H αλαζονεία και οι συνεχείς προσβολές από την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία
της Τουρκίας προς τον ελληνικό λαό και τον πρωθυπουργό πηγάζουν από την ισχύ
της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.
Η Τουρκία μπορεί ανά πάσα στιγμή να διεξαγάγει επιθετικό πόλεμο, επειδή οι
ευρωπαϊκές χώρες και οι ΗΠΑ δεν είναι σε θέση να εκβιάσουν την έκβαση του
πολέμου μέσω του ελέγχου της ροής των οπλικών συστημάτων και των ανταλλακτικών
προς τις εμπόλεμες χώρες. Οι συγκρούσεις στον Καύκασο, στη Λιβύη και τη Συρία
αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα της εφαρμογής των νέων τακτικών,
στρατηγικών δογμάτων και τεχνολογιών, τη σημασία των οποίων οι ελληνικές
ηγεσίες όχι μόνο αδυνατούσαν να αντιληφθούν, αλλά, αντιθέτως, ακόμα και
σήμερα, κινούνται προς τις αντίθετες κατευθύνσεις αυτών που επιτάσσει το
στρατηγικό δόγμα ότι «οι λαοί που δεν παράγουν τα όπλα τους εξαφανίζονται».
Η Τουρκία έχει ανακαλύψει το ελληνικό έλλειμμα κατανόησης της ανάγκης
«συλλογικής επιβίωσης», καθώς και την πολιτική ανικανότητα αντίληψης του
γεωπολιτικού περιβάλλοντος.
Επί δεκαετίες, εκουσίως ή ακουσίως, λόγω μειωμένης νοητικής αντίληψης, η
απειλή της εκθετικής αύξησης της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας και οι
επιπτώσεις της στην επιβίωση του έθνους ποτέ δεν κατανοήθηκαν στην Ελλάδα.
«Σταματήστε να παρακαλάτε άλλους για βοήθεια, επειδή την κρίσιμη στιγμή
κανένας δεν θα τρέξει να σας βοηθήσει» ανέφερε πρόσφατα ο Ερντογάν,
απευθυνόμενος στην ελληνική πολιτική ηγεσία. Πράγματι, ενώ οι Ελληνες έχουν
πειστεί ότι είναι Ευρωπαίοι, παρά την αύξηση των συσσιτίων, ουδείς Ευρωπαίος
ασπάζεται αυτή τη θέση. Η κοινή γνώμη στην Ευρώπη θεωρεί τους Ελληνες ζήτουλες
και αντιπαραγωγικούς.
Επίσης, η κυβερνητική προπαγάνδα έχει πείσει τους Ελληνες ότι η χώρα
συμμετέχει σε μια ισχυρή συνομοσπονδία κρατών που την προστατεύει από την
Τουρκία. Όμως, η γερμανική μπότα έχει προσγειώσει τους αυτόχθονες «Ευρωπαίους»
στην πραγματικότητα. Η Γερμανία όχι μόνο θα παραδώσει σύντομα στην Τουρκία έξι
υποβρύχια, αλλά επιπλέον, όταν η ελληνική πολιτική ηγεσία ζήτησε να μη γίνει η
παράδοση των υποβρυχίων στην Τουρκία, οι Γερμανοί αναφέρθηκαν στην «ελληνική
αμετροέπεια». Μέχρι την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, η Τουρκία θεωρούσε την
Ελλάδα υπολογίσιμη δύναμη, παρά την ελληνική υποχωρητικότητα και την απόσυρση
της ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο.
Η «αφωνία» όμως του «εθνάρχη» στη δεύτερη φάση των τουρκικών επιχειρήσεων
τόνωσε την εθνική τουρκική αυτοπεποίθηση, με συνέπεια η Τουρκία να αποβάλει τα
φοβικά σύνδρομα της Μικρασιατικής Εκστρατείας και να σχεδιάσει την αντεπίθεση.
