Η Ελλάδα διεκδικεί ρόλο σε Ανατολική Μεσόγειο και Βαλκάνια και μέσω της
αναβάθμισης της ελληνοαμερικανικής αμυντικής συνεργασίας.
Ιδιαίτερα κρίσιμοι για τη δυνατότητα της Ελλάδας να διαδραματίσει ρόλο στην
περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων θα είναι οι επόμενοι μήνες.
Ήδη σε εξέλιξη βρίσκεται το μεγάλο παιχνίδι, το οποίο συνδυάζει τις
περιφερειακές διπλωματικές κινήσεις, την προσπάθεια της Αθήνας να ενισχύσει το
οπλοστάσιό της, αλλά και τη λιγότερο δημοφιλή υπάρχουσα συζήτηση για
δημιουργία βιομηχανικών υποδομών.
Όλο το προηγούμενο διάστηκα η Τουρκία προχώρησε σε ένα κρεσέντο ρητορικών
προκλήσεων, οι οποίες συνοδεύτηκαν από υπερπτήσεις, την ανακοίνωση για
πραγματοποίηση της μεγάλης ετήσιας άσκησης «Γαλάζια Πατρίδα» έως τις 5 Μαρτίου
και ισχυρισμούς περί «παρενόχλησης» του «Τσεσμέ» από ελληνικά μαχητικά.
Όσοι γνωρίζουν πως κινείται η Άγκυρα απλά επισημαίνουν ότι οι Τούρκοι σε
επιχειρησιακό επίπεδο απλώς υπενθύμισαν στην Αθήνα κάτι που είχαν ήδη
γνωστοποιήσει στον τελευταίο γύρο των διερευνητικών στην Κωνσταντινούπολη.
Δηλαδή, ότι οι βασικές διεκδικήσεις τους αφορούν το Αιγαίο, με την Ανατολική
Μεσόγειο να τίθεται εκτός πλαισίου διερευνητικών.
Η έμμεση αλλά σαφής αναγνώριση από την Αίγυπτο των νοτίων ορίων της τουρκικής
υφαλοκρηπίδας, όπως αυτή κατατέθηκε στον ΟΗΕ τον Νοέμβριο του 2019, αποτελεί
και μια σαφή ένδειξη για το πώς μπορεί να προχωρήσουν τα πράγματα στην
Ανατολική Μεσόγειο τους επόμενους μήνες, αν βεβαίως η Άγκυρα δεν επιχειρήσει
να επαναλάβει προκλήσεις παρόμοιες με εκείνες του περασμένου καλοκαιριού.
Την ίδια ώρα καθοριστικής σημασίας είναι η εξέλιξη και της άτυπης πενταμερούς
υπό την αιγίδα του γ.γ. του ΟΗΕ (5+1) στη Γενεύη, στα τέλη Απριλίου. Η πλευρά
της Κυπριακής Δημοκρατίας βρίσκεται υπό σημαντική πίεση καθώς, όπως όλα
δείχνουν, η λύση της χαλαρής συνομοσπονδίας και, εμμέσως, της ουσιαστικής
διχοτόμησης του νησιού βρίσκεται κανονικά στο τραπέζι.
Ο τουρκικός θυμός των τελευταίων ημερών τροφοδοτείται και από κάτι ακόμα που
φάνηκε από το αμερικανικό χτύπημα στη βόρεια Συρία. Οι Αμερικανοί φαίνεται ότι
επιστρέφουν δυναμικότερα στις εξελίξεις της περιοχής, επιχειρώντας να
υπενθυμίσουν την παρουσία τους στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο τουρκικός
εκνευρισμός αφορά βεβαίως την αμερικανική προσπάθεια να διαλύσει τη συμμαχία
Αγκυρας, Μόσχας, Τεχεράνης, αλλά και τη δραστηριοποίηση των ΗΠΑ αρκετά
δυτικότερα. Οι Τούρκοι είναι εμφανώς ενοχλημένοι από τη χρήση του λιμανιού της
Αλεξανδρούπολης (όπως αυτή προβλέπεται από την υφιστάμενη Συμφωνία Αμοιβαίας
Αμυντικής Συνεργασίας – MDCA Αθήνας – Ουάσιγκτον) για τη μεταφορά αμερικανικών
ελικοπτέρων στη Ρουμανία, αλλά και για μια σειρά επικείμενων ασκήσεων στην
περιοχή της Θράκης, ιδιαίτερα στον Νομό Ξάνθης.
