Επανέρχομαι στο θέμα των Ενόπλων Δυνάμεών μας. Είναι σκόπιμο να γίνει μια
σύντομη ανασκόπηση σχετικά με τις εξελίξεις των τελευταίων μηνών γύρω από το
θέμα αυτό.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΑΣΚΑΡΙΔΗΣ*
Η περίοδος αυτή, ας την ορίσουμε από την αρχή του περασμένου χρόνου μέχρι
σήμερα, μπορεί να χαρακτηριστεί από αρκετά θετικά σημεία και μερικά
ανησυχητικά και αρνητικά. Στα θετικά μπορούμε να προσμετρήσουμε κατά σειράν τα
εξής:
• Την κραταιά και επιτυχημένη αντίδραση των χερσαίων δυνάμεών μας κατά τα
γεγονότα του Εβρου τον Μάρτιο του 2020 και τις συνεπακόλουθες αποφάσεις
κατασκευής του φράχτη και των λοιπών οχυρώσεων και εξοπλισμού της μεθορίου
στον Εβρο.
• Τη συνεχή ισχυροποίηση και επαγρύπνηση του Ναυτικού και του Λιμενικού μας
Σώματος στα θαλάσσια σύνορα του Ανατολικού Αιγαίου και τον περιορισμό των
μεταναστευτικών ροών, παρά τη λυσσαλέα προσπάθεια της τουρκικής πλευράς –
ιδιωτικής και κυρίως κρατικής.
• Τη μέγιστη και άριστη κινητοποίηση και επιχείρηση του Πολεμικού Ναυτικού
(και της Πολεμικής Αεροπορίας), κατά τη μεγάλη κρίση του Αυγούστου του
περασμένου χρόνου.
Θεωρώ ότι αξίζει να αναφερθούμε αναλυτικότερα στη συμβολή του Πολεμικού μας
Ναυτικού στην περίοδο αυτή. Η ταχύτατη κινητοποίηση, η άριστη διακλαδική
συνεργασία, οι επιχειρήσεις των πλοίων, η ανταπόκριση των ψυχωμένων
αξιωματικών και πληρωμάτων του συνόλου του στόλου που έλαβε μέρος στην
επιχείρηση ήταν άξια θαυμασμού για έναν στόλο παλαιό, που επί χρόνια δεν είχε
αναλάβει τέτοιας τεράστιας εκτάσεως κινητοποίηση, που έμεινε μακριά από τις
βάσεις του για εβδομάδες και που στάθηκε αξιοπρεπέστατα απέναντι σε έναν
μεγαλύτερο αντίπαλο, που επιχειρούσε δίπλα στους ναυστάθμους του, με νέα πλοία
και άριστη υποδομή. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ο στόλος μας και η αεροπορία μας
κατέδειξαν ότι υπερέχουν αισθητά των αντιπάλων μας σε τακτική πολέμου και
εκπαίδευση. Αξίζει ένα τεράστιο εύγε σε όλους όσοι αναμείχθηκαν σε αυτό το
εγχείρημα, από αρχηγούς και ναυάρχους μέχρι τον τελευταίο ναύτη. Μας έκαναν
όλους υπερήφανους και κυρίως μας εξασφάλισαν το αίσθημα ότι μπορούμε να
κοιμόμαστε ήσυχα.
Με αφορμή τα επεισόδια του καλοκαιριού, ο στόλος μας συνέχισε να βελτιώνεται
και η κυβέρνηση κατάλαβε ότι τα πλοία χρειάζονται φροντίδα, χρήματα και υλικό.
Ετσι, μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι σήμερα ο στόλος μας, και πολλοί από
εμάς το γνωρίζουν αυτό από πρώτο χέρι, είναι σε καλύτερη κατάσταση από όταν
κλήθηκε να αντιμετωπίσει το βαρύ φορτίο της κρίσης του καλοκαιριού του 2020.
