Οι ασάφειες για την Ομοσπονδιακή Αστυνομία, η νέα δύναμη που θα αντικαθιστούσε την UNFICYP και πώς οι Αττίλες θα ντύνονταν Τουρκοκύπριοι αστυνομικοί.
Γράφει ο Δρ Λάμπρος Γ. Καούλλας
έρσι τέτοιο καιρό, η στήλη ανέλυσε το πώς θα ήταν Αστυνομία και Στρατός σε περίπτωση που περνούσε το ΝΑΙ στο Δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004 (βλ. «Σημερινή», 03/05/2020, «Πώς θα ήταν Αστυνομία και Στρατός αν υπερψηφιζόταν το Σχέδιο Ανάν;»).
Όπως τονίσαμε τότε, κατά την επίμαχη περίοδο δεν αποτέλεσε μείζον θέμα στον δημόσιο διάλογο η εξέλιξη και η δομή των Σωμάτων Ασφαλείας, τόσο σε επίπεδο συνιστώντων κρατιδίων, όσο και σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Οι Αστυνομίες θα ήταν ο μόνος θεσμός που θα κατείχε το έννομο «μονοπώλιο της βίας» και θα έπαιζαν κεντρικό ρόλο στην εγκαθίδρυση «μιας νέας τάξης πραγμάτων στην Κύπρο», όπως ανέφερε και το ερώτημα του Δημοψηφίσματος.
Στο σημερινό σημείωμα, 17 χρόνια από την επέτειο του ΟΧΙ, και ως συμπλήρωμα του περσινού μας άρθρου, εξετάζουμε τις πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν από το Γραφείο Τύπου & Πληροφοριών και την εφημερίδα «Σημερινή» αναφορικά με την Ομοσπονδιακή Αστυνομία, την Κοινή Υπηρεσία Πληροφοριών, τις Αστυνομίες των συνιστώντων κρατιδίων και τη νέα δύναμη που θα αντικαθιστούσε την UNFICYP.
Προετοιμασίες για τη νέα αστυνομική τάξη πραγμάτων
Καθώς πλησιάζουμε προς το Δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2004, το ζήτημα του ομοσπονδιακού μέλλοντος αρχίζει να απασχολεί περισσότερο την ηγεσία της Αστυνομίας Κύπρου, αλλά και τους απλούς αστυνομικούς.
Την Μεγάλη Τετάρτη, 7 Απριλίου, έγινε έκτακτη σύσκεψη της ηγεσίας της Δύναμης με τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα Πέτρο Κληρίδη με αντικείμενο συζήτησης το «καυτό» αυτό θέμα. Σε δηλώσεις του, ο κ. Κληρίδης «απέφυγε επιμελώς να συγκεκριμενοποιήσει τα προβλήματα, παρά το γεγονός ότι αποκάλυψε την ύπαρξή τους. Ωστόσο, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι τα προβλήματα είναι αρκετά σοβαρά». Ο τότε Αρχηγός Αστυνομίας, Τάσος Παναγιώτου, «επισήμανε ότι, με βάση το Σχέδιο Ανάν, στην Κύπρο θα υπάρχουν τρία ξεχωριστά αστυνομικά Σώματα και μια ανεξάρτητη υπηρεσία. Όπως είπε, η Κυπριακή Αστυνομία, που αυτήν τη στιγμή αριθμεί 4.600 μέλη, θα αποτελέσει τη Δύναμη του ελληνοκυπριακού συνιστώντος κρατιδίου, ενώ η ψευδοαστυνομία, που αριθμεί 1800 μέλη, θα έχει υπό την ευθύνη της την ασφάλεια του τουρκοκυπριακού συνιστώντος κρατιδίου. Ταυτόχρονα, όμως, με βάση το νέο καθεστώς, θα συσταθεί η Αστυνομία του Ομοσπονδιακού κράτους. Σ’ αυτή θα συμμετέχουν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι αστυνομικοί σε πλήρη ισοδυναμία. Πρόσθετα, ως αποτέλεσμα θετικής απάντησης στα δημοψηφίσματα θα είναι και η σύσταση Μεικτής Υπηρεσίας Ερευνών» (Σημερινή, Γιώργος Μιχαηλίδης, 08/04/2004).
