Τουρκία : Η επιχείρηση γοητείας του Ερντογάν και τα όριά της
Το να βγει ένα κείμενο συμπερασμάτων Συνόδου Κορυφής της ΕΕ και το τμήμα των συμπερασμάτων που αναφέρεται στα ελληνοτουρκικά και τις εξελίξεις στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο να τύχει θετικής αποδοχής και από την ελληνική και από την τουρκική πλευρά δεν είναι κάτι το αυτονόητο. Ιδίως, εάν αναλογιστούμε ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις απέχουν πολύ από το να έχουν βελτιωθεί τόσο και το κείμενο συμπερασμάτων περιλαμβάνει αναφορές σε ενδεχόμενες κυρώσεις στην Τουρκία.
Όμως, σε αυτή τη φάση η Τουρκία δείχνει κυρίως ικανοποιημένη από το γεγονός ότι το κείμενο περιλαμβάνει και προτάσεις για αντιμετώπιση ζητημάτων που αφορούν τις ευρωτουρκικές σχέσεις. Και ο λόγος είναι, πέραν όλων των άλλων, ότι η Τουρκία σε αυτή τη φάση θέλει να δείξει με κάθε τρόπο ότι βρίσκεται σε μια φάση αναβάθμισης της σχέσης της με την Ευρωπαϊκή Ένωση και να κερδίσει περισσότερες συμπάθειες ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες.
«Να αυξήσουμε τους φίλους μας»
Τον τόνο για την τουρκική εξωτερική πολιτική τον έδωσε ο ίδιος ο Ερντογάν μιλώντας στο συνέδριο του AKP που αντικείμενο είχε και την εκκίνηση ουσιαστικά της μεγάλης μάχης για τις εκλογές του 2023. «Είμαστε αποφασισμένοι να αυξήσουμε τον αριθμό των φίλων μας και να εξαλείψουμε τις εχθρότητες και να κάνουμε την περιοχή μας, μία νησίδα ειρήνης», ήταν η χαρακτηριστική τοποθέτησή του.
Σε αυτό το φόντο ο Ερντογάν υπογράμμισε ότι η Τουρκία δεν έχει την πολυτέλεια να γυρίσει την πλάτη της σε άλλες σημαντικές χώρες είτε στα ανατολικά είτε στα δυτικά, αναφερόμενος ταυτόχρονα στις ΗΠΑ, στη Ρωσία, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον αραβικό κόσμο.
Αυτό αποτυπώνεται σε μια σειρά από κινήσεις και πρωτοβουλίες όλο το προηγούμενο διάστημα. Η Τουρκία επιδιώκει επίμονα να έχει καλύτερες σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, παρά το ενεργό πρόβλημα που υπάρχει σε σχέση με την προμήθεια των ρωσικών συστοιχιών S-400 και είναι πολύ χαρακτηριστικός ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε η πρόσφατη συνομιλία Μπλίνκεν και Τσαβούσογλου ως θετικό σημάδι ότι οι ΗΠΑ θέλουν να διατηρήσουν καλές σχέσεις με την Τουρκία, αλλά και η πρόσκληση που απηύθυνε ο Μπάιντεν σε ξένους ηγέτες, συμπεριλαμβανομένου του Ερντογάν, για συνομιλίες για το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής.
Αντίστοιχα σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ενδεικτικός ο τρόπος που η Τουρκία αποφεύγει να πραγματοποιεί έρευνες σε διαφιλονικούμενες περιοχές, ώστε να μη θεωρείται ότι οξύνει το κλίμα, αλλά και ο τρόπος που αντιμετώπισε σχετικά θετικά την πρόσφατη έκθεση του Ύπατου Εκπροσώπου της ΕΕ για τα ζητήματα Εξωτερικών Υποθέσεων και Πολιτικής Άμυνας Ζοζέπ Μπορέλ, έκθεση που παρότι κατέγραφε σοβαρά προβλήματα σε σχέση με τη στάση της Τουρκίας, πρότεινε και βήματα αναβάθμισης των ευρωτουρκικών σχέσεων. Το ίδιο ισχύει και για τον τρόπου που προβλήθηκαν οι δηλώσεις του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Σόλντενμπεργκ για την ιδιαίτερη σημασία που διατηρεί η Τουρκία.
Μεγάλη σημασία έχει το παράλληλο άνοιγμα που προσπαθεί επίμονα να κάνει η Τουρκία απέναντι στην Αίγυπτο, έστω και εάν προς το παρόν το Κάιρο δείχνει να είναι επιφυλακτικό (ιδίως από τη στιγμή που η Τουρκία φιλοξενεί εξόριστα στελέχη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας), κάτι που φάνηκε και από τον τρόπο δεν ανταποκρίθηκε θετικά στην τουρκική πρόσκληση για αμοιβαία χάραξη ορίων υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.
Σημαντικό είναι και η παράλληλη προσπάθεια της Τουρκία να ανοιχτεί συνολικά προς τις φιλοαμερικανικές μοναρχίες του Κόλπου, εκμεταλλευόμενη την επαναπροσέγγιση ανάμεσα σε Σαουδική Αραβία και Κατάρ.
Και βέβαια φαίνεται ότι η Τουρκία επίμονα προσπαθεί και να βρει διαύλους και προς το Ισραήλ, ελπίζοντας ότι και με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει να ενισχύσει τη θέση της απέναντι στην νέα αμερικανική κυβέρνηση, αν και προς το παρόν το Ισραήλ παραμένει επιφυλακτικό και δεν ξεχνά την υποστήριξη που έχει δώσει η Τουρκία στη Χαμάς.
