Του Χρήστου Μαζανίτη
Ξαφνικά, τις τελευταίες εβδομάδες έχουν εκλείψει από τα τουρκικά μέσα
ενημέρωσης οι αναφορές για τους S-400 ενώ και το αντιαμερικανικό μένος
βρίσκεται σε επικοινωνιακό λήθαργο.
Το καθεστώς Ερντογάν, πιστό στην πολιτική του κατευνασμού όταν θέλει να
αμβλύνει τις διαφορές και να επιτύχει όσο το δυνατόν περισσότερα ανταλλάγματα
ή κατά το δυνατόν να μετριάσει τις επιπτώσεις από την επιθετική ρητορική του,
ακολουθεί την ίδια συνταγή και με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Εν όψει της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στις 14 Ιουνίου, η Τουρκία φέρεται να
κάνει «κράτει» στον εναγκαλισμό με την Ρωσία, με τα μέσα ενημέρωσης να μην
αναφέρουν το παραμικρό για την ενεργοποίηση του συστήματος, ούτε βεβαίως για
την προμήθεια και νέας συστοιχίας, που όπως έχουν ανακοινώσει βρίσκονται πολύ
κοντά.
Ούτε, όμως και Τούρκοι αξιωματούχοι αναφέρουν το παραμικρό στον δημόσιο
διάλογο. Θα έλεγε κανείς ότι η λέξη «Ρωσία» είναι απαγορευμένη. Και δεν είναι
υπερβολή.
Αποκωδικοποιώντας την Τουρκία
Σε μια προσπάθεια να δείξει η Άγκυρα ότι μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερη
ζημιά στις ΗΠΑ αν δεν υποκύψει στα «θέλω» της, προχώρησε σε μία –
χαρακτηριζόμενους από πολλούς ως φθηνή – κίνηση. Η Voice of America
επικαλούμενη αναλυτές δημοσίευσε πληροφορίες κατά τις οποίες η Τουρκία
φέρεται να παγώνει τις στρατιωτικές προμήθειες από την Ρωσία μέχρι την
συνάντηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στην σύνοδο
του ΝΑΤΟ.
Ωστόσο, εδώ υπάρχουν δύο παράδοξα. Το πρώτο είναι ότι δεν έχει κλειστεί
κανένα ραντεβού, ή τουλάχιστον δεν έχει επιβεβαιωθεί κάτι τέτοιο επίσημα από
την αμερικανική πλευρά. Το δεύτερο ότι οι ΗΠΑ ήδη έχουν προχωρήσει σε σειρά
κυρώσεων, όπως η απαγόρευση εξαγωγών οπλικών συστημάτων και βέβαια η
αποπομπή από το πρόγραμμα των F-35.
Η αποκωδικοποίηση αυτής της συμπεριφοράς της Τουρκίας δεν είναι δύσκολη. Την
απάντηση δίνει ο ίδιος ο σύμβουλος του Ερντογάν Μεσούτ Κασίν, ο οποίος
παραθέτει ένα εκβιαστικό δίλημμα σε μια απέλπιδα προσπάθεια να γλιτώσει η
Τουρκία τα χειρότερα. Σε δηλώσεις του στην Voice of America λέει
χαρακτηριστικά: «Χρειαζόμαστε 200 μαχητικά αεροσκάφη, αλλά αν οι ΗΠΑ δεν μας
τα δώσουν, μπορούμε τότε να στραφούμε στη Ρωσία και να τα αγοράσουμε από
εκεί». Θα έλεγε κανείς ότι η Τουρκία προσπαθεί να εκβιάσει την συνάντηση
Ερντογάν – Μπάιντεν αλλά και να προκαταλάβει τα αποτελέσματα αυτής,
οριοθετώντας το πλαίσιο των διαπραγματεύσεων.