Χαρακτηριστικός της προχειρότητας της ετοιμασίας του Σχεδίου για ένα τόσο σημαντικό θέμα, όπως αυτό της εσωτερικής ασφάλειας, ήταν και ο τρόπος που καταρτίστηκαν οι λίστες για τη Ομοσπονδιακή Αστυνομία, λίγες μόνο μέρες πριν από το δημοψήφισμα.
Ο Πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος ζήτησε να ετοιμαστούν οι λίστες που θα διαβιβαστούν στον ΟΗΕ στις Βρυξέλλες για την Αστυνομία. Σε μια «κίνηση αιφνιδιασμού», το πρωί της 16ης Απριλίου καλεί με επείγον τηλεφώνημα την ηγεσία της Αστυνομίας στο Προεδρικό Μέγαρο. Μετέβησαν ο Αρχηγός Τάσος Παναγιώτου, ο Υπαρχηγός Χαράλαμπος Κουλέντης και ο Βοηθός Αρχηγός Γεώργιος Παναγιώτου, «ο οποίος ως γνωστόν ανέλαβε την ευθύνη για τις προπαρασκευαστικές διεργασίες της λύσης του Κυπριακού με βάση το σχέδιο Ανάν και τα της ένταξής μας στην ΕΕ». Ο Τάσσος, αφού ενημερώθηκε για τις προεργασίες που έγιναν, κάλεσε την Αστυνομία να ετοιμάσει και να διαβιβάσει στις Βρυξέλλες το αργότερο έως τα μεσάνυκτα τον κατάλογο με τα ονόματα των 1000 και πλέον αστυνομικών που πρόκειται να στελεχώσουν την Ομοσπονδιακή Αστυνομία. Παρόμοιες οδηγίες δόθηκαν, στο μεταξύ, στον Υπαρχηγό της Εθνικής Φρουράς, Φοίβο Κλόκκαρη, αλλά και στη Δημόσια Υπηρεσία.
«Της σύσκεψης στο Προεδρικό ακολούθησε τότε μια άνευ προηγουμένου κινητοποίηση στο Αρχηγείο της Αστυνομίας. Τα τηλέφωνα στο Κέντρο Κρίσεως πήραν κυριολεκτικά φωτιά. Για τις εξελίξεις ενημερώθηκαν άμεσα άπαντες οι Αστυνομικοί Διευθυντές, ενώ τα στελέχη των διαφόρων υπηρεσιών και τμημάτων που χειρίζονται τις λίστες του προσωπικού κλήθηκαν να παραμείνουν σε ετοιμότητα καθ’ όλο το 24ωρο και όπως μη απομακρυνθούν εκτός Λευκωσίας, αφού ίσως να εκαλούντο εκτάκτως στο Αρχηγείο», έγραφε ο Κώστας Σάββα στη «Σημερινή» (17/04/2004).
Και συνέχιζε το δημοσίευμα: «Ο καταρτισμός του καταλόγου που θα περιλαμβάνει, σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, πέραν των 350 αξιωματικών, συνεχιζόταν μέχρι αργά το βράδυ, χωρίς κανείς τρίτος να γνωρίζει τι ακριβώς γινόταν πίσω από την πόρτα ασφαλείας του Κέντρου Κρίσεως. Ενδεικτικό της μυστικοπάθειας ήταν και το γεγονός ότι, κανένας από τους αστυνομικούς δεν ήταν σε θέση να πει με βεβαιότητα κατά πόσον θα εκαλείτο να απαντήσει θετικά ή αρνητικά σε ενδεχόμενη μετακίνησή του στην Ομόσπονδη Αστυνομία».
Την ίδια περίοδο, ετοιμαζόταν από τον Βοηθό Αρχηγό Επιχειρήσεων Σωτήρη Χαραλάμπους και ειδικό σχέδιο για τη δράση της Αστυνομίας σε ενδεχόμενη υπερψήφιση του Σχεδίου Ανάν. Στο σχέδιο, θα υπήρχαν πρόνοιες για όλα τα στάδια της μεταβατικής περιόδου, με ιδιαίτερη βαρύτητα στην αστυνόμευση των κατεχόμενων περιοχών που θα παραδίδονταν στο ελληνοκυπριακό συνιστών κρατίδιο (Σημερινή, 17/04/2004).
