Το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό του μέσου πολίτη, όταν αναφέρεται σε «ενδοπανεπιστημιακή βία» είναι το εμπόριο ναρκωτικών, οι απόπειρες βιασμών που έχουν συμβεί και η πρόκληση καταστροφών πάσης φύσεως. Δεν είναι όμως οι μοναδικές μορφές βίας στο Πανεπιστήμιο.
Εδώ και πολλά χρόνια η ακαδημαϊκή κοινότητα βιώνει μια πολύ έντονη βία προερχόμενη από φοιτητές και μέλη παρατάξεων ή και από εξωπανεπιστημιακούς, συνήθως προσκείμενους στον αναρχικό χώρο. Είχαμε εισβολές σε Συγκλήτους, σε αίθουσες διδασκαλίας, είχαμε προπηλακισμούς και βιώσαμε ακόμη και μορφές αποτρόπαιης βίας, σαν αυτή που βίωσε ο Πρύτανης του Ο.Π.Α.
Για πρώτη φορά στα χρονικά, η κυβέρνηση αποφάσισε να πάρει μια καινοφανή απόφαση, που αφορά τη θέσπιση «Πανεπιστημιακής Αστυνομίας». Ήταν αναμενόμενες οι αρνητικές αντιδράσεις, θεμελιωμένες κυρίως σε ιδεοληπτικές προκαταλήψεις, αφού προέρχονται από τα ίδια άτομα, που τόσα χρόνια ασκούν ή υποστηρίζουν αυτές τις ενέργειες της βίας, που τις θεωρούν ως πράξεις «πολιτικού ακτιβισμού».
Είναι αδιανόητο Καθηγητές και Πρυτάνεις να είναι αρνητικοί στην ανάγκη «αστυνόμευσης», την ίδια στιγμή που συνάδελφός τους, προπηλακίστηκε με τρόπο, που θυμίζει άλλα θλιβερά καθεστώτα.
Στο σύνολο σχεδόν των Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων δεν παρεμποδίζεται με οποιονδήποτε τρόπο η δράση της Αστυνομίας. Δεν παρατηρούνται προβλήματα με αρνητικές αντιδράσεις από φοιτητές, πολιτικές παρατάξεις ή πολίτες, έπειτα από εργασίες της Αστυνομίας στο Πανεπιστήμιο. Οι πολίτες των ευρωπαϊκών χωρών έχουν εμπιστοσύνη στην αστυνομική εξουσία.
Τα Πανεπιστήμια αποτελούν δημόσιο χώρο και θεωρείται δεδομένο, πως η Αστυνομία μπορεί να επέμβει αυτεπάγγελτα. Όλα τα Πανεπιστήμια ανεξαιρέτως έχουν κάποια υπηρεσία προστασίας με σοβαρές αρμοδιότητες. Στις ορισμένες περιπτώσεις πρόκειται για Ιδιωτικό Σώμα Ασφαλείας μισθωμένο από το ίδιο το Πανεπιστήμιο, αλλά το κομβικό σημείο εδώ είναι ότι ακόμη και με την ύπαρξη αυτού, η Αστυνομία είναι απολύτως ελεύθερη να πηγαινοέρχεται στον Πανεπιστημιακό χώρο και συχνά αυτές οι δύο μορφές ασφαλείας είναι ταυτόχρονες και αλληλοσυμπληρώνονται.
Η κατάσταση στην Ελλάδα μοιάζει μάλλον δυστοπική. Εδώ έχουμε αντιδράσεις για εισόδους της Αστυνομίας στα Πανεπιστήμια ακόμη και σε περιπτώσεις κατάφορης παραβατικής συμπεριφοράς, έχουμε μεγάλο ποσοστό ενδοπανεπιστημιακής εγκληματικότητας και έχουμε ακόμη και Καθηγητές ή Πρυτάνεις που δεν καλούν την Αστυνομία, όταν χρειάζεται και στρέφονται εναντίον της εισόδου της Αστυνομίας στον Πανεπιστημιακό χώρο. Ταυτόχρονα είναι αδιανόητο να μην αναλαμβάνουν την ευθύνη και να μην επιβάλλουν την εύρυθμη λειτουργία των ΑΕΙ, όπως επιβάλλεται από το «αυτοδιοίκητο».