Όπως αναφέρει άλλωστε η «Καθημερινή» η «Defender 2021» θα εξελιχθεί τον
Μάρτιο, ενώ αμερικανικά στρατεύματα, ελικόπτερα και τεθωρακισμένα θα
συμμετάσχουν και σε μια σειρά από ασκήσεις σε αυτή την ακριτική περιοχή της
Ελλάδας τον Απρίλιο και τον Μάιο. Στην στρεβλή ανάγνωση των Τούρκων για το
δικαίωμα της Ελλάδας να διεξάγει ασκήσεις με συμμάχους της στο έδαφός της
συμβάλλει βεβαίως η χρήση του μειονοτικού ζητήματος. Την ίδια στιγμή, πάντως,
που η Αγκυρα διαμαρτύρεται για την ανάπτυξη αμερικανικών δυνάμεων σε ελληνικό
έδαφος, εκπαιδεύει στην τουρκική πλευρά της Θράκης Αζέρους στρατιωτικούς στον
χειρισμό UAV τύπου «Bayraktar». Επ’ αυτού αξίζει να σημειωθεί ότι η κρίση του
Εβρου τον περασμένο Μάρτιο ήταν ιδιαίτερα διδακτική για τον Ελληνικό Στρατό.
Με την καθοδήγηση και τη σιωπηλή αλλά διαρκή παρουσία και επίβλεψη του αρχηγού
ΓΕΣ Χαράλαμπου Λαλούση, οι δυνάμεις στον Εβρο έχουν αναδιοργανωθεί με τρόπο
που μπορούν να αντιμετωπίσουν την αλλαγή περιβάλλοντος που προκαλεί η παρουσία
των μη επανδρωμένων αεροχημάτων. Η προμήθεια νέων συστημάτων αντιμετώπισης UAV
θα ολοκληρώσει τις δυνατότητες του Στρατού Ξηράς όχι μόνο στον Εβρο, αλλά και
στα νησιά.
Οι προχωρημένες συζητήσεις και το αίτημα της Αθήνας
Εκ παραλλήλου με τις αυξημένες ασκήσεις, Αθήνα και Ουάσιγκτον βρίσκονται σε
προχωρημένες συζητήσεις για την ανανέωση της MDCA. Τις τελευταίες εβδομάδες,
από την ελληνική πλευρά (σε επίπεδο τεχνοκρατών) έγινε μια απόπειρα συνδυασμού
της πενταετούς ανανέωσης της MDCA με την ένταξη της Ελλάδας σε προγράμματα FMF
ανάλογα με εκείνα που αφορούν την Αίγυπτο, το Ισραήλ και την Ιορδανία, δηλαδή
χώρες που αποτελούν εταίρους των ΗΠΑ εκτός ΝΑΤΟ. Πρακτικά η Ελλάδα ζήτησε την
ένταξη σε δύο προγράμματα που θα μπορούσαν να αποφέρουν την ενίσχυση με
συνολικά 6 δισ. δολάρια (3+3), ωστόσο κάτι τέτοιο βρίσκεται ολοκληρωτικά εκτός
της λογικής με την οποία είναι κατασκευασμένο το αμερικανικό θεσμικό
οικοδόμημα.
Στην πραγματικότητα οι συζητήσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές αφορούν τη διάρκεια
της MDCA και τη χρήση νέων στρατοπέδων ή βάσεων. Εως τώρα έχουν τεθεί στο
τραπέζι συνολικά 23 τοποθεσίες (εκτός, βεβαίως, από Σούδα, Στεφανοβίκειο,
Λάρισα, Αλεξανδρούπολη). Στο τηλεφώνημα ανάμεσα στους υπουργούς Εξωτερικών
Νίκο Δένδια και Τόνι Μπλίνκεν, συνολικής διάρκειας 45 λεπτών, τέθηκαν ευρύτερα
στρατηγικά θέματα. Επίσης, παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν, γίνονται
προσπάθειες και για νέες επικοινωνίες σε ανώτατο επίπεδο (Τζο Μπάιντεν με
Κυριάκο Μητσοτάκη) αλλά και στο αμυντικό (Λόιντ Οστιν με Νίκο Παναγιωτόπουλο),
καθώς έως αυτή τη στιγμή η πιθανότητα αποστολής κάποιου υψηλόβαθμου
αξιωματούχου στην Ουάσιγκτον για την 25η Μαρτίου και τους εορτασμούς των 200
χρόνων είναι μάλλον αμφίβολη λόγω της πανδημίας.
