Νίκος Χριστοφορίδης
Η Ανώτατη Αρχή Θρησκευτικών Υποθέσεων της Τουρκίας, σε μια κίνηση που ρευστοποιεί ένα καθεστώς περίπου μιάμισης χιλιετίας, καθιστά νόμιμα τα στεγαστικά δάνεια με υψηλά επιτόκια, εφόσον αυτά χρησιμοποιηθούν για την αγορά real estate σε κάποιο από τα κρατικά οικιστικά project.
Το παρακάτω άρθρο του Dr. James M. Dorsey, ερευνητή διεθνών σχέσεων στα πανεπιστήμια Nanyang και National University της Σιγκαπούρης, μελετά το ενδεχόμενο ο νέος αυτός φετφάς (γνωμοδότηση ισλαμικού δικαίου), εκτός από κίνηση που αποσκοπεί στην επίτευξη των οικονομικών στόχων της Τουρκίας, να αποτελεί έμμεσα ένα αντεπιχείρημα της Άγκυρας απέναντι στην κριτική που δέχεται από τη Δύση, για την ισλαμοποίηση όλων των πηγών ήπιας ισχύος από την Τουρκία.
Συγκεκριμένα, η λογική πίσω από αυτό το ενδεχόμενο είναι ότι ο Ερντογάν δείχνει προς τη Δύση ότι αποστασιοποιείται από τους παραδοσιακούς κανόνες ισλαμικού δικαίου, κάτι το οποίο ωστόσο, όπως αναφέρει και ο συντάκτης του άρθρου, δε συμβαδίζει με τις ενέργειες τις Τουρκίας σε άλλους τομείς, από τους οποίους απορρέει ήπια ισχύς.
Ακολουθεί η μετάφραση του άρθρου του Dr. James M. Dorsey!
Πότε η τοκογλυφία είναι τοκογλυφία; Ο νέος φετφάς της Τουρκίας δημιουργεί αμφιβολίες για τα κίνητρα του Ερντογάν, ως προς την απόκτηση ήπιας θρησκευτικής ισχύος.
Η ανώτατη κρατική θρησκευτική αρχή της Τουρκίας παροτρύνει, υπό κάποιες προϋποθέσεις, την τοκογλυφία, στο πλαίσιο μιας νομοθεσίας που αναμένεται να προκαλέσει συζητήσεις, ως προς την έννοια της «ισλαμικής οικονομίας», και θα μπορούσε να αποδυναμώσει τις προσπάθειες συγκέντρωσης ήπιας ισχύος του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μέσω της προβολής της Τουρκίας ως προστάτιδα του Μουσουλμανικού κόσμου.
Η νέα νομοθεσία, δημιουργία του Γραφείου Θρησκευτικών Υποθέσεων ή Diyanet (το οποίο υπάγεται στο Γραφείο του Προέδρου), εξαιρεί τα στεγαστικά δάνεια με υψηλά επιτόκια από τον κανονισμό 1.400 ετών που τα καθιστά τοκογλυφία, υπό την προϋπόθεση αυτά να εκδίδονται από το κράτος για την αγορά κρατικών ακινήτων.
Ο νέος νόμος εκλαμβάνεται ευρέως ως ένα εργαλείο εξυπηρέτησης των συμφερόντων της κυβέρνησης Ερντογάν και όχι του Ισλάμ.
«Ο φετφάς αναμένεται να είναι ένα «καυτό» θέμα για αρκετές εβδομάδες ή και μήνες. Θα πρέπει να δούμε το κατά πόσο ο φετφάς θα διευρύνει την αγορά ισλαμικών υποθηκών. Υποθέτω ότι αυτός είναι ο βασικός λόγος που νομοθέτησαν έναν τόσο αμφιλεγόμενο φετφά. Θα ευνοήσει αυτούς που είναι αντίθετοι στην ισλαμική οικονομία», δηλώνει ο Ινδονήσιος οικονομικός ερευνητής Fauziah Rizki Yuniarti.
Η νομοθέτηση αυτή πραγματοποιήθηκε έπειτα από ισχυρισμούς που θέλουν τον Ερντογάν να ασκεί πιέσεις προς τις τράπεζες, ώστε αυτές να εκδίδουν φτηνά δάνεια για την υποστήριξη του τομέα των κατασκευών. Η κρατική Διοίκηση Οικιστικής Ανάπτυξης είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την τουρκική οικονομία, μέσω της αύξησης των πωλήσεων οικιών.
Ο Ερντογάν, το Νοέμβριο διόρισε νέο κυβερνήτη στην τουρκική κεντρική τράπεζα και υποσχέθηκε την εφαρμογή συμβατικών νομισματικών πολιτικών που θα συμπεριλάμβαναν υψηλότερα επιτόκια, στο πλαίσιο της προσπάθειας για «φρένο» στην κατρακύλα της τουρκικής λίρας.
Η θέσπιση αυτού του φετφά, όπως και η διστακτικότητα του Ερντογάν να κριτικάρει την κινεζική πολιτική κατά των μουσουλμάνων στη βορειοδυτική Κίνα, πιθανόν να επισκιάσει άλλες πολιτικές ήπιας θρησκευτικής ισχύος της Τουρκίας, όπως η υποστήριξη μουσουλμανικών δράσεων, η κατασκευή τζαμιών σε όλο τον κόσμο και η διαμόρφωση πολιτικών και θρησκευτικών πεποιθήσεων των Τούρκων της διασποράς.