Ο διορισμός Ομοσπονδιακού Αρχηγού και Υπαρχηγού θα γινόταν από το Προεδρικό Συμβούλιο. Η Ομοσπονδιακή Αστυνομία εκτιμάται πως θα αποτελείτο από τα 1500 άτομα (750 Ελληνοκύπριοι, 750 Τουρκοκύπριοι). Σύμφωνα με τον κ. Τάσο Παναγιώτου, αυτή θα είχε την ευθύνη ελέγχου λιμανιών και αεροδρομίων και στις δύο πλευρές και έτσι στην τελική της μορφή θα στελεχωνόταν από 1924 αστυνομικούς. Η δε Κοινή Υπηρεσία Ερευνών θα αριθμούσε 600 άτομα (200 Ελληνοκύπριοι, 200 Τουρκοκύπριοι, 200 Ομοσπονδιακοί).
Ο τότε Αρχηγός υπογράμμισε πως η Αστυνομία με το ν’ αποσπάσει 962 μέλη της, 650 στην Ομοσπονδιακή Αστυνομία, 300 στην Κοινή Υπηρεσία Ερευνών και 12 στην Μονάδα Οικονομικού Εγκλήματος, σε αναλογία 50-50 με τους Τουρκοκύπριους, σημαίνει ότι είχε τη δυνατότητα να το πράξει αλλά θα δημιουργούνταν προβλήματα για τη στελέχωση της Αστυνομίας του ελληνοκυπριακού συνιστώντος κράτους («Σημερινή», Κώστας Σάββα, 20/04/2004).
Το ΟΧΙ των Κυπρίων αστυνομικών
Η «Σημερινή» έγραψε πως είχε ξεσπάσει «θύελλα αντιδράσεων» στις τάξεις της Αστυνομίας μετά την υποβολή του καταλόγου με τα ονόματα όσων κλήθηκαν να στελεχώσουν την Ομοσπονδιακή Αστυνομία και την Κοινή Υπηρεσία Ερευνών, με τη συντριπτική πλειοψηφία να δηλώνουν κατηγορηματικά “ΟΧΙ” στη μεταπήδηση, αφού ουσιαστικά δεν υπήρχε πουθενά σαφής αναφορά ως προς τα δικαιώματα, ωφελήματα και όρους υπηρεσίας τους.
Συγκεκριμένα, της σύσκεψης στο Προεδρικό ακολούθησαν τότε διαβουλεύσεις επί διαβουλεύσεων στο Αρχηγείο της Αστυνομίας, οι οποίες και διήρκεσαν μέχρι τα μεσάνυκτα, οπότε πλέον ο κατάλογος διαβιβάστηκε με τηλεομοιότυπο στα Ηνωμένα Έθνη στις Βρυξέλλες, όπως άλλωστε ήταν και η δέσμευση που ανέλαβε η Κυπριακή Δημοκρατία. Στον πολυσέλιδο κατάλογο, σύμφωνα την «Σημερινή», περιλαμβάνονται «συνολικά 950 ονόματα, από τα οποία οι 160 περίπου είναι αξιωματικοί και οι 790 λοχίες και απλοί αστυνομικοί».
Η κλήτευση έγινε στις 17 Απριλίου, με τη συντριπτική πλειοψηφία να δηλώνουν «ΟΧΙ», διότι στο σχετικό έντυπο που τους δόθηκε να υπογράψουν «δεν διευκρινίζονται οι όροι υπηρεσίας, τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα και τα κεκτημένα τους δικαιώματα» (Σημερινή, 18/04/2004).
Τελικά, από τους 400 αστυνομικούς, οι 385 αρνήθηκαν να στελεχώσουν την Ομοσπονδιακή Αστυνομία. Ο Αρχηγός Τάσος Παναγιώτου απέδωσε το αστυνομικό «ΟΧΙ» «στο γεγονός ότι δεν υπάρχει διασφάλιση των όρων εργασίας, δικαιωμάτων και ωφελημάτων τους στο υφιστάμενο Σχέδιο» και πως «δεν είναι εύκολο πράγμα να λαμβάνει κάποιος αποφάσεις υπό το πρίσμα άγνωστων πτυχών και αμφιβολιών».
