Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Στις 5 Οκτωβρίου, κατατέθηκε προς συζήτηση στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών
Υποθέσεων της Βουλής το Προσχέδιο του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2021, στο
οποίο περιλαμβάνεται εντυπωσιακή αύξηση των πληρωμών για εξοπλιστικά
προγράμματα. Από τα 500 εκατ. ευρώ περίπου που κινείται σταθερά τα τελευταία
έτη η σχετική δαπάνη, για το 2021 έχει προβλεφθεί πενταπλασιασμός, με πληρωμές
ύψους 2,519 δισ. ευρώ!
Πώς θα διατεθούν άραγε οι σχετικές πιστώσεις;
Οι δεδομένες υποχρεώσεις για το 2021, από τις αποπληρωμές των δύο μειζόνων
εξοπλιστικών προγραμμάτων που ανατέθηκαν την τελευταία πενταετία, δηλαδή αυτά
της αναβαθμίσεως των αεροσκαφών Ρ-3 και της αναβαθμίσεως των μαχητικών F-16,
ανέρχονται σε 30 και 200 εκατ. ευρώ αντιστοίχως.
Εάν σε αυτές προσθέσουμε τις ετήσιες δόσεις των δύο προγραμμάτων που
ανατέθηκαν στην διάρκεια του 2020, αυτά της μισθώσεως των δύο UAV τύπου Heron
και των τριών συμβάσεων FOS για τα Mirage 2000, προστίθενται άλλα 45-50 εκατ.
ευρώ.
Από εκεί και πέρα, υπάρχουν πληρωμές για την συμμετοχή της χώρας σε
προγράμματα και δομές υποστηρίξεως όπως του Patriot κ.λπ. που δεν “φαίνονται”
αλλά αυξάνουν αρκετά τις υποχρεώσεις πληρωμών.
Ωστόσο, μέχρι την οροφή, υπάρχει μια τεράστια “πίστωση” ύψους 2 δισ. ευρώ, η
οποία αφήνει μεγάλα περιθώρια για αναθέσεις συμβάσεων και κατάθεση
προκαταβολής. Με την προμήθεια της Μοίρας μαχητικών Rafale ύψους 2 δισ. ευρώ
θεωρουμένη ως δεδομένη, αναμένεται να καταβληθεί μια πρώτη δόση της τάξεως των
300-400 εκατ. ευρώ.
Εάν υπολογίσουμε τα προγράμματα που έχουν εγκριθεί ήδη από την Βουλή και
αναμένεται η έγκριση από το ΚΥΣΕΑ προς δρομολόγηση διαδικασιών συνάψεως
συμβάσεων από την ΓΔΑΕΕ, μπορούμε να πούμε ότι σε περίπτωση που αυτές
συναφθούν εντός του 2021, θα απαιτήσουν για την πρώτη δόση, συνολικώς περί τα
500 εκατ. ευρώ επιπλέον. Τέτοια προγράμματα είναι αυτά για τα 4+3 ελικόπτερα
MH-60R, η FOS των υπαρχόντων ελικοπτέρων S-70, προγράμματα υποστηρίξεως των
F-16, η αναβάθμιση κινητήρων ελικοπτέρων Chinook, οι τορπίλες των υποβρυχίων,
η FOS των Phantom, η προμήθεια αντιαρματικών πυραύλων TOW, η συντήρηση όπλων
όπως οι πύραυλοι SCALP-EG και RIM-116 κ.λπ.
Υπάρχουν εξάλλου και εκκρεμότητες οι οποίες μπορούν να κλείσουν σε εύλογο
χρονικό διάστημα, όπως η τροποποίηση συμβάσεως για τα 6 τελευταία ελικόπτερα
NH-90 και η FOS αυτών, όπως και προγράμματα που σέρνονται επί σειρά ετών και
σχετίζονται με την επιχειρησιακή εκπαίδευση των Ικάρων και τα σχέδια για
μετατροπή της 120 Πτέρυγας Εκπαίδευσης Αέρος στην Καλαμάτα, σε πολυεθνικό
κέντρο εκπαιδεύσεως.
Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι μόνο για την αποκατάσταση των διαθεσιμοτήτων
όλων των οπλικών συστημάτων που υπάρχουν σήμερα στους τρεις Κλάδους, το κόστος
κυμαίνεται σε 2,65 δισ. ευρώ περίπου. Αυτό σημαίνει ότι ο προϋπολογισμός για
το 2021 επιτρέπει την δρομολόγηση της καλύψεως σοβαρών αναγκών προς αυτή την
κατεύθυνση ωστόσο, η ταχύτητα αναθέσεως συμβάσεων επηρεάζεται σοβαρά από τους
χρόνους που απαιτούν οι προβλεπόμενες εκ του νόμου διαδικασίες.
Μπορεί να υποστηριχθεί ότι από τις προβλεπόμενες πιστώσεις, τουλάχιστον 1 δισ.