Με τις διατάξεις λοιπόν του άρθρου 13 του νομοσχεδίου για την παιδεία συστήνονται Ομάδες Προστασίας Πανεπιστημιακού Ιδρύματος (Ο.Π.Π.Ι.), οι οποίες στελεχώνονται από κατώτερους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. και Ειδικούς Φρουρούς (Ε.Φ.), που προσλαμβάνονται για τον σκοπό αυτό και αποτελούν οργανική δύναμη της ΕΛ-ΑΣ. Στους Ε.Φ. που στελεχώνουν τις Ο.Π.Π.Ι., επιτρέπεται η άσκηση προανακριτικών καθηκόντων για το διάστημα που υπηρετούν σε αυτές και για υποθέσεις των οποίων επιλαμβάνονται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους (άρθρο 14).
Τα ζητήματα οργάνωσης, λειτουργίας και άσκησης των καθηκόντων θα ρυθμιστούν με Προεδρικό Διάταγμα. Θετική στις κυβερνητικές πρωτοβουλίες για την εξασφάλιση της ασφάλειας στα ελληνικά ΑΕΙ και στην εξάλειψη των θλιβερών φαινομένων ανομίας εμφανίζεται η ΠΟΣΔΕΠ, προβάλλοντας όμως κάποιες ενστάσεις. Ένα «αγκάθι» στις συζητήσεις από την πρώτη στιγμή της δημοσιοποίησης του κυβερνητικού σχεδιασμού ήταν η εποπτεία του ειδικού σώματος φύλαξης, της λεγόμενης «Πανεπιστημιακής Αστυνομίας», η οποία φιλοδοξεί να ενισχύσει τη φύλαξη των ακαδημαϊκών χώρων. Αυτό όμως που υπογραμμίζει η ΠΟΣΔΕΠ είναι ότι η εποπτεία της θα πρέπει να υπάγεται στον Πρύτανη.
Εξάλλου οι βασικότερες ενστάσεις, που έχουν καταγραφεί στα Μ.Μ.Ε, αναφέρονται κυρίως στα εξής:
α) Η εισαγωγή της αστυνομίας ως παράγοντα διαχείρισης της πανεπιστημιακής ζωής σημαίνει την αντισυνταγματική αναίρεση της Πανεπιστημιακής αυτοδιοίκησης.
β) Σε περίπτωση διάπραξης εγκλήματος η αστυνομία είχε (ακόμη και όταν ίσχυε ο νόμος για το άσυλο) τη δυνατότητα παρέμβασης.
γ) Οι Ε.Φ. αυτοί δεν θα έχουν ούτε τη στοιχειώδη μόρφωση και εκπαίδευση που έχουν οι συνάδελφοί τους απόφοιτοι των οικείων σχολών, με όλους τους κινδύνους που συνεπάγεται αυτό και
δ) Η μόνιμη παρουσία αστυνομίας στα ΑΕΙ θα δημιουργήσει από μόνη της εντάσεις και αντιπαραθέσεις.
Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η Αστυνομία γνωρίζει τα προβλήματα, που δημιουργούνται από την αστυνόμευση των Πανεπιστημιακών χώρων. Περιγράφονται στην εγκύκλιο, που είχε σταλεί στις Υπηρεσίες, στην οποία αναφερόταν ότι – ύστερα και από την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου – «πρέπει να αποφεύγονται δράσεις της ΕΛ.ΑΣ. εντός των χώρων των πανεπιστημίων χωρίς σοβαρό λόγο, καθώς και αστυνομικές δραστηριότητες προληπτικού ιδίως χαρακτήρα…».