Την επόμενη μέρα, η «Σημερινή» (21/04/2004) χαρακτήρισε ως «ηφαιστειακή έκρηξη» το μαζικό «ΟΧΙ» των αστυνομικών, αφού μόνο 40 από τους 962 απάντησαν θετικά για μετάταξη στην Ομοσπονδιακή Αστυνομία σε περίπτωση λύσης. Ο τότε Υπουργός Δικαιοσύνης & Δημοσίας Τάξης, Δώρος Θεοδώρου, ανέφερε πως ήταν δικαιολογημένες οι αντιδράσεις των αστυνομικών, αφού τα ΗΕ δεν διευκρίνισαν το καθεστώς εργοδότησής τους. Στο κατάλογο περιλαμβάνονταν και αστυνομικοί της Προεδρικής Φρουράς, οι οποίοι θα αναλάμβαναν την προστασία του Ελληνοκύπριου Συμπροέδρου. Η Ομόσπονδη Αστυνομία θα είχε 4 Βοηθούς Αρχηγούς, 2 Ελληνοκύπριους και 2 Τουρκοκύπριους, ενώ 4 Βοηθούς Αρχηγούς θα είχε και η Ελληνοκυπριακή Αστυνομία.
Στις κατηγορίες των υποστηρικτών του ΝΑΙ πως ασκήθηκε πίεση στους αστυνομικούς να πουν ΟΧΙ, ο Τάσσος Παπαδόπουλος ανέφερε πως τα δικαιώματά τους, μαζί με αυτά των δημοσίων υπαλλήλων, δεν είχαν διασφαλιστεί στο νέο κράτος που θα προέκυπτε, «είτε με διαδοχή, μετεξέλιξη δηλαδή, είτε με την παρθενογένεση» και είχε από την 15η Μαρτίου 2004 εκφράσει γραπτώς το ζήτημα (ΓΤΠ, 22/04/2004).
Το πρωί της 21ης Απριλίου στάλθηκαν αιτήσεις σε άλλους 3.800 αστυνομικούς με διαφοροποιημένη επιστολή, διευκρινίζοντας πως τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα, τα κεκτημένα δικαιώματα, οι όροι υπηρεσίας και η μισθοδοσία δεν είχαν ακόμη διευκρινιστεί και καταβάλλονταν προσπάθειες για ξεκαθάρισμα του όλου σκηνικού με βάση τις πρόνοιες των ομοσπονδιακών νόμων. Ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Κύπρος Χρυσοστομίδης είπε πως και στα προηγούμενα σχέδια του ΓΓ δεν υπήρχαν οποιεσδήποτε διευθετήσεις για τους αστυνομικούς και η τελευταία είχε γίνει με επιμονή του Τάσσου Παπαδόπουλου. Η Ομοσπονδιακή Αστυνομία, αν περνούσε το ΝΑΙ, θα έπρεπε να στελεχωθεί και να αναλάβει δράση από την 1η Μαΐου 2004 («Σημερινή», Κώστα Σάββα, 22/04/2004).
Ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος είπε επίσης πως τα ΗΕ παρέδωσαν μόλις στις 22 Απριλίου στην ελληνοκυπριακή πλευρά «τροποποιημένους τους νόμους περί Δημόσιας Υπηρεσίας, περί Ομοσπονδιακής Αστυνομίας και περί Κοινής Αρχής Ερευνών» που «φαίνονται να διασφαλίζουν τα δικαιώματά» τους, μαζί με το συμπληρωμένο σύνταγμα τους ελληνοκυπριακού συνιστώντος κράτους, χωρίς να έχει ξεκαθαριστεί το ποιος θα αναλάβει το κόστος. Η ελληνοκυπριακή πλευρά είχε εγείρει τις αδυναμίες και τα κενά της νομοθεσίας μετά τέλος της Συνόδου της Λουκέρνης» (ΓΤΠ, 22/04/2004).