Η Τουρκία μετά την εισβολή στην Κύπρο απέκτησε αυτοπεποίθηση, αντιλαμβανόμενη
ότι η Ελλάδα δεν σκοπεύει να αμυνθεί στο μέλλον απέναντι στις επιθετικές της
ενέργειες, γεγονός που επιβεβαιώθηκε και στα Ιμια και σήμερα στο Αιγαίο και
την ανατολική Μεσόγειο.
Συνεπώς, η Τουρκία διέγνωσε ότι με την κατάλληλη πολιτική, στρατιωτική και
τεχνολογική προετοιμασία θα ήταν σε θέση να ανακτήσει το Αιγαίο και να
ακυρώσει στρατηγικά τον Ελληνισμό, ερμηνεύοντας σωστά τις κοινωνικές και
πολιτικές δυναμικές στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης. Οι πολιτικές ενέργειες των
Καραμανλή – Παπανδρέου και ο χρηματικός πακτωλός της Ευρωπαϊκής Ένωσης όχι
μόνο διευκόλυναν την καταστροφή της εκατονταετούς βιομηχανικής κουλτούρας και
παράδοσης στην Ελλάδα, αλλά ακόμα συνέδραμαν στη δημιουργία μιας παρασιτικής
μεγαλοαστικής τάξης, που αντικατέστησε τον μέχρι τότε βιομηχανικό με τον άυλο
καπιταλισμό.
Οι αμόρφωτοι Βαλκάνιοι μεγαλοαστοί της Μεταπολίτευσης ανακάλυψαν ότι θα ήταν
ευκολότερο να επενδύσουν τα χρήματά τους σε «χαρτιά» και ξενοδοχεία, παρά να
διευθύνουν εργοστάσια, επειδή η βιομηχανική παραγωγή συνεπάγεται ικανότητα και
γνώση, που δεν διέθεταν. Οι νέες μεταπολιτευτικές κοινωνικές ροπές της
«ήσσονος προσπάθειας» αδυνατούσαν να ενεργοποιήσουν την εγκεφαλική φαιά ουσία
προς τη βιομηχανική, επιστημονική και τεχνολογική δράση, και συνεπώς να
συνδράμουν στην ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας. Επίσης, η πολιτική και η
αστική τάξη ανακάλυψαν ότι είναι επικερδέστερο και ωφελιμότερο να πλαισιώσουν
οι γόνοι τους την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία από το να επιδοθούν σε βιομηχανικά
επιστημονικές και τεχνολογικές ασκήσεις.
Παρά το γεγονός ότι μετά τη Μεταπολίτευση το ανθρώπινο επιστημονικό και
τεχνολογικό κεφάλαιο στην Ελλάδα υπερτερούσε του αντίστοιχου τουρκικού, ήταν η
Τουρκία που πρόσφατα ανακοίνωσε την κατάκτηση του Διαστήματος. Στην Ελλάδα, η
πολιτική και η μεγαλοαστική τάξη, λόγω οκνηρίας, ωφελιμισμού και εγγενούς
παρασιτισμού, δεν ακολούθησαν τον δύσκολο «τουρκικό δρόμο», αλλά, αντιθέτως,
επέλεξαν να εναποθέσουν τις τύχες του έθνους στη Γερμανία. Ως αποτέλεσμα
αυτού, η χώρα, 40 χρόνια μετά την ενσωμάτωση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όχι μόνο
έχει μετατραπεί σε ένα απέραντο πτωχοκομείο-νοσοκομείο, αλλά αντιμετωπίζει και
πρόβλημα εθνικής επιβίωσης, επειδή είναι ανίκανη να αντιδράσει πρακτικά με τα
ίδια αντίμετρα, όταν η τουρκική ηγεσία αρέσκεται να επισημαίνει ότι η ελληνική
Βουλή ευρίσκεται εντός του βεληνεκούς των τουρκικών πυραύλων.
Αλκιβιάδης Κ. Κεφαλάς
Διδάκτωρ Φυσικής του Πανεπιστημίου του Manchester, UK, δ/ντής Ερευνών του
Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών