Γράφει ο
Βαγγέλης Χωραφάς
Η 11η Σεπτεμβρίου του 2001 σηματοδοτεί μια στροφή στην παγκόσμια ιστορία. Ο «πόλεμος ενάντια στην τρομοκρατία» που ξεκινά μετά τις επιθέσεις στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον, σε συνδυασμό με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ πριν από μία δεκαετία to 1991, τη στρατηγική των νεοσυντηρητικών στις ΗΠΑ για την αναδιάταξη των συνόρων της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής καθώς και την εξασφάλιση της πρόσβασης στις πηγές ενέργειας, διαμόρφωσε νέα δεδομένα στις διεθνείς ισορροπίες.
Και οι δύο πλευρές που ενεπλάκησαν στον πόλεμο, οι ΗΠΑ και η Αλ Κάιντα, μέσα από διαφορετικές αναλύσεις θεωρούσαν ότι ο πόλεμος θα ήταν μακροχρόνιος. Η αμερικανική στρατηγική δεν είχε στόχο την απώθηση της τρομοκρατίας, αλλά την εκρίζωση της, άρα χρειάζονταν χρόνος. Η στρατηγική της Αλ Κάιντα αφορούσε περίπου 20 μέτωπα σύγκρουσης με την Δύση και προωθούσε έναν παρατεταμένο πόλεμο απωλειών και εξουθένωσης του αντιπάλου.
Ο παρατεταμένος πόλεμος δεν τελειώνει με την στρατιωτική ήττα και την απόσυρση της Δύσης από το Αφγανιστάν. Αυτό είναι ένα από τα επεισόδια αυτού του πολέμου. Το ερώτημα που παραμένει ανοικτό είναι αν ο παρατεταμένος πόλεμος θα έχει και άλλα επεισόδια, ή ακόμα αν τελικά θα καταλήξει σε σύγκρουση των πολιτισμών όπως πιστεύει η Αλ Κάιντα.
Τα δύο κείμενα που ακολουθούν έχουν γραφτεί το 2007 στο Monthly Review. Σε αυτά αναλύονται οι στρατηγικές των ΗΠΑ και της Αλ Κάιντα και γίνεται εμφανές ότι η μια στρατηγική είχε μέσα της τους σπόρους της αποτυχίας, ενώ η άλλη εξακολουθεί, έστω εν μέρει, να ισχύει.
Η στρατηγική των ΗΠΑ για τον μακροχρόνιο πόλεμο
του ΣΤΡΑΤΗ ΑΛΕΞΙΟΥ
Στις 27 Μαΐου 2006 ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζ. Μπους μίλησε στους αξιωματικούς της στρατιωτικής ακαδημίας West Point. Η ομιλία του έχει εξαιρετική σημασία, γιατί για πρώτη φορά παρουσιάζεται η στρατηγική των ΗΠΑ με συνεκτικό και πολιτικό τρόπο. Στην ουσία πρόκειται για την περιγραφή ενός χρονοδιαγράμματος του πολέμου, που ο ίδιος έχει προδιαγράψει σαν «μακρύ πόλεμο».
Το ιστορικό ανάλογο που χρησιμοποιεί για να περιγράψει τον «πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία» είναι ο Ψυχρός Πόλεμος. Ο τελευταίος είναι ο μόνος για τον οποίο μεγάλα τμήματα του πληθυσμού έχουν πρόσφατες αναμνήσεις, σε αντίθεση με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που μπορεί να ανασυρθεί στη μνήμη ενός μικρού και συνεχώς μειούμενου μέρους του πληθυσμού.