Η μετεξέλιξη της UNFICYP
Η UNFICYP θα μετεξελισσόταν σε μια νέα ειρηνευτική δύναμη, με σκοπό την επίβλεψη της λύσης. Κατά τα τελευταία στάδια της μεταβατικής περιόδου, όταν θα γίνονταν οι εδαφικές αναπροσαρμογές και θα παραχωρούνταν κατεχόμενα εδάφη στο ελληνοκυπριακό κρατίδιο, η UNPOL (United Nations Police) θα αναλάμβανε προσωρινά τη διοίκηση των περιοχών με πλήρεις εξουσίες. Θα είχε δικαίωμα να δίνει επιχειρησιακές οδηγίες στην τοπική αστυνομία και τοπικούς αξιωματούχους. Θα μπορούσε να απαγορεύει, αν έκρινε αναγκαίο, την παρουσία σε ορισμένους αξιωματούχους σε κάθε περιοχή.
Ο Εκπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, κ. Fred Eckhard, σε δηλώσεις του στη Νέα Υόρκη, αναφερόμενος στην έκθεση του Γενικού Γραμματέα στο Συμβούλιο Ασφαλείας, είπε: «Οι αποφάσεις τις οποίες καλείται το Συμβούλιο Ασφαλείας να πάρει εξαρτώνται από το αποτέλεσμα των δημοψηφισμάτων και θα είναι άκυρες εάν η Θεμελιώδης Συμφωνία δεν τεθεί σε ισχύ για οποιοδήποτε λόγο». Όσον αφορά τη νέα επιχείρηση του ΟΗΕ στο νησί, η εντολή της θα περιλάμβανε μεταξύ άλλων: Παρακολούθηση και επιβεβαίωση κατά πόσον τα μέρη συμμορφώνονται με τις πρόνοιες του Σχεδίου όσον αφορά την απόσυρση στρατευμάτων, τη διάλυση ντόπιων δυνάμεων και τις δραστηριότητες της Αστυνομίας. Θα απολάμβανε ελευθερία διακίνησης σε ολόκληρη τη νήσο (ΓΤΠ, 20/04/2004).
Η έκθεση του Kofi Annan προς το Συμβούλιο Ασφαλείας ανέφερε πως τη νέα δύναμη θα αποτελούσαν 2.500 στρατιώτες, περιλαμβανομένων 170 στρατιωτικών παρατηρητών, 330 μελών πολιτικής Αστυνομίας και δύο συγκροτημένων αστυνομικών μονάδων των 120 ανδρών εκάστη, καθώς και διεθνούς και επιτόπιου προσωπικού από τις δυο συνιστώσες πολιτείες. Η νέα δύναμη θα αναπτυσσόταν πλήρως σε διάστημα 90 ημερών από τη σύστασή της. Ο κ. Annan επεσήμαινε ότι «εάν το σχέδιο δεν εγκριθεί από τις δύο πλευρές στα δημοψηφίσματα, ή εάν οποιαδήποτε εγγυήτρια δύναμη δεν ολοκληρώσει τις διαδικασίες και έτσι δεν δύναται να υπογράψει τη Συνθήκη για Θέματα που Σχετίζονται με τη Νέα Τάξη Πραγμάτων στην Κύπρο μέχρι τις 29 Απριλίου, η Θεμελιώδης Συμφωνία θα είναι άκυρη και δεν θα έχει καμία νομική ισχύ» (ΓΤΠ, 20/04/2004).
Σημειώνεται πως υπήρξε και πρόταση για δημιουργία Ευρωπαϊκής Δύναμης. Σε σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών, ο Πρόεδρος των Νέων Οριζόντων Νίκος Κουτσού τόνισε ότι «θα πρέπει να προταχθεί η θέση του κ. Καραμανλή για κατάργηση του συστήματος των τριών εγγυητριών δυνάμεων και την παρουσία στο νησί Ευρωπαϊκής Δύναμης που θ’ αστυνομεύει και θα εγγυάται την εφαρμογή της λύσης και τη διατήρηση της ειρήνης» («Σημερινή», Γιάννος Χαραλαμπίδης, 13/03/2004).
