Του Κώστα Ράπτη
Οι Γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι τελευταία εκτοξεύθηκαν στην πρώτη θέση των δημοσκοπήσεων ενόψει των ομοσπονδιακών βουλευτικών εκλογών της 26ης Σεπτεμβρίου ήταν το κόμμα με τις λιγότερο σαφείς θέσεις ως προς τις σχέσεις Τουρκίας – Ευρώπης, αλλά και με τους στενότερους δεσμούς παραδοσιακά με το τουρκο-γερμανικό στοιχείο λόγω της ιδιαίτερης μέριμνας των συνδικάτων για τους μετανάστες εργαζόμενους. Όμως οι νέες ευθύνες που αντιμετωπίζει το SPD επιβάλλουν και αποσαφήνιση της τοποθέτησης ως προ την χώρα του Ταγίπ Ερντογάν – και αυτό ανέλαβε να κάνει μιλώντας στη DW Turkish ο συμπρόεδρος του κόμματος Νόρμπερτ Βάλτερ-Μπόργιανς (της γνωστής λίστας).
“Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τις αρνητικές εξελίξεις στο πεδίο της δημοκρατίας στην Τουρκία” τόνισε ο Βάλτερ-Μπόργιανς, για να προσθέσει: “Οι πολιτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων αυτών του αδελφού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος παρεμποδίζονται στην Τουρκία. Αυτό δεν είναι μία κατάσταση που μπορούμε να αποδεχθούμε. Δεν μπορούμε απλώς να πούμε “Δεν πειράζει, ας το αγνοήσουμε και ας επικεντρωθούμε στην ατζέντα”. Αυτό θα ήταν άδικο απέναντι σε όσους υποστηρίζουν την ελευθερία της σκέψης και τη δημοκρατία στην Τουρκία”.
Ο συμπρόεδρος του SPD αποσυνέδεσε πάντως τη συζήτηση αυτή από την ευρωπαϊκή ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας (την οποία το κόμμα του εξακολουθεί να υποστηρίζει, σε αντίθεση λ.χ. με την καγκελάριο Μέρκελ που πλέον την αποκλείει), σημειώνοντας ότι προβλήματα στην λειτουργία της δημοκρατίας παρατηρούνται και σε κράτη-μέλη της Ε.Ε., υπαινισσόμενος προφανώς περιπτώσεις όπως της Ουγγαρίας. Επέμεινε επίσης στη δέσμευση του κόμματός στην εξάλειψη των διακρίσεων κατά των Τουρκο-γερμανών.
Το ερώτημα της Τουρκίας δεν υπήρξε μέχρι τώρα από αυτά που απασχόλησαν ιδιαιτέρως την γερμανική προεκλογική συζήτηση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν αποτελεί ένα από τα κρισιμότερα ζητήματα που θα αντιμετωπίσει η επόμενη ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Στο προεκλογικό της πρόγραμμα η Χριστιανοδημοκρατία αναγνωρίζει την στρατηγική και οικονομική σημασία της Τουρκίας για τη Γερμανία και κάνει λόγο για την ανάγκη συνέχισης ενός “ανοικτού, κριτικού και εποικοδομητικού διαλόγου με την τουρκική ηγεσία”. Ωστόσο, με δεδομένη την απομάκρυνση της Τουρκίας από τα ενταξιακά κριτήρια, η ευρω-τουρκική σχέση προτείνεται να “τοποθετηθεί σε νέα προοπτική”, αποκλειομένης της πλήρους ένταξης. Αντιθέτως, προκρίνεται μια “ειδική σχέση” που θα βασίζεται σε “κοινά συμφέροντα” και την από κοινού συμμετοχή στο ΝΑΤΟ, που και αυτό αποτελεί μια “κοινότητα αξιών”.
Για τη συνέχεια Capital