Ως προς την ποιότητα της αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας και ΗΠΑ, η επέκτασή της
μπορεί σε σημαντικό βαθμό να κριθεί από το πρόγραμμα των φρεγατών. Στην
Ουάσιγκτον αναμένουν τη μη δεσμευτική επιστολή από την Αθήνα (LOR),
προκειμένου να ξεκινήσει και μια πιο ουσιαστική συζήτηση για το πλοίο
ενδιάμεσης λύσης που προτίθεται (και μπορεί) να αποδεσμεύσει το αμερικανικό
Ναυτικό, ώστε να προχωρήσουν οι συζητήσεις, εφόσον βεβαίως επιλεγεί η πρόταση
των ΗΠΑ έναντι των υφισταμένων Γαλλίας, Ολλανδίας, Ιταλίας, Ισπανίας,
Βρετανίας και Γερμανίας. Η ελληνική επιθυμία για αντιτορπιλικό «Arleigh Burke
» παραμένει πολύ δύσκολο να ικανοποιηθεί.
Πάντως, εφόσον επιλεγεί η αμερικανική λύση, υπάρχει σαφής πρόβλεψη για την από
κοινού ανάπτυξη και παραγωγή της επόμενης κλάσης αμερικανικών φρεγατών τύπου
Constellation (FFGX). Πρόκειται, εν ολίγοις, για μια έμμεση πλην σαφή πρόνοια
ότι πιθανή συνεργασία με τις ΗΠΑ στο σκέλος των φρεγατών του Πολεμικού
Ναυτικού (Π.Ν.) δεν θα περιοριστεί στις τέσσερις MMSC, αλλά θα οδηγήσει στη
ναυπήγηση και άλλων πλοίων αργότερα, στο τέλος της δεκαετίας. Αυτή η
αμερικανική επιλογή να επενδύσει στη συνεργασία με την Ελλάδα στο ναυτικό
πεδίο, έπειτα από αρκετές δεκαετίες, υποκρύπτει και τη σαφή βούληση της
Ουάσιγκτον να συνεργαστεί με τις ναυτικές δυνάμεις της περιοχής. Το Π.Ν.,
έπειτα από μια δεκαπενταετία ουσιαστικής αδράνειας σε αυτό το σκέλος, καλείται
να παίξει γεωπολιτικό ρόλο, ο οποίος δεν μπορεί υπό την παρούσα κατάσταση του
στόλου να διαδραματιστεί.
Η βιομηχανική παραγωγή
Πέρα από όποια επιλογή γίνει τα επόμενα χρόνια, την Αθήνα απασχολούν οι
δυσκολίες δημιουργίας μιας βιομηχανικής βάσης που θα επιτρέψει όχι μόνο την
αγορά αλλά και –σε βάθος χρόνου– την ανάπτυξη συστημάτων. Στις συζητήσεις με
τους διάφορους ενδιαφερόμενους για το εθνικό τυφέκιο είναι σαφώς ενταγμένη και
η δυνατότητα να στηθεί γραμμή παραγωγής για εξαγωγές του προϊόντος και εκτός
Ελλάδος. Ανάλογες, βεβαίως, είναι και οι συζητήσεις για τα ναυπηγεία. Κατά
πολλούς, η συζήτηση για δύο ξεχωριστά ναυπηγεία (Σκαραμαγκάς και Ελευσίνα)
αποτελεί συνταγή αποτυχίας γι’ αυτό και θεωρείται βέλτιστη λύση είτε η
συγχώνευσή τους είτε η ιδιωτικοποίηση της μιας από τις δύο εγκαταστάσεις. Στα
προγράμματα που θα προχωρήσουν την επόμενη περίοδο εντάσσεται, πάντως, η
αναβάθμιση των παλαιότερων ελικοπτέρων Απάτσι της Αεροπορίας Στρατού (AH-64A)
αλλά και των πυραυλικών συστημάτων MLRS. Μάλιστα, στην περίπτωση των Απάτσι
σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν και οι πρόσφατες επαφές με τα Ηνωμένα Αραβικά
Εμιράτα (ΗΑΕ).