθεωρητισμός, όπως εκφράζεται από τον Βλαντιμίρ Πούτιν;
-Ο αναθεωρητισμός του Βλαντιμίρ Πούτιν είναι παραπλήσιος της Τουρκίας με την έννοια ότι θέλει να ενσωματώσει όλες τις ρωσικές μειονότητες που έμειναν έξω απ’ το ρωσικό κράτος μετά την πτώση της ΕΣΣΔ μέσα σε μια νέα Ρωσία. Η Τουρκία του νεο-οθωμανισμού έχει το ίδιο όραμα, αλλά δεν νομίζω ότι αυτή η ιδεολογία τυγχάνει νομιμοποίησης μέσα στον τουρκικό λαό, άρα θα αποτύχει. Για την περίπτωση Πούτιν, δεν είμαι σίγουρος. Ο γεωπολιτικός εθνικισμός του Ρώσου προέδρου και της ηγετικής μερίδας γύρω απ’ αυτόν είναι πολύ ισχυρότερος απ’ όσο τον παρουσιάζουν τα δυτικά ΜΜΕ.
-Αν ο πόλεμος στην Ουκρανία εξελιχθεί όπως επιθυμεί ο Ρώσος πρόεδρος, θα δούμε τον Ταγίπ Ερντογάν και άλλους ηγέτες να ενθαρρύνονται και να ακολουθούν ενδεχομένως παρόμοια πολιτική;
-Όχι. Αν ο Βλαντιμίρ Πούτιν «νικήσει» στην Ουκρανία, αυτό δεν ευνοεί την Τουρκία, διότι ενώ θα εξακολουθήσει να συνεργάζεται στενά με τη Ρωσία, ταυτόχρονα θα είναι περισσότερο υποτελής σ’ αυτή. Νίκη Πούτιν στην Ουκρανία με τους όρους που περιέγραψα πιο πάνω, ίσως σημάνει αλλαγή των ισορροπιών ισχύος μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας στον Καύκασο, τη Συρία και τη Λιβύη, για παράδειγμα, για να μην μιλήσω για τη Μαύρη Θάλασσα και την Κεντρική Ασία ή το Κουρδικό. Σε μια τέτοια συνάφεια, οι προστριβές Τουρκίας-Ρωσίας είναι πιθανές, διότι ΗΠΑ και Γερμανία δεν πρόκειται ν’ αφήσουν τα πράγματα να εξελιχθούν έτσι, δηλ. μία Τουρκία-πελάτη της Ρωσίας και της Κίνας. Ίσως στο μέλλον να βιώσουμε μια σύγκρουση της Δύσης με τη Ρωσία, αυτή τη φορά όχι για την Ουκρανία αλλά για το ποιος θα κερδίσει την Τουρκία, τον έλεγχο των στενών και των αγωγών κλπ. Εδώ είναι που θα τεθεί επί τάπητος —σκεφτείτε και το Κουρδικό— ο διαμελισμός της Τουρκίας, κάτι που το απεύχομαι, διότι αυτό σημαίνει όχι μόνο εμπλοκή της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά ένα άλλο μεγάλο δράμα των λαών. Να τονίσω ακόμα ότι αυτό που προκύπτει ιστορικά και που τονίζει το βιβλίο είναι ότι κάθε φορά που υπάρχουν προβλήματα Τουρκίας-Ρωσίας η Ελλάδα ευνοείται.
Φιλελεύθερος