Περιγράφοντας τα γεγονότα που οδήγησαν στον Ψυχρό Πόλεμο, ο Τζ. Μπους επισήμανε:
«Το 1947, κομμουνιστικές δυνάμεις απειλούσαν την Ελλάδα και την Τουρκία, η ανασυγκρότηση της Γερμανίας παρέπαιε και η πείνα είχε εξαπλωθεί σε όλη την Ευρώπη. Το 1948, η Τσεχοσλοβακία προσχώρησε στον κομμουνισμό, η Γαλλία και η Ιταλία βάδιζαν προς την ίδια κατεύθυνση και το Βερολίνο είχε αποκλεισθεί με διαταγές του Ιωσήφ Στάλιν. Το 1949, η ΕΣΣΔ απέκτησε πυρηνικά όπλα που έδωσαν τη δυνατότητα στον νέο εχθρό μας να επιφέρει καταστροφικά πλήγματα στην πατρίδα μας. Και λίγες εβδομάδες αργότερα, οι κομμουνιστικές δυνάμεις κέρδισαν την επανάστασή τους στην Κίνα και έστρεψαν το πολυπληθέστερο κράτος στον κόσμο στον κομμουνισμό. Το καλοκαίρι του 1950, επτά βορειοκορεατικές μεραρχίες διέσχισαν τα σύνορα με τη Νότια Κορέα, σηματοδοτώντας την έναρξη της πρώτης στρατιωτικής σύγκρουσης του Ψυχρού Πολέμου. Όλα αυτά έγιναν μέσα σε πέντε μόνο χρόνια από τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου».
Ο Τζ. Μπους περιγράφει πώς ο Χ. Τρούμαν διαμόρφωσε, μέσα από την πλημμυρίδα των γεγονότων, το πλαίσιο μιας μελλοντικής νίκης:
«Ο πρόεδρος Τρούμαν διαμόρφωσε ένα καθαρό δόγμα. Σε ομιλία του στο Κογκρέσο ζήτησε στρατιωτική και οικονομική βοήθεια για την Ελλάδα και την Τουρκία και ανακοίνωσε ένα νέο δόγμα που θα καθοδηγούσε την αμερικανική πολιτική καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Είπε στο Κογκρέσο: “Η πολιτική των ΗΠΑ πρέπει να είναι η υποστήριξη των ελεύθερων λαών που αντιστέκονται στις προσπάθειες υποταγής τους από ένοπλες μειονότητες ή από εξωτερικές πιέσεις”. Με αυτό το νέο δόγμα και με τη βοήθεια που το υλοποιούσε, η Ελλάδα και η Τουρκία σώθηκαν από τον κομμουνισμό και σταμάτησε η σοβιετική επέκταση στη Νότια Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή».
Για τον Τζ. Μπους έχει ωριμάσει ο χρόνος διατύπωσης μιας νέας παραλλαγής του δόγματος που ίσχυε στον Ψυχρό Πόλεμο: «Σήμερα, στις αρχές του νέου αιώνα, έχουμε πάλι εμπλακεί σε έναν πόλεμο που δεν μοιάζει σε κανέναν από τους προηγούμενους που πολέμησε το έθνος μας – και, όπως οι Αμερικανοί την εποχή του Τρούμαν, βάζουμε τα θεμέλια για τη νίκη».