Με αφορμή αυτά τα γεγονότα και το γεγονός ότι με την Τουρκία «τον αράπη και αν
τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς», επιτέλους η πολιτεία κατάλαβε ότι με αυτά
τα πράγματα δεν παίζουμε, και έτσι, ύστερα από πολλές διαβουλεύσεις, ανήγγειλε
ένα μεγάλο νέο εξοπλιστικό πρόγραμμα. Νέες φρεγάτες, ενδιάμεσα πλοία, βαρέος
τύπου τορπίλες, νέα μαχητικά αεροπλάνα και άλλοι εξοπλισμοί, οι οποίοι
αναμένεται να υλοποιηθούν σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα και να ενισχύσουν τις
Ενοπλες Δυνάμεις μας.
Θα αναρωτηθεί κανείς: «Είναι αρκετοί αυτοί οι εξοπλισμοί;». Η απάντηση είναι
ότι είναι αναμφίβολα μια καλή αρχή, αλλά σίγουρα δεν είναι το σύνολο αυτών που
απαιτούνται. Και εξηγούμαι: και ο αφελέστερος παρατηρητής, και σίγουρα ο
ελληνικός λαός που διαθέτει ακαταμάχητη διαίσθηση, κατανοεί ότι η απειλή της
Τουρκίας δεν είναι μόνο καπρίτσιο του Ερντογάν.
Είναι μια βαθύτερη, διαχρονική επιθετικότητα, σύμφυτη στην τουρκική
ψυχοσύνθεση και ιδεολογία, για να μην αναφερθούμε στις νεοϊμπεριαλιστικές
κινήσεις, που απλά επαναλαμβάνουν όλα τα αισχρά που έχουμε δει στην «ένδοξη»
αυτοκρατορική περίοδό της. Ευτυχώς σίγησαν οι πολλές φωνές των δήθεν
διανοούμενων καθηγητών και αναλυτών μας που προέτρεπαν την πολιτεία να «τα
βρει» με την Τουρκία με διάφορα ανόητα επιχειρήματα του τύπου «πρέπει να
ζήσουμε μαζί» κ.λπ.
Στα αρνητικά της τελευταίας περιόδου πρέπει όμως να συγκαταλεχθούν η
πολυσυζητημένη αλλαγή του νόμου για τις δημόσιες προμήθειες, στην οποία
συμπεριλαμβάνονται και οι προμήθειες των Ενόπλων Δυνάμεων (αλλαγή του
περιώνυμου και καταστροφικού νόμου Βενιζέλου), που έγινε πρόσφατα, αλλά δεν
έλυσε το τεράστιο πρόβλημα της δυσλειτουργίας του νόμου αυτού. Ο νόμος αυτός
σε πάμπολλες περιπτώσεις είναι ενάντιος στο Σύνταγμα, που προστάζει ότι κάθε
Ελληνας είναι υπεύθυνος για την άμυνα της πατρίδας.
Οι καρεκλοκένταυροι των επιτροπών, του Ελεγκτικού Συμβουλίου, του Νομικού
Συμβουλίου του Κράτους, που καθυστερούν την έγκριση συμβάσεων για υλικό, όπλα
και εξοπλισμούς απολύτως αναγκαίους για τις Ενοπλες Δυνάμεις μας, δεν εκτελούν
το καθήκον τους – γίνονται ύποπτοι για πράξεις εθνικής προδοσίας.
Ενα δεύτερο αρνητικό είναι η αναγγελία των νέων προγραμμάτων και η πρόκληση
μεγάλου εντυπωσιασμού για αυτά. Πρέπει όμως να υπολογιστεί ότι η παράδοση
αυτών των όπλων θα είναι μακροχρόνια και όχι άμεση. Στο άμεσο διάστημα, πρέπει
να αντεπεξέλθουμε με αυτά που διαθέτουμε και συνεπώς, το επαναλαμβάνω για
πολλοστή φορά, πρέπει να ενισχυθούν άμεσα οι λειτουργικοί προϋπολογισμοί και
οι εκταμιεύσεις για τη συντήρηση, επισκευή, αναβάθμιση και διατήρηση σε άριστη
κατάσταση των υπαρχόντων πλοίων και του υπάρχοντος εξοπλισμού. Τι να τις
κάνουμε τις φρεγάτες και τα αεροπλάνα σε 3 – 4 χρόνια, όταν ίσως το φετινό
καλοκαίρι έχουμε τα ίδια επεισόδια με το περασμένο;
Το ερώτημα είναι: «Ολα αυτά είναι αρκετά;». Η απάντηση είναι: «Οχι, δεν
είναι». Γιατί δεν είναι; Γιατί ναι μεν η Τουρκία γνωρίζει πια ότι οι Ελληνες
δεν παίζουν, αλλά γνωρίζουν επίσης οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις υπερτερούν
μεν σε ηθικό και εκπαίδευση, αλλά υστερούν σε αριθμούς, δεν έχουν το μέγεθος
και τη δύναμη να επιφέρουν καταστροφικά πλήγματα κατά της ίδιας, εάν αυτό, ο
μη γένοιτο, ποτέ απαιτηθεί.
