Από το 1989, οπότε ο τότε Τούρκος Πρόεδρος ισλαμιστής Ερμπακάν απευθυνόμενος στους Τούρκους μετανάστες της Ολλανδίας μιλούσε για τους «άρρωστους ευρωπαίους» που πρέπει να θεραπευθούν εξισλαμιζόμενοι, μέχρι το τέλος της προηγούμενης εβδομάδας οπότε ο Ντράγκι εξερράγη με αφορμή την υποτιμητική συμπεριφορά απέναντι στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αποκαλώντας δικτάτορα τον Ρετζίπ Ερντογάν, πέρασαν τριάντα ολόκληρα χρόνια στην διάρκεια των οποίων η γεωστρατηγική τύφλωση των Βρυξελλών δεν επέτρεψε στους ευρωπαϊκούς θεσμούς ούτε να αντιληφθούν τους κινδύνους που συνιστούσε για την ασφάλεια της Γηραιάς Ηπείρου η στρατηγική του νεοοθωμανικού ηγεμονισμού, ούτε να αντικρύσουν κατάματα την πραγματικότητα που η συστηματική εργαλειοποίηση της θρησκείας από τον τουρκικό μεγαλοϊδεατισμό διαμόρφωνε εντός των πολυπολιτισμικών ευρωπαϊκών κοινωνιών.
Πέραν των Αυστριακών – που ίσως να μην ξέχασαν ποτέ ότι ήταν οι πρώτοι που σταμάτησαν έξω από την πρωτεύουσά τους την προέλαση των Οθωμανών στην Ευρώπη (1529) -, οι Γάλλοι ήταν σχεδόν οι μόνοι, που σε πείσμα των Γερμανών και των δορυφόρων τους, είχαν αντίληψη της απειλής που αντιπροσώπευε για την Ευρωπαϊκή Ένωση η ανοχή της απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό.
Βέβαια τόσο ο Νικολά Σαρκοζί, που υπήρξε ο πρώτος ευρωπαίος ηγέτης που συγκρούστηκε προσωπικά με τον Τούρκο Πρόεδρο, όσο και ο Πρόεδρος Μακρόν που υπήρξε ο πρώτος ευρωπαίος ηγέτης που ύψωσε την φωνή του υπερασπιζόμενος την ευρωπαϊκή κυριαρχία στην Μεσόγειο, είχαν τους δικούς τους εθνικούς λόγους να ανησυχούν για την επιθετική τουρκική στρατηγική. Όχι μόνον γιατί στο στόχαστρο αυτής της στρατηγικής είχε εξ αρχής βρεθεί η γαλλική παρουσία στις παλιές κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην Μέση Ανατολή και την Αφρική, Βόρεια και Κεντρική. Αλλά κυρίως γιατί έβλεπαν ότι, εκτός των άλλων, το βαθύ τουρκικό κράτος συνέχιζε την πολιτική Ερμπακάν για τον εξισλαμισμό της Ευρώπης επενδύοντας πολλά και συστηματικά στην εκ των ένδον άλωση των πολυπληθών ευρωπαϊκών μουσουλμανικών κοινοτήτων που τα τελευταία χρόνια αυξάνονταν και πληθύνονταν όχι μόνον λόγω της υπεργεννητικότητας των πληθυσμών τους αλλά και λόγω της έξωθεν δημογραφικής ενίσχυσής τους από τις μεταναστευτικές ροές προς τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δεν θα μπορούσε άλλωστε να διαφύγει της προσοχής τους ο ρόλος που έπαιζαν οι τουρκικές υπηρεσίες μέσω των ισλαμιστών ακτιβιστών στην ριζοσπαστικοποίηση των μουσουλμάνων της Ευρώπης. Τους συντόνιζε εξάλλου ο μακρύς βραχίονα του βαθέως τουρκικού κράτους που ήταν η κατευθυνόμενη από το κυβερνών AKP Milli Görüs, η ισλαμιστική οργάνωση που ίδρυσε το 1970 ο Ερμπακάν και που επί Ερντογάν άρχισε να επιλαμβάνεται του συνόλου των θρησκευτικών υποθέσεων των τούρκων του εξωτερικού ανταγωνιζόμενη την Diyanet, την Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων που ιδρύθηκε από τον Κεμάλ, αλλά που πλέον δραστηριοποιείται περισσότερο ως διαχειρήστρια κλοσσιαίων οικονομικών projects με πάνω από 107.000 εργαζομένους και έναν προϋπολογισμό 825 εκατομμυρίων ευρώ – ποσό που υπερβαίνει κατά πολύ τον προϋπολογισμό των περισσότερων υπουργείων.
για τη συνέχεια Liberal