Η έκκληση του Ερντογάν προς τη δύση να υποστηρίξει την Τουρκία στη Συρία, αποτελεί ένδειξη ότι δεν έχει καμία πρόθεση να εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες του στη Συρία.
Καθώς η Συριακή κρίση διανύει το 11ο έτος της, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ζήτησε από τη δύση υποστήριξη στη Συρία με την προφανή ελπίδα να προωθήσει σχέδια για μια ασφαλή ζώνη κατά μήκος των τουρκικών συνόρων και να παρεμποδίσει τη Ρωσία στο Ιντλίμπ.
Σε ένα άρθρο της 15ης Μαρτίου για το Bloomberg, ο Ερντογάν υποστηρίζει ότι η αποκατάσταση της ειρήνης στη Συρία εξαρτάται από την «ισχυρή δυτική υποστήριξη» υπέρ της Τουρκίας και ότι η «πιο λογική» επιλογή για τους δυτικούς ηγέτες είναι «να ρίξουν το βάρος τους πίσω από την Τουρκία και να γίνουν μέρος της λύσης στο Συρία, με ελάχιστο κόστος και με το μέγιστο αντίκτυπο. “
Στο άρθρο του, ο Ερντογάν περιγράφει το Ιντλίμπ ως «το τελευταίο προπύργιο της αντιπολίτευσης», ασχέτως του ότι η περιοχή ελέγχεται από τη Χαϊάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ, την οποία η ίδια η Άγκυρα ορίζει ως τρομοκρατική ομάδα, αλλά και από άλλες ομάδες που εμπνέονται από την Αλ Κάιντα.
Ο Ερντογάν ισχυρίζεται ότι η Τουρκία «έσωσε εκατομμύρια ζωές» στο Ιντλίμπ πριν από ένα χρόνο, όταν χτύπησε τις θέσεις του καθεστώτος για να σταματήσει τις επιθέσεις στην περιοχή. Ωστόσο, η παρέμβαση της Τουρκίας στο Ιντλίμπ τον Φεβρουάριο του 2020, η οποία κόστισε τη ζωή δεκάδων στρατιωτών της, απέτυχε να εμποδίσει τις δυνάμεις του καθεστώτος Ασάντ να αναλάβουν τον έλεγχο του βασικού αυτοκινητόδρομου Μ5 και να πολιορκήσουν τα τουρκικά στρατιωτικά φυλάκια στην περιοχή. Επιπλέον, ο πληθυσμός στην περιοχή εκμηδενίστηκε, καθώς οι ντόπιοι είχαν ήδη εγκαταλείψει τα σπίτια τους. Το πιο σημαντικό είναι ότι οι ομάδες που ο Ερντογάν αποκαλεί «αντιπολίτευση» είναι οι ίδιες ομάδες που δεσμεύτηκε να εξαλείψει στις δύο συμφωνίες που είχε με τη Ρωσία τον Σεπτέμβριο του 2018 και τον Μάρτιο του 2020.
Ο Ερντογάν θεωρεί τη συριακή σύγκρουση «μαζί με την τρομοκρατία και την παράνομη μετανάστευση, ως τρομερό αποτελέσμα της καταστολής του καθεστώτος σε λαϊκά αιτήματα για ελευθερία και δημοκρατία», αποκρύπτοντας τον ρόλο της Άγκυρας στη στρατιωτικοποίηση της σύγκρουσης μέσω μεταφοράς όπλων στους αντάρτες – με τη βοήθεια της CIA στο αρχικό στάδιο των συγκρούσεων – και τον χαλαρό συνοριακό της έλεγχο, που επέτρεψε στους ξένους τζιχαντιστές να περάσουν στη Συρία.
Ο Ερντογάν υπερηφανεύεται ότι η Τουρκία «ήταν η πρώτη χώρα που ανέπτυξε στρατεύματα εναντίον τρομοκρατικών ομάδων στη Συρία», παρόλο που είχε ενισχύσει την επίθεση του Ισλαμικού Κράτους στις κουρδικές περιοχές κατά μήκος των συνόρων το 2014.
Οι επιδρομές των ΗΠΑ εναντίον του ISIS άρχισαν τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, ενώ η Τουρκία ξεκίνησε την πρώτη της στρατιωτική εκστρατεία, την Επιχείρηση Ασπίδα του Ευφράτη, το 2016 για να σταματήσει την πρόοδο των Κουρδικών Λαϊκών Μονάδων Προστασίας (YPG) μετά την εκδίωξη του ISIS από το βόρειο Χαλέπι.
Οι περιοχές που η Τουρκία και οι Σύριοι μισθοφόροι της κατέλαβαν, υποφέρουν από προσπάθειες για αλλαγή των δημογραφικών στοιχείων εις βάρος των Κούρδων και από αμέτρητες παραβιάσεις δικαιωμάτων όπως λεηλασίες, εκβιασμοί και καταστροφή θρησκευτικών και ιστορικών χώρων.
Ο Ερντογάν, ωστόσο, ζωγραφίζει μια ρόδινη εικόνα, γράφοντας: «Οι ασφαλείς ζώνες, τις οποίες η Τουρκία δημιούργησε σε συνεργασία με τους τοπικούς της εταίρους… έχουν γίνει νησιά ειρήνης και σταθερότητας, καθώς και αυτοσυντηρούμενα οικοσυστήματα».
Η προσφορά του Ερντογάν στη Δύση δεν είναι χωρίς όρους. Η Άγκυρα, γράφει, αναμένει από τη Δύση να…
Η συνέχεια του άρθρου στη Φωνή των Κούρδων