Σε αντίθεση με τη στρατηγική του Τρούμαν, η στρατηγική του Μπους έχει ένα έντονο συστατικό στοιχείο «απώθησης»: Το πρόβλημα δεν είναι η μείωση αυτού που αποκαλεί τρομοκρατική απειλή, αλλά η πλήρης εκρίζωσή της:
«Οι εχθροί που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι κατά πολύ διαφορετικοί από τους εχθρούς που αντιμετωπίσαμε στον Ψυχρό Πόλεμο. Στον Ψυχρό Πόλεμο αποτρέψαμε τη σοβιετική επιθετικότητα μέσα από μια πολιτική αμοιβαία εγγυημένης καταστροφής. Σε αντίθεση με την ΕΣΣΔ, οι τρομοκράτες που αντιμετωπίζουμε σήμερα κρύβονται σε σπηλιές και σκιές – και εμφανίζονται για να επιτεθούν σε ελεύθερα έθνη από τα μέσα. Οι τρομοκράτες δεν έχουν σύνορα για να προστατεύσουν, ούτε πρωτεύουσα για να υπερασπισθούν. Δεν μπορεί να ισχύσει η αποτροπή, αλλά μπορεί να ηττηθούν. Η Αμερική θα πολεμήσει τους τρομοκράτες σε κάθε πεδίο μάχης και δεν θα εγκαταλείψουμε μέχρις ότου αυτή η απειλή για τη χώρα μας εκλείψει… Σε αυτόν τον νέο πόλεμο, διατυπώσαμε ένα καθαρό δόγμα. Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, είπα σε μια κοινή συνεδρίαση του Κογκρέσου: Η Αμερική δεν κάνει διάκριση μεταξύ των τρομοκρατών και των χωρών που τους υποθάλπουν… Στους μήνες που ακολούθησαν, ξεκαθάρισα τις αρχές που μας καθοδηγούν σε αυτόν τον πόλεμο: Η Αμερική δεν θα περιμένει να της ξαναεπιτεθούν. Θα αντιμετωπίσουμε τις απειλές πριν υλοποιηθούν πλήρως. Θα παραμείνουμε στην επίθεση ενάντια στους τρομοκράτες, πολεμώντας τους στο εξωτερικό έτσι ώστε να μην είμαστε υποχρεωμένοι να τους αντιμετωπίσουμε μέσα στην πατρίδα».
Σε αντίθεση με τον Ψυχρό Πόλεμο, ο Τζ. Μπους ελπίζει στη δημιουργία επιθετικών συμμαχιών και όχι αμυντικών, όπως ήδη διαφαίνεται στο ΝΑΤΟ:
«Σε αυτόν τον νέο πόλεμο, έχουμε βοηθήσει στο μετασχηματισμό παλιών εχθρών σε δημοκρατικούς συμμάχους. Όπως μια παλαιότερη γενιά Αμερικανών βοήθησε στη μετατροπή της Γερμανίας και της Ιαπωνίας από κατακτημένους αντιπάλους σε δημοκρατικούς συμμάχους… Σε αυτόν τον νέο πόλεμο, έχουμε διαμορφώσει νέες συμμαχίες και έχουμε μεταμορφώσει παλιές, για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του νέου αιώνα. Μετά την επίθεση στη χώρα μας, σχηματίσαμε τη μεγαλύτερη συμμαχία στην ιστορία για να πολεμήσουμε ενάντια στην τρομοκρατία. Περισσότερες από ενενήντα χώρες συνεργάζονται σε μια παγκόσμια εκστρατεία εξάλειψης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καταστολής των τρομοκρατικών λειτουργιών και παραπομπής των τρομοκρατών στη δικαιοσύνη… Για πέντε δεκαετίες το ΝΑΤΟ δεν αναπτύχθηκε ποτέ έξω από την Ευρώπη. Σήμερα, το ΝΑΤΟ ηγείται των στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν, εκπαιδεύει ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας στη Βαγδάτη, παρέχει ανθρωπιστική βοήθεια στα θύματα των σεισμών στο Πακιστάν και εκπαιδεύει μονάδες διατήρησης της ειρήνης στο Σουδάν. Η συμμαχία, που ορισμένοι έλεγαν ότι έχασε το σκοπό της μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, αντιμετωπίζει τώρα τις προκλήσεις του 21ου αιώνα».
Όσο για το χρόνο διάρκειας του πολέμου, αυτός προβλέπεται πολυετής: «Τώρα η τάξη του 2006 μπαίνει σε έναν μεγάλο αγώνα – και το τελικό αποτέλεσμα εξαρτάται από τη δική σας ηγεσία. Ο πόλεμος άρχισε επί των ημερών μου – αλλά θα τελειώσει στη δική σας εποχή. Η δική σας γενιά θα μας φέρει τη νίκη στον πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία».