ευρώ θα υπάρχει διαθέσιμο ως “αέρας”, για άλλες συμβάσεις. Οι πιστώσεις αυτές
μπορούν να απορροφηθούν μόνο στην περίπτωση της αναθέσεως μεγάλων συμβάσεων,
διαφορετικά θα “επιστραφούν” στο Υπουργείο Οικονομικών που… καραδοκεί. Ποιες
μπορεί να είναι τέτοιες περιπτώσεις αναθέσεως μειζόνων συμβάσεων;
Εκτιμήσεις μπορούν να γίνουν από τα όσα μέχρι σήμερα έχουν εξαγγελθεί από την
κυβέρνηση, ως γενικές προθέσεις, ή έχουν αφεθεί να διαρρεύσουν για την
δημιουργία κλίματος. Τρεις κατηγορίες τέτοιων περιπτώσεων, θα μπορούσαμε να
προβλέψουμε.
Μία πρώτη είναι οι διακηρύξεις περί “στηρίξεως της αμυντικής βιομηχανίας”, που
επί της ουσίας αφορούν χορήγηση κανονισμένης “προίκας” για ενδιαφερόμενους
επενδυτές (ωραίες ιδιωτικοποιήσεις…) και μπορούν να μεταφραστούν σε συμβάσεις
για ξένα οχήματα και κορβέτες από ΕΛΒΟ και Ναυπηγεία Σύρου αντιστοίχως. Ως
προς το δεύτερο ειδικώς, το προτεινόμενο σχέδιο πλοίου, κάτι μεταξύ μίνι
κορβέτας και ΤΠΚ, είναι απίθανο να ενδιαφέρει το Πολεμικό Ναυτικό, που εφόσον
όμως διαταχθεί από την κυβέρνηση, είναι δυνατό να “αποφασίσει” για 4 πλοία
χωρίς όμως “ακριβή” σύνθεση οπλισμού. Ωστόσο, μια τέτοια σύμβαση θα είναι
κάποιων εκατοντάδων εκατομμυρίων.
Μια δεύτερη πιθανή περίπτωση, είναι η συμφωνία παραχωρήσεως από τις ΗΠΑ
μεταχειρισμένων μονάδων επιφανείας κατηγορίας αντιτορπιλικού ή καταδρομικού.
Για τις απαιτούμενες εργασίες επισκευής, τροποποιήσεων, προμήθειας πυραυλικών
όπλων κ.λπ. θα απαιτηθεί ένα ποσό της τάξεως μερικών εκατοντάδων εκατομμυρίων.
Η τελευταία περίπτωση, είναι αυτή της αναθέσεως συμβάσεως για την αναβάθμιση
των 38 μαχητικών F-16 Block 50 και της προμήθειας μίας Μοίρας μαχητικών F-35,
κόστους 3,5 δισ. $ κατ’ εκτίμηση. Η πρώτη μπορεί να περιληφθεί ως τροποποίηση
στην ήδη υπάρχουσα σύμβαση για το πρόγραμμα των 84 F-16V ενώ η δεύτερη, όσο
“αυτοκτονική” ή παράδοξη δείχνει, μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα της
προγραμματισμένης περατώσεως τον Ιούνιο του 2021 των 18μηνων διαπραγματεύσεων
που έχουν ξεκινήσει από το ΥΠΕΘΑ για την συμφωνία του “πακέτου” που θα αιτηθεί
η Πολεμική Αεροπορία από πλευράς τεχνικών προδιαγραφών, προγραμματισμού
εκπαιδεύσεως και απαιτουμένων προμηθειών σε υλικά και υποδομές υποστηρίξεως.
Όλες αυτές οι πιθανότητες, οδηγούν στην βεβαιότητα ότι το 2021 θα ανατεθούν
αρκετές συμβάσεις μεγάλου συνολικού ύψους, για την πρόσκτηση νέων οπλικών
συστημάτων, την αναβάθμιση ή την υποστήριξη υπαρχόντων. Το ερώτημα είναι, από
όλη αυτή την διαθέσιμη πλουσιοπάροχη χρηματοδότηση που θα αποτελέσει το
“όνειρο” των αντιπροσώπων, θα υπάρχει κάποιο αξιοπρεπές ποσοστό που θα αφορά
ελληνικά αμυντικά προϊόντα; Θα κατευθυνθεί καθόλου χρήμα στην εσωτερική αγορά
για την αγορά αμιγώς ελληνικών προϊόντων; Μέχρι τώρα, δεν έχει ακουστεί κάτι…
Και ακόμη περισσότερο, θα εφαρμοσθεί ο νόμος που προβλέπει αφιέρωση ποσοστού
1% από τις δαπάνες για εξοπλισμούς προς χρηματοδότηση αναπτυξιακών
προγραμμάτων της Εγχώριας Αμυντικής Βιομηχανίας; Το 1% σημαίνει 25 εκατομμύρια
ευρώ, ποσό ασύλληπτο για τα ελληνικά δεδομένα, που μπορεί να υποστηρίξει
αρκετές προσπάθειες για ανάπτυξη με εθνικούς πόρους πραγματικά εθνικών
αμυντικών προϊόντων.
Όπως έχουμε αναφέρει και σε άλλη ευκαιρία, τα δεδομένα είναι συντριπτικά… υπέρ
της κυβερνήσεως. Όμως το μέτρο της επιτυχίας, δεν εντοπίζεται μόνο στον αριθμό
των συμβάσεων που θα ανατεθούν στους αντιπροσώπους ξένων εταιρειών αλλά στο
εθνικό πρόσημο που θα έχει η προσπάθεια το επόμενο έτος που εξάλλου, κατά μία
ειρωνία της τύχης, συμπίπτει με τα 200 χρόνια από την Παλιγγενεσία.