Η Τουρκία έλαβε τις προηγούμενες ημέρες δύο εκ διαμέτρου αντίθετα μηνύματα. Το ένα από τις ΗΠΑ, οι οποίες, έστω και στα τέλη της προεδρίας Τραμπ και με την ενεργό εμπλοκή του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Μάικ Πομπέο, ανακοίνωσαν τις πρώτες κυρώσεις μιας νατοϊκής χώρας προς ένα άλλο μέλος της Συμμαχίας, με αφορμή τους ρωσικούς πυραύλους S-400. Παρά το ότι οι κυρώσεις δεν μπορεί να χαρακτηριστούν ιδιαιτέρως βαριές, ωστόσο το μήνυμα προς την Αγκυρα είναι ξεκάθαρο και δεν επιδέχεται παρερμηνεία. Η Τουρκία δεν μπορεί να συνεχίσει να παίζει σε δύο ταμπλό, και με τη Δύση και με τη Ρωσία, κερδίζοντας και από τους δύο, για να προωθεί τους δικούς της στόχους. Το μούδιασμα του Ερντογάν και της τουρκικής ηγεσίας ήταν εμφανές στις πρώτες δηλώσεις που προέβησαν, οι οποίες τροφοδοτούνται και από τον φόβο για το ποια θα είναι η συνέχεια με τη νέα διοίκηση Μπάιντεν, καθώς θα είναι σαφώς δυσχερέστερη η απευθείας επικοινωνία με τον νέο ένοικο του Λευκού Οίκου απ’ ό,τι συνέβαινε τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια.
Το δεύτερο μήνυμα προήλθε από την Ευρώπη και όσα συνέβησαν στη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες, που προκαλούν εύλογο σκεπτικισμό, αλλά και απογοήτευση για τον ρόλο και το μέλλον της. Δυστυχώς, για ακόμη μία φορά, επικράτησαν τα μικροεθνικά και οικονομίστικα συμφέροντα, καθώς και οι παρασκηνιακές συναλλαγές, που παραμέρισαν εκκωφαντικά τις αξίες και τις αρχές της Ενωσης. Η εκ νέου αναβολή ακόμη και κάποιων προσχηματικών κυρώσεων κατά της Τουρκίας –μετά την επιμονή, κυρίως, της Γερμανίας, της Ισπανίας και της Ιταλίας– κατέδειξε τις βαθιές παθογένειες που ταλανίζουν την Ενωση και ενισχύουν τις φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό της.
Ωστόσο, ο «ποντιοπιλατισμός» της Ε.Ε. απέναντι σε μια ανεξέλεγκτη Τουρκία –που καταρρακώνει κάθε έννοια του διεθνούς δικαίου, επαναφέρει πρακτικές της πολιτικής των κανονιοφόρων και προωθεί ιδεολογήματα όπως του παντουρκισμού– πλήττει καίρια το ευρωπαϊκό όραμα. Ποιος, άραγε, μπορεί να έχει εμπιστοσύνη σε μια Ενωση η οποία όχι μόνο δεν διαθέτει έναν κοινό αμυντικό μηχανισμό, αλλά ούτε καν την πρόθεση να κινηθεί ενιαία και αποφασιστικά κατά τόσο σοβαρών εξωτερικών απειλών;
Ολοι διαπιστώνουν το έλλειμμα ηγεσίας στην Ευρώπη. Ωστόσο, αυτοί είναι οι Ευρωπαίοι ηγέτες που καλούνται να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και τις ιστορικής τους αποστολής, και να ακολουθήσουν το παράδειγμα των ΗΠΑ λαμβάνοντας αυστηρές κυρώσεις κατά της Τουρκίας, που θα την αναγκάσουν να αναδιπλωθεί. Και ορθώς το υπουργείο Εξωτερικών θέτει ευθέως ζήτημα ευρωπαϊκού εμπάργκο όπλων προς την Αγκυρα. Δεν είναι δυνατόν με γερμανικά ή ισπανικά οπλικά συστήματα να απειλούνται κράτη-μέλη της Ενωσης, όπως απειλούνται αυτή τη στιγμή Ελλάδα και Κύπρος!
Γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερη σημασία η γενναία αύξηση των αμυντικών μας δαπανών στον προϋπολογισμό του 2021 και η ανακοίνωση από τον πρωθυπουργό της αγοράς των γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών Rafale. Καλές και χρήσιμες οι συμμαχίες, αλλά μην έχουμε αυταπάτες ότι αν δεχθούμε επίθεση από την Τουρκία κάποιοι άλλοι θα σπεύσουν πρώτοι να πολεμήσουν για λογαριασμό μας. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, αν τα πράγματα οδηγηθούν σε πολεμική σύρραξη, οι σύμμαχοι και εταίροι θα παρέμβουν μετά τα πρώτα κρίσιμα εικοσιτετράωρα για διαπραγματεύσεις, οπότε έχει μεγάλη σημασία τι θα έχει γίνει στο πεδίο. Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως ό,τι κερδίζεται με τα όπλα δύσκολα επιστρέφει με χαρτιά. Η Κύπρος είναι ζωντανό παράδειγμα της παταγώδους αποτυχίας της διεθνούς κοινότητας και της Ε.Ε. να εφαρμόσουν το διεθνές δίκαιο. Αρα, ορθώς η χώρα, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, αποφάσισε να ενισχύσει περαιτέρω την αποτρεπτική της ικανότητα.
Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να συρθούμε σε διαπραγματεύσεις εφόσον συνεχίζονται οι τουρκικές προκλήσεις και, βεβαίως, είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να είναι αντικείμενο διαλόγου ο κατάλογος των τουρκικών διεκδικήσεων που φτάνουν ακόμη και σε κατοικημένα νησιά. Το μόνο ζήτημα στις συζητήσεις μας με την Τουρκία είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και των θαλασσίων ζωνών. Οι διάφορες ιδέες για πολυμερή διάσκεψη στην Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να είναι χρήσιμες, εφόσον δεν θα είναι πεδίο έμμεσης επιβολής της τουρκικής ατζέντας διεκδικήσεων και υπέρβασης των κανόνων του διεθνούς δικαίου. Τέλος, όσον αφορά το Κυπριακό, επειδή φαίνεται ότι κυοφορούνται πρωτοβουλίες για συνομιλίες, το πλαίσιο πρέπει επίσης να είναι ξεκάθαρο: προϋπόθεση της όποιας επίλυσης είναι η αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και η κατάργηση των αναχρονιστικών εγγυήσεων. Ο εκβιασμός του Ερντογάν για λύση δύο κρατών με συνομοσπονδία, και άρα σε τουρκικό έλεγχο και του ελεύθερου τμήματος του νησιού, δεν πρέπει επ’ ουδενί να περάσει.
* Ο κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης
της Βουλής, βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας, πρώην υπουργός.
Καθημερινή