Αν και αυτή η ομιλία δεν έχει νέα στοιχεία, εντούτοις για πρώτη φορά θέτει ένα γενικότερο πλαίσιο που τα περιλαμβάνει με ιεράρχηση και συνοχή. Ένα σύνολο ιδεών, αρχών και στόχων μπαίνουν τώρα κάτω από την αιγίδα μιας συνολικότερης στρατηγικής. Δίνεται επομένως η ευκαιρία για διαμάχες επάνω στη συγκεκριμένη στρατηγική – γεγονός που ίσχυσε για πολλά χρόνια και για τη στρατηγική του Ψυχρού Πολέμου.
Αναλύοντας αυτή τη στρατηγική μπορούμε να θέσουμε ένα πρώτο ερώτημα. Έχει εντοπισθεί σωστά ο αντίπαλος; Αν η «τρομοκρατία», όπως ορίζεται από την κυβέρνηση Μπους, ταυτίζεται με το ριζοσπαστικό Ισλάμ, τότε τα πράγματα πηγαίνουν προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση· προς αυτή που ο Μπιν Λάντεν περιγράφει ως ανυποχώρητη «σύγκρουση των πολιτισμών».
Αν η «τρομοκρατία» είναι η απάντηση των φτωχών λαών, εθνικών ομάδων, επαναστατικών πρωτοβουλιών κ.λπ. απέναντι στη στρατιωτική δυσυμμετρία της Δύσης, τότε τα πράγματα πηγαίνουν προς άλλη κατεύθυνση. Τότε έχουμε στρατιωτικοποίηση της αντιπαράθεσης του κέντρου (Δύση) με την περιφέρεια (Τρίτος Κόσμος).
Μέσα στα πλαίσια αυτά, ένα δεύτερο ερώτημα αφορά τη λογική της ανάσχεσης και τη λογική της απώθησης. Το κατά πόσο αυτές οι δύο διαστάσεις μιας στρατηγικής μπορούν να εφαρμοσθούν μεμονωμένα ή με ποιον συνδυασμό μεταξύ τους είναι δύσκολο να προβλεφθεί. Είναι όμως βέβαιο ότι κάθε φορά η επιλογή της μιας εξ αυτών θα δημιουργεί συζητήσεις και διαμάχες στη Δύση.
Ένα τρίτο ερώτημα σχετίζεται με την προοπτική και τη μελλοντική αρχιτεκτονική του παγκόσμιου συστήματος, μετά την εφαρμογή αυτής της στρατηγικής. Θα είναι ένα μονοπολικό ή ένα πολυπολικό σύστημα; Στο σημείο αυτό, ακόμα και οι εμπνευστές αυτής της στρατηγικής γνωρίζουν ότι καμιά απάντηση δεν είναι προφανής.
Η στρατηγική της Αλ Κάιντα για τον παρατεταμένο πόλεμο
του ΗΛΙΑ ΣΤΑΥΡΙΔΗ
Τον Απρίλιο του 2006, ο Οσάμα Μπιν Λάντεν με ένα μαγνητοσκοπημένο ντοκουμέντο 7.000 λέξεων είχε αναπτύξει τη φιλοσοφία του για τον «μακροχρόνιο πόλεμο» από την πλευρά της Αλ Κάιντα.
Το κείμενο χαρακτηρίζεται σαν ένας συνδυασμός τριών τάσεων. Πρώτον, η ανάδειξη της ανάμειξης της Αλ Κάιντα σε όλες τις συγκρούσεις στις οποίες εμπλέκεται το μουσουλμανικό στοιχείο. Δεύτερον, η σταθερή υπενθύμιση ότι πρόκειται για μια «σύγκρουση των πολιτισμών» (κάτι στο οποίο η κυβέρνηση Μπους αποφεύγει συστηματικά να αναφέρεται, υποβαθμίζοντας τη σύγκρουση στο επίπεδο της αντιμετώπισης ενός δικτύου τρομοκρατικών ομάδων), με στόχο την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κινητοποίηση των μουσουλμάνων. Τρίτον, η προώθηση μιας ενότητας βασισμένης στο θρησκευτικό δόγμα, με την εμφάνιση ιδεολογικών παραμέτρων –εκτός των πολιτικών και στρατιωτικών– που έχουν ιδιαίτερη ουσιαστική και συμβολική σημασία για τους μουσουλμάνους.
Κατά τον Μπιν Λάντεν, η σύγκρουση με τη Δύση επεκτείνεται σε περισσότερα από είκοσι μέτωπα, σε παγκόσμια κλίμακα:
• Το Ιράκ αποτελεί το κεντρικό μέτωπο, με ειδικότερο επίκεντρό του την περιοχή της Βαγδάτης.
• Το Αφγανιστάν εξακολουθεί να είναι ανοικτό μέτωπο, στο οποίο η Αλ Κάιντα αντιπαρατίθεται με το ΝΑΤΟ.
• Η Δύση βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με το «έθνος μας» (το έθνος προσδιορίζεται σαν το σύνολο του Ισλάμ), που παίρνει τη μορφή «σταυροφορίας».
• Μια από τις εκδηλώσεις αυτής της σταυροφορίας είναι η στάση που κρατά η Δύση απέναντι στη Χαμάς, απορρίπτοντας τη διά εκλογής επιλογή του παλαιστινιακού λαού.
• Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι ένας χώρος σύμπραξης «των σταυροφόρων με τον παγανιστικό βουδισμό» – προφανώς η Κίνα αντιπροσωπεύει το βουδισμό, κατά την άποψή του.
• Οι μαχητές του Ισλάμ πρέπει να αντισταθούν σε κάθε προσπάθεια της Δύσης να αποκόψει το Νταρφούρ από το υπόλοιπο Σουδάν.
• Ο αγώνας του Ισλάμ συνεχίζεται στην Τσετσενία.
• Οι μουσουλμάνοι θα συνεχίσουν τον αγώνα τους στη Βοσνία.
• Δεν μπορεί να κλείσει για το Ισλάμ το μέτωπο του Ανατολικού Τιμόρ.
• Το Κασμίρ εξακολουθεί να είναι χώρος επέμβασης για τους μουσουλμάνους.
• Θάνατος στον «λακέ του Μπους στο Πακιστάν» Περβέζ Μουσάραφ, και ανατροπή του καθεστώτος του.
• Ο βασιλιάς Αμπντάλα της Σαουδικής Αραβίας είναι υπόλογος «για υποτακτικότητα και εξευτελισμό».
• Ο παγκόσμιος πόλεμος που βρίσκεται σε εξέλιξη δεν είναι μια «σύγκρουση των πολιτισμών», αλλά μια «επίθεση του δικού τους πολιτισμού ενάντια στον δικό μας πολιτισμό».
• Οι λαοί της Δύσης είναι εξίσου ένοχοι με τους ηγέτες τους, γιατί «ο πόλεμος αποτελεί κοινή ευθύνη των λαών και των κυβερνήσεων».
• Δεν υπάρχει περιθώριο για διάλογο με τη Δύση στο βαθμό που έχει απορρίψει τις προτάσεις της Αλ Κάιντα για «εκεχειρία».
• Η Γαλλία είναι ένοχη για την απαγόρευση της μαντίλας στα σχολεία.
• Εξακολουθεί να ισχύει η ποινή του συγγραφέα Σαλμάν Ρουσντί στο βαθμό που παραμένει «άπιστος».
• Δεν μπορεί να υπάρξει συγγνώμη για τα δανέζικα σκίτσα του προφήτη Μωάμεθ· οι υπεύθυνοι πρέπει «τιμωρηθούν» με την αρμόζουσα στην περίπτωση ποινή.
• Αν και δεν αναφέρεται, παρά μόνο εμμέσως, η Αίγυπτος παραμένει ένα μέτωπο πολέμου για την Αλ Κάιντα.
• Το σημείο αφετηρίας εξακολουθεί να είναι η 11η Σεπτεμβρίου 2001, η επονομαζόμενη «κατάκτηση του Μανχάταν», επομένως οι ΗΠΑ συνεχίζουν να αποτελούν μόνιμο στόχο της οργάνωσης.