Εκτός των άλλων σημειωνόταν: «Να αποφεύγεται έτσι η επέμβαση της αστυνομικής δύναμης σε περιπτώσεις αξιόποινων πράξεων και παραβατικών συμπεριφορών μικρής ποινικής απαξίας όπως η έργω ή λόγω εξύβριση, τυχόν λεκτικές προκλήσεις σε βάρος της αστυνομικής δύναμης και λοιπά. Κι αυτό γιατί οι αρνητικές συνέπειες στις περιπτώσεις αυτές θα είναι ενδεχομένως σοβαρότερες σε σχέση με το προστατευόμενο έννομο αγαθό, με τελικό αποτέλεσμα τη διατάραξη της ομαλής εκπαιδευτικής και επιστημονικής δραστηριότητας του Α.Ε.Ι.». Επιπλέον τότε ζητούνταν και η ύπαρξη «αστυνομικού συνδέσμου» με τα ιδρύματα, μια θέση βεβαίως που τώρα δεν έχει κανένα νόημα.
Παρατηρούμε ότι υπάρχει πρόβλημα με την οργάνωση και λειτουργία των Ο.Π.Π.Ι. Ποιος θα ασκεί τη διοίκηση-αξιολόγηση αυτών; Αποτελούν Αστυνομική Μονάδα; Οι Διοικήσεις των Πανεπιστημίων δεν θα έχουν κανένα λόγο; Δεν θίγεται το αυτοδιοίκητο αυτών;
Ή θα έχουμε το φαινόμενο του… «δυσί κυρίοις δουλεύειν»; Ποιος ο ρόλος των άλλων Αρχών; Οι Ε.Φ. μπορεί να ασκήσουν προανακριτικά καθήκοντα, αφού δεν θα έχουν φοιτήσει στις Παραγωγικές Σχολές; Και όταν απομακρυνθούν από τις Ο.Π.Π.Ι. δεν θα ασκούν τα καθήκοντα αυτά; Δεν δημιουργείται ακόμη μια νέα υποκατηγορία προσωπικού;
Από το σύνολο των διατάξεων προκύπτει ότι πρόκειται για τη λειτουργία αμιγώς Αστυνομικής Μονάδας εντός των ΑΕΙ. Θεωρούμε ότι μετά την κατάργηση του ασύλου αυτό δεν είναι αναγκαίο, αφού οι αρμόδιες Αστυνομικές Υπηρεσίες μπορεί να παρέμβουν σε κάθε περίπτωση που επιβάλλεται από τις συνθήκες και το νόμο. Δεν μπορεί να πηγαίνεις από το ένα άκρο στο άλλο.
Το εγχείρημα είναι καταδικασμένο σε αποτυχία. Μια ενδιάμεση λύση θα ήταν, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, η καλύτερη. Ως τέτοια προκρίνεται η ίδρυση και λειτουργία των Ο.Π.Π.Ι. ως Μονάδων των ΑΕΙ υπό την εποπτεία και τον έλεγχο των Πρυτανικών Αρχών και οι οποίες θα στελεχωθούν με δικό τους προσωπικό ασφαλείας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του ν.1339/1983. Επιπροσθέτως μπορεί να προβλεφθεί ο ορισμός «αστυνομικού συνδέσμου».
Τέλος η πρόσληψη και άλλων Ε.Φ. αποτελεί, πέραν των γνωστών προβλημάτων και υπό τις παρούσες δημοσιονομικές συνθήκες, πολυτέλεια, με δεδομένο ότι η Χώρας μας έχει την περισσότερη αστυνομική δύναμη στον κόσμο. Η τάση για τη δημιουργία αυτοτελών Ομάδων-Σωμάτων μέσα στους κόλπους της Αστυνομίας και η πολυδιάσπαση των Υπηρεσιών της δεν ευνοεί την ενότητα της προσταγής και την αποτελεσματικότητά της.
Το κείμενο εστάλη στο inbox του policenews.eu από τον Αντιστράτηγο ΕΛ.ΑΣ. ε.α. κ. Ν. Μπλάνη
Νικόλαος Αθ. Μπλάνης
Αντιστράτηγος Αστυνομίας ε.α., Επίτιμος Προϊστάμενος Κλάδου Οργάνωσης και Ανθρώπινου Δυναμικού Α.Ε.Α./Υ.Δ.Τ., Πτυχιούχος Νομικής Σχολής Αθηνών