Οι «προβολές ισχύος» ως διαπραγματευτικό χαρτί
Την ίδια στιγμή η Τουρκία προσπαθεί να αξιοποιήσει τις «προβολές ισχύος» και την ανάμειξή της σε ανοιχτές συγκρούσεις ως στοιχείο που μπορεί να αναβαθμίσει και τις σχέσεις ιδίως με τη Δύση.
Αυτό φάνηκε στο πώς η Τουρκία προσπαθεί να παρουσιάσει την παρουσία της στον Καύκασο και τον τρόπο που στήριξε το Αζερμπαϊτζάν στην πρόσφατη πολεμική σύγκρουση με την Αρμενία ως ένα στοιχείο που την καθιστά χρήσιμη για τη Δύση, αφού έχει παρουσία στην «πίσω αυλή» της Ρωσίας.
Το ίδιο ισχύει και για την εμπλοκή της Τουρκίας στη Συριακή κρίση, όπου πρόσφατα ο ίδιος ο Ερντογάν επανέλαβε, με άρθρο στο Bloomberg, τη θέση ότι η Δύση πρέπει να βοηθήσει την Τουρκία ως προς την παρουσία και δράση της Συρία, επαναλαμβάνοντας εμμέσως τη θέση ότι η Τουρκία μπορεί και να εκπροσωπήσει καλύτερα τα συμφέροντα της Δύσης στη Συρία.
Τα όρια της επιχείρησης γοητείας
Ωστόσο υπάρχουν και υπαρκτά όρια σε αυτή την επιχείρηση γοητείας του Ερντογάν.
Ως προς τη σχέση με τις ΗΠΑ, η τρέχουσα ένταση ανάμεσα σε Ρωσία και ΗΠΑ μπορεί να διαμορφώνει ένα χώρο για την Τουρκία να κινηθεί, ή ακόμη και να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν την πολυτέλεια να χάσουν μια τόσο σημαντική συμμαχική χώρα, όμως την ίδια στιγμή είναι σαφές ότι κάποια στιγμή οι ΗΠΑ θα απαιτήσουν μια πολύ πιο σαφή ένδειξη μεταστροφής της Τουρκίας σε κρίσιμα ζητήματα (ξεκινώντας από τους S-400), για να προσφέρουν την απαραίτητη υποστήριξη.
Την ίδια στιγμή, μπορεί η Τουρκία να θέλει μια καλύτερη σχέση με τις ΗΠΑ και ακόμη και να είναι διατεθειμένη να δείξει ότι υπάρχει αντίθετες θέσεις με τη Ρωσία σε μια σειρά από κρίσιμα μέτωπα όπως είναι ο Καύκασος, η Κριμαία, αλλά και η Λιβύη, όμως δεν μπορεί να έρθει και σε σύγκρουση με τη Ρωσία, ακριβώς γιατί η τουρκική παρουσία στη Συρία έχει σε μεγάλο βαθμό ως προϋπόθεση την ανοχή της Ρωσίας απέναντι στην ύπαρξη της τουρκικής «ζώνης ασφαλείας» και απέναντι στην τουρκική στρατιωτική παρουσία σε περιοχές όπως η Ιντλίμπ. Μια πιο συνολική ρήξη με τη Ρωσία θα διακύβευε ουσιαστικά την τουρκική παρουσία στη Συρία και αυτή είναι από τις πιο δύσκολες ισορροπίες που πρέπει να διατηρήσει η Τουρκία.
Αντίστοιχα, η επαναπροσέγγιση με την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να στηριχτεί απλώς στην αποφυγή προκλήσεων. Η τελευταία οδηγεί στην αποφυγή κυρώσεων, όχι όμως σε θετικές τομές ως προς την ενταξιακή διαδικασία ή την αναβάθμιση των ευρωτουρκικών σχέσεων. Αυτές απαιτούν απτά βήματα σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου. Όμως, η Τουρκία δείχνει μάλλον να πηγαίνει στην αντίθετη κατεύθυνση. Αρκεί να αναλογιστούμε ενέργειες όπως η αποχώρηση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για τη βία κατά των γυναικών ή οι προσπάθειες να τεθεί εκτός νόμου το αριστερό και φιλοκουρδικό HDP.
Σε όλα αυτά προστίθενται και τα προβλήματα που αφορούν τον εσωτερικό πολιτικό συσχετισμό στην Τουρκία. Το γεγονός ότι ο Ερντογάν εξαρτάται από την πολιτική συμμαχία με το ακροδεξιό και εθνικιστικό MHP, με τους αντιδυτικούς και συχνά αντιαμερικανικούς τόνους μάλλον δεν πρόκειται να βοηθήσει. Το ίδιο και η ανάγκη να ικανοποιεί και ένα συντηρητικό ισλαμικό ακροατήριο.
Και βέβαια αντίφαση του Ερντογάν σε αυτή την προσπάθεια επαναπροσέγγισης με τη Δύση είναι ακριβώς ότι από ένα σημείο και μετά θα απαιτηθούν και πραγματικές υποχωρήσεις από προβολές ισχύος, π.χ. σε σχέση με τις εξορύξεις στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, που δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι η Τουρκία είναι διατεθειμένη να κάνει.
Βεβαίως, στον βραχύ χρόνο και με την οικονομική – αλλά και κοινωνική – κρίση να παροξύνεται, ο Ερντογάν έχει ανάγκη να δείξει ότι η Τουρκία αναβαθμίζει τις σχέσεις με άλλους πόλους στο διεθνές σύστημα και δεν είναι γεωπολιτικά απομονωμένη.
ΠΗΓΗ: In.gr