Το αποκαλούμενο από πολλούς αναλυτές μανιφέστο του Μπιν Λάντεν χαρακτηρίζεται από θρησκευτική απολυτότητα. Τα πάντα προβάλλονται με όρους προστασίας του «μονοθεϊσμού» της μουσουλμανικής θρησκείας, και η τάση αυτή αντανακλάται και στο στρατιωτικό δόγμα της Αλ Κάιντα.
Το τελευταίο, χωρίς να αναφέρεται άμεσα από τον Μπιν Λάντεν, όπως είχε συμβεί σε άλλες περιπτώσεις είναι εύκολο να ανασυσταθεί από τα συμφραζόμενα του. Όσον αφορά τη θρησκευτική βάση του δόγματος, υπάρχουν δύο άξονες. Ο πρώτος αναφέρεται στην «πλήρη νίκη» και αντανακλά τη θρησκευτική απολυτότητα. Ο δεύτερος υποδεικνύει τη «συλλογική συμμετοχή» των μουσουλμάνων, που αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση κάθε στρατιωτικής στρατηγικής του Ισλάμ.
Η στρατιωτική βάση του δόγματος διαμορφώνεται: πρώτον, από την προώθηση ενός παρατεταμένου «πολέμου απωλειών»· δεύτερον, από «τη γνώση του πολέμου του εχθρού»· τρίτον, από την ψυχολογική/θρησκευτική «προετοιμασία των μαχητών»· τέταρτον, από την ευελιξία που θα οδηγήσει στην «πολιτική των χιλίων πληγμάτων»· πέμπτο, από «την αποφυγή των σκληρών στόχων» και την εξουθένωση του εχθρού.
Το στρατιωτικό δόγμα της Αλ Κάιντα εμπεριέχει, χωρίς να το αναφέρει, και τη χρησιμοποίηση των μέσων μαζικής επικοινωνίας της Δύσης. Οι κινήσεις του ίδιου του Οσάμα Μπιν Λάντεν είναι η επιτομή της επιτυχούς διασύνδεσης των «στρατιωτικών μέσων» και της επικοινωνιακής διάστασης του «πολέμου του Ισλάμ», που πρέπει να προωθούνται ταυτόχρονα. Αυτή η διασύνδεση έχει τη δική της, επιμέρους τακτική, που συνίσταται στη βασική αρχή: διασπορά των στρατιωτικών και άλλων συγκρούσεων –όπως προαναφέραμε, ο Μπιν Λάντεν αναπτύσσει τη θέση για είκοσι μέτωπα αντιπαράθεσης με τη Δύση– και ταυτόχρονα εστίαση της προσοχής των μίντια στον ίδιο τον Οσάμα Μπιν Λάντεν και σε έναν περιορισμένο αριθμό ηγετικών στελεχών της Αλ Κάιντα που αποτελούν τα σύμβολα της οργάνωσης. Οι στόχοι της επικοινωνιακής στρατηγικής της Αλ Κάιντα είναι η ανύψωση του ηθικού των μουσουλμανικών πληθυσμών, η «συμμετοχή των νέων στη μάχη» και η αύξηση της «υποστήριξης» από τους απανταχού της γης μουσουλμάνους.
Το αν η εμπλοκή των μουσουλμάνων σε όλες, σχεδόν, τις συγκρούσεις και τις κυριότερες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις που γεννούν οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες της Δύσης αποτελεί ένδειξη ισχύος, ή μια προσπάθεια του Οσάμα Μπιν Λάντεν να αναπτερώσει το ηθικό της οργάνωσής του (που βρίσκεται σε δύσκολη θέση, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης των ΗΠΑ), θα φανεί στο άμεσο μέλλον. Εξάλλου, σύμφωνα με τους εμπλεκόμενους –και εδώ φαίνεται να συμφωνούν η κυβέρνηση του Τζωρτζ Μπους και η Αλ Κάιντα– ο πόλεμος θα είναι μακροχρόνιος.