Πρέπει να δούμε την αλήθεια κατάματα και να καταλάβουμε επιτέλους ότι η
Τουρκία ένα και μόνο ένα πράγμα πρόκειται να φοβηθεί: μια Ελλάδα με Ενοπλες
Δυνάμεις με μέγεθος ικανό να τη συντρίψουν. Οχι απλά «να τα βγάλει πέρα» σε
μια κρίση! Αν συνέβαινε αυτό, θα είχαμε και εμείς άλλη προσέγγιση και προς την
εχθρική Ευρώπη, που συνεχώς κλείνει το μάτι στην Τουρκία, και προς τις
Ηνωμένες Πολιτείες και κυρίως προς την ίδια την Τουρκία, η οποία δεν θα σήκωνε
τα αεροπλάνα της κάθε μέρα για να παραβιάσει τον εναέριο χώρο της πατρίδας
μας, εάν αντί για ένα και δύο δικά μας καταδιωκτικά, έβλεπε απέναντι στα δικά
της 12 ή 24 δικά μας.
Εχει φανταστεί η κυβέρνηση ποια θα ήταν η πολιτική της Τουρκίας εάν η Ελλάδα
είχε 50 μαχητικά πέμπτης γενιάς επιπλέον και άλλες έξι (πέραν των
παραγγελθέντων ήδη) νέες φρεγάτες και άλλα τέσσερα μοντέρνα υποβρύχια
πλαισιωμένα από επιπλέον ικανό αριθμό άλλων ελαφρότερων μονάδων; Ολος ο
ελληνικός λαός το ξέρει: θα έβαζε την ουρά στα σκέλια! Πώς είναι δυνατόν να
μην το ξέρει η κυβέρνηση;
Θα μου πείτε ότι αυτά δεν γίνονται για λόγους οικονομικούς. Απαντώ:
«Σαχλαμάρες». Δεν γίνονται αυτά, αλλά γίνονται τα επιδόματα δισεκατομμυρίων
κάθε χρόνο για ψηφοθηρικούς λόγους. Δεν γίνονται αυτά, αλλά τα δισεκατομμύρια
έχουν γίνει μαρουλόφυλλα και ο ελληνικός λαός σκύβει το κεφάλι μην τον πετύχει
κανένα δισεκατομμύριο από αυτά που πετάνε από εδώ και από εκεί.
Για μεγαλύτερη ακρίβεια, με επιπλέον 15 δισ. ευρώ –σταγόνα στον ωκεανό μπροστά
στο ελληνικό χρέος, δημόσιο και ιδιωτικό (άνω των 600 δισ.), μπροστά στους
προϋπολογισμούς αρκετών ετών, μπροστά σε διάφορα προγράμματα ΕΣΠΑ, «Ανάκαμψης»
κ.λπ.– μπορούμε να εξοπλίσουμε την πατρίδα και να την κάνουμε «αστακό» και ο
Ερντογάν και οι επίδοξοι διάδοχοί του να χάσουν αυτοί τον ύπνο τους και όχι
εμείς να σερνόμαστε μια στις Βρυξέλλες και μια στην Ουάσιγκτον και να
παρακαλάμε να τους πάρουμε καμιά καλή κουβέντα.
Οποια κυβέρνηση το κάνει αυτό θα μείνει στην Ιστορία ως αυτή που αντιμετώπισε
την εξ Ανατολών απειλή. Το θέμα όμως αξίζει να συζητηθεί αρκετά ακόμη και ίσως
χρειαστεί να επανέλθουμε.
* Ο δρ Παναγιώτης Κ. Λασκαρίδης είναι υποναύαρχος Π.Ν. επί τιμή, CΕng,
FIMechE, FIMarE, FRINA, FSNAME, RCNC.