Με απλά λόγια, η Τουρκία λέει στις ΗΠΑ ότι ή δέχεται το καθεστώς ως έχει
διαμορφωθεί με τους S-400 και από εδώ και πάρα προχωρούν από κοινού σε μία
επανεκκίνηση των σχέσεων θέτοντας ως δέλεαρ την απόκτηση των 200ων
μαχητικών, ύψους 16 δις ή χαράσσεται οριστικά μία κόκκινη γραμμή και πλέον
θα είναι η μόνη χώρα του ΝΑΤΟ που η «ρωσοποίηση» των οπλικών του συστημάτων
θέτει εν κινδύνω την συνοχή της Συμμαχίας.
Ο «καλός πατερούλης»
Ο ίδιος ο Τούρκος Πρόεδρος από την μεριά του, αφήνει τους χαμηλόβαθμους
αξιωματούχους να κάνουν τη «βρώμικη» δουλειά, εμφανίζει εαυτό ως τον
διαλλακτικό ηγέτη, που μπορεί να συγχωρεί τα «στραβοπατήματα» του αμερικανού
προέδρου.
Χθες πραγματοποίησε τηλεδιάσκεψη με τους εκπροσώπους κορυφαίων αμερικανικών
εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία και που η αλήθεια είναι
αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό την παρουσία τους στην χώρα. Εταιρείες
κολοσσοί όπως οι Boeing, Amazon, Microsoft, Kellogg, PepsiCo, Coca-Cola,
Cisco, Procter & Gamble και Johnson & Johnson.
Σε αυτή την συνάντηση – που κάποιος θα την χαρακτήριζε ως πρελούδιο της
πολυπόθητης συνάντησης με τον Αμερικανό Πρόεδρο, ο Ταγίπ Ερντογάν έπαιξε τα
ρέστα του. Από τη μία τόνισε πόσο απαραίτητη είναι η Τουρκία για τις
εταιρείες αυτές, αφού η χώρα αποτελεί μία μεγάλη αγορά και από την άλλη
έδωσε έμφαση στο γεγονός ότι μπορεί να αυξηθεί ο όγκος των οικονομικών
συναλλαγών στα 100 δις.
Έδειξε να βάζει νερό στο κρασί του για την αναγνώριση της γενοκτονίας των
Αρμενίων, τονίζοντας ότι “Η δήλωση του Μπάιντεν σχετικά με τα γεγονότα του
1915 επιβάρυνε τις σχέσεις μας, αλλά είμαι πεπεισμένος ότι η συνάντηση που
θα έχουμε στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ θα σηματοδοτήσει μια νέα εποχή”.
Τα σενάρια που μπορούν να γραφούν είναι πολλά. Ωστόσο φαίνεται ότι η 14η
Ιουνίου θα είναι η ημερομηνία – ορόσημο όχι μόνο για τις σχέσεις Τουρκίας –
ΗΠΑ αλλά και για τις σχέσεις Τουρκίας – ΝΑΤΟ.
Κι αυτό διότι είναι πολλοί εκείνοι που πλέον χάνουν την υπομονή μαζί της.
Πολωνία, Λιθουανία και Λετονία δεν κρύβουν τον εκνευρισμό τους για το τελικό
κείμενο που δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο του ΝΑΤΟ για την υπόθεση της
Λευκορωσίας και την σύλληψη του δημοσιογράφου που ασκούσε δριμεία κριτική
στην κυβέρνηση. «Αρκετοί σύμμαχοι ήταν ιδιαίτερα εκνευρισμένοι με την
Τουρκία. Ήταν σημαντικό για το ΝΑΤΟ να αντιδράσει και δεν είναι σαφές γιατί
η Άγκυρα επιθυμούσε να υπερασπιστεί τον Λουκασένκο», ανέφερε Ευρωπαίος
διπλωμάτης που ήταν παρών στη συζήτηση, την μαρτυρία του οποίου επικαλείται
το πρακτορείο Reuters σε δημοσίευμά του.