Οι Τούρκοι διπλωμάτες ίσως να χρησιμοποιήσουν το φετφά για να ισοσταθμίσουν την κριτική που ασκούν Ευρωπαίοι ηγέτες, όπως ο Εμανουέλ Μακρόν και ο Σεμπάστιαν Κουρτς, οι οποίοι πρωτοστατούν στην καταστολή του πολιτικού Ισλάμ και κατηγορούν την Τουρκία για τη στήριξη που παρέχει σε ομάδες όπως η «Μουσουλμανική Αδελφότητα».
Έπειτα από την ανταλλαγή «πυρών» μεταξύ Μακρόν-Ερντογάν, οι δύο ηγέτες επιζητούν να «ρίξουν» την ένταση. Ο Μακρόν αντέδρασε τον Ιανουάριο θετικά στο μήνυμα του Ερντογάν, κατά το οποίο ο Τούρκος Πρόεδρος εξέφρασε τα συλλυπητήρια του για τις επιθέσεις στη Γαλλία.
Το μήνυμα αυτό αποτελεί μέρος των προσπαθειών της Τουρκίας να αποκτήσει το πλεονέκτημα στις πολλαπλές περιφερειακές διενέξεις που συμπεριλαμβάνουν την ΕΕ, το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία. Οι κινήσεις αυτές πραγματοποιήθηκαν λαμβάνοντας υπόψη την εκλογή Μπάιντεν και τις επερχόμενες συνόδους του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, οι οποίες θα μπορούσαν να καταδικάσουν την Τουρκία.
«Η Τουρκία είναι μία σύμμαχος, η οποία, υπό πολλές έννοιες, δε συμπεριφέρεται όπως θα έπρεπε να συμπεριφέρονται οι σύμμαχοι και αυτό αποτελεί εξόφθαλμη πρόκληση για εμάς», δήλωσε ο υποψήφιος Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Anthony Blinken, κατά την διάρκεια ακροαματικής διαδικασίας στη Γερουσία.
Τα σχέδια της Τουρκίας για δημιουργία τριών σχολείων στη Γερμανία, έχουν βρει αντίσταση από συντηρητικούς αλλά και αριστερούς πολιτικούς. Η Τουρκία ισχυρίζεται ότι τα σχολεία θα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της κοινότητας και ότι οι μαθητές θα έχουν την επιλογή να διδαχθούν την τουρκική γλώσσα.
«Δε θέλουμε τα σχολεία του Ερντογάν στην Γερμανία», δηλώνει ο Μάρκους Μπλουμ, γενικός γραμματέας της Χριστιανικής Κοινωνικής Ένωσης της Βαυαρίας (CSU), το οποίο είναι το αδελφό κόμμα του CDU της Μέρκελ.
Ο βουλευτής του Αριστερού Κόμματος, Sevim Dagdelen, δηλώνει πως «είναι επικίνδυνο για την κυβέρνηση να διαπραγματεύεται τη δημιουργία τουρκικών ιδιωτικών σχολείων στη Γερμανία, από τη στιγμή που ο Ερντογάν στέλνει τους αντιφρονούντες διανοούμενους στην εξορία ή τη φυλακή».
Η συζήτηση για τα σχολεία έρχεται στο προσκήνιο σε μια περίοδο που συζητείται επίσης το σχέδιο για την εκπαίδευση ιμάμηδων από την Τουρκοισλαμική Ένωση Θρησκευτικών Υποθέσεων (DITIB), μία από τις μεγαλύτερες ενώσεις στη Γερμανία, η οποία διατηρεί στενούς δεσμούς με το γραφείο θρησκευτικών υποθέσεων του Ερντογάν.
Τέτοιου είδους εκπαίδευση υπάρχει και στο Πανεπιστήμιο του Osnabruck, το οποίο έχει εγκριθεί και από το Γερμανικό Μουσουλμανικό Συμβούλιο, του οποίου τα περίπου 20 χιλιάδες μέλη είναι μουσουλμάνοι γερμανικής, αραβικής και τουρκικής καταγωγής.
H γερμανική κυβέρνηση ασκεί πιέσεις στην DITIB, έτσι ώστε η δεύτερη να διορίζει κληρικούς οι οποίοι έχουν εκπαιδευτεί στη Γερμανία και γνωρίζουν καλά τη γερμανική γλώσσα (σε αντίθεση με τους Τούρκους συναδέλφους τους). Η DITIB είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία των 900 από τα 2.600 τζαμιά στη Γερμανία και απασχολεί 1100 ιμάμηδες, που χρηματοδοτούνται από την Τουρκία,
Η κυβέρνηση διέκοψε τη χρηματοδότηση της DITIB το 2018, όταν οι γερμανικές υπηρεσίες πληροφοριών την κατηγοριοποίησαν ως οργάνωση εθνικιστικού χαρακτήρα και όχι ως θρησκευτικού.
Θα χρειαστούν περισσότερα από ένα φετφά για να αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη και βαθιά έλλειψη εμπιστοσύνης των Ευρωπαίων κατά του Ερντογάν, ακόμα κι αν οι Ευρωπαίοι ηγέτες εκλάβουν τη νέα νομοθεσία ως ένδειξη άμβλυνσης της στάσης του Τούρκου Προέδρου.
Ο Ερντογάν μπορεί, ωστόσο, να κληθεί να δώσει εξηγήσεις για την οπορτουνιστική διακοπή των δεσμών του με τους θρησκευτικούς νόμους στο μουσουλμανικό κόσμο, στον οποίο είναι μία από τις πιο δημοφιλείς πολιτικές φιγούρες, παρόλο που οι ηγέτες πολλών κρατών είναι επικριτικοί απέναντί του.
Πηγή: southfront.org