Αττίλες ντυμένοι ως Τουρκοκύπριοι αστυνομικοί
Ο τότε ΥΠΕΞ, Abdullah Gul, ανέφερε στο «TRT2» (20/04/2004): «Όπως γνωρίζετε, το νησί θα αποστρατιωτικοποιηθεί. Το νησί δεν θα έχει στρατό. Θα έχει μόνο αστυνομικές δυνάμεις».
Σύμφωνα με άρθρο του Γιάννου Χαραλαμπίδη, ο Rauf Denktas ήθελε «να ντύσει τους Αττίλες αστυνομικούς μετά τη λύση» με το κόστος συντήρησης να το επωμίζονται οι Ελληνοκύπριοι μέσα από την κεντρική ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Ο Denktas ζήτησε όπως ο αριθμός των αστυνομικών ανά συνιστών κράτος να αυξηθεί: «Το Σχέδιο Ανάν προβλέπει 700 αστυνομικούς για κάθε συνιστών κράτος, συν 6 αστυνομικούς ανά χίλιους πολίτες για κάθε πλευρά. Ο κατοχικός ηγέτης αξιώνει 3.000 αστυνομικούς για κάθε συνιστών κράτος, συν 6 αστυνομικούς ανά χίλιους πολίτες».
Ο Πρόεδρος Τάσσος Παπαδόπουλος είχε «συνδέσει το θέμα της ασφάλειας με τους εποίκους, υποστηρίζοντας ότι αποτελούν απειλή, ιδιαίτερα εκείνοι που υπηρέτησαν ως αξιωματικοί, υπαξιωματικοί ή οπλίτες κατά την εισβολή ή αργότερα στις δυνάμεις του Αττίλα και τους δόθηκε παράνομα η υπηκοότητα του ψευδοκράτους. Η Κυβέρνηση εκτιμά ότι αν όχι όλοι, πολλοί από αυτούς θα μετατραπούν σε αστυνομικούς». Τις προτάσεις Denktas είχε στηρίξει και ο Mehmet Ali Talat. Ο ισχυρισμός πως ήταν αναγκαία η αύξηση της αστυνομικής δύναμης γινόταν «λόγω των 10 σημείων ελέγχου που θα υπάρχουν, όπως προνοεί το Σχέδιο Ανάν, στα σύνορα των δύο συνιστώντων κρατών» («Σημερινή», 11/03/2004).
Αναλυτικά, η πρόταση Denktas σήμαινε: «Αύξηση των αστυνομικών ενός εκάστου των συνιστώντων κρατιδίων από 700 συν 6 ανά χίλια πρόσωπα σε 3.000 συν 6 ανά χίλια πρόσωπα. Δηλαδή, ο συνολικός αριθμός στο τ/κ συνιστών κράτος θα είναι 4.200 (3000+1200) εάν λάβουμε υπόψη ότι, με τους εποίκους που θα μείνουν, ο πληθυσμός του θα φθάνει τις 200.000. Εάν σε αυτούς τους 4.200 προσθέσουμε τους 6.000 Αττίλες που θα παραμείνουν στο πλαίσιο της συνθήκης εγγύησης, ο αριθμός των ανδρών στα Σώματα Ασφαλείας του τ/κ συνιστώντος κράτους φθάνει τις 12.000 άνδρες» («Σημερινή», Γιάννος Χαραλαμπίδης, 13/03/2004)
Ερωτηθείς ο τότε Αρχηγός εάν οι Τουρκοκύπριοι που θα ορίζονταν από την τουρκοκυπριακή πλευρά ως μέλη της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας επαρκούσαν για τα καθήκοντα που θα είχαν να επιτελέσουν, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι το ψευδοκράτος δεν έχει διεθνείς σχέσεις με την Europol και την Interpol, ο Τάσος Παναγιώτου ανέφερε ότι το ερώτημα θα έπρεπε να απευθύνεται σ’ αυτούς που είχαν ενεργήσει για την ετοιμασία του σχεδιασμού» («Σημερινή», 16/04/2004).
*Αστυνομικές Σπουδές, Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου
(δημοσιεύθηκε στη «Σημερινή της Κυριακής», 25/04/2021, στήλη «Άμυνας & Ασφάλειας Αφηγήματα»)