Όσοι την έχουν ακολουθήσει για καιρό, ορκίζονται στα οφέλη της, επιμένουν πως ήταν απόφαση ζωής και δεν μπαίνουν στον πειρασμό να την αλλάξουν. Η διατροφή pescetarian ή ιχθυοχορτοφαγία (ελληνικά) ανήκει στις πλέον ανερχόμενες τάσεις φαγητού τα τελευταία χρόνια και γίνεται όλο και πιο δημοφιλής. Ταιριάζει στις μεσογειακές γεύσεις, είναι υγιεινή, εύκολη στη μετάβαση και συνάδει με τις προτεραιότητες του συνειδητού καταναλωτή που ενδιαφέρεται για την δική του υγεία και την υγεία του πλανήτη.
Τι είναι η διατροφή pescetarian
Ο όρος pescetarian προέρχεται από το ιταλικό pesce (ψάρι) και το αγγλικό vegetarian. Κάνοντας διατροφή pescetarian ή pesco-vegetarian σημαίνει ότι κάποιος είναι κατά βάση vegetarian, δηλαδή χορτοφάγος, όμως συμπεριλαμβάνει στη διατροφή του ψάρι και θαλασσινά.
Ως χορτοφάγος, δεν τρώει κόκκινο κρέας ούτε πουλερικά, ενώ, ανάλογα με τις επιμέρους επιλογές, μπορεί να καταναλώνει ή όχι αυγά και γαλακτοκομικά.
Μια τέτοια διατροφική αλλαγή έχει αποδειχθεί εύκολη σε πολλούς πρώην κρεατοφάγους, ειδικά αν τα ψάρια και θαλασσινά ήταν στις αγαπημένες τους γεύσεις.“Η δυνατότητα να τρώω φρέσκα ψάρια και θαλασσινά, που πάντα μου άρεσαν, έκαναν εύκολη τη στροφή στην pescetarian διατροφή, κόβοντας την όρεξη για κρέας. Το καλοκαίρι άλλωστε, ανέκαθεν τρώμε ψάρι και ελαφριές σαλάτες”, λέει η Κατερίνα Γιωργαλή, που έχει σταματήσει την κρεατοφαγία από άποψη.
Η pescetarian διατροφή δεν είναι καινούργια. Πολλά άρθρα μιλούσαν για το θέμα ήδη 10 χρόνια πριν. Αργότερα, το 2016, 5% των καταναλωτών στις ΗΠΑ, που έτρωγαν ψάρι και θαλασσινά τουλάχιστον μια φορά το μήνα, δήλωναν ότι ακολουθούν μια pescetarian/flexitarian δίαιτα, δηλαδή ήταν κυρίως ιχθυοχορτοφάγοι, αλλά πιθανόν έτρωγαν περιστασιακά και κρέας.
Αντίστοιχα, την ίδια χρονιά, στη Βρετανία η διατροφική τάση “χωρίς κρέας” αυξήθηκε ρίχνοντας τις πωλήσεις κρέατος και πουλερικών κατά 4.1%, σύμφωνα με τη Nielsen (26/3/2016 – στοιχεία για το προηγούμενο έτος).
Στη δίαιτα pescetarian στρέφονται επίσης πολλοί από αντίδραση, θέλοντας να βγουν από το καταναλωτικό mainstream. Επειδή, η άμετρη ανάλωση κρέατος και συχνά η σπατάλη του πυροδοτούν εντέλει ένα είδος απέχθειας, όχι προς τη γεύση αλλά προς την συμπεριφορά.
Γιατί να γίνω pescetarian;
Η στροφή σε μια μεσογειακή διατροφή χωρίς κόκκινο κρέας, πουλερικά και (τις περισσότερες) τοξίνες τροφίμων είναι ένα βατό επόμενο βήμα. Εφόσον, βεβαίως, τα ψάρια και θαλασσσινά σας αρέσουν.
Τα επιχειρήματα των ιχθυοχορτοφάγων συγκλίνουν σε ικανό βαθμό με των χορτοφάγων και βιγκανιστών. Σας μεταφέρω μερικά από όσα τεκμηριώνονται με στοιχεία, αφήνοντας τελευταίο το θέμα της ηθικής.
- Το βιομηχανοποιημένο κρέας των μαζικώς εκτρεφομένων βοοειδών, χοίρων, αμνοεριφίων και κοτόπουλων (αυτό δηλ. που αγοράζει ο καταναλωτής από το κρεοπωλείο ή το σουπερμάρκετ) περιέχει αντιβιοτικά, τοξίνες, βακτήρια με στελέχη ανθεκτικά στα φάρμακα και ορμόνες. Επιπλέον, σε όλα τα έτοιμα ψημένα είδη (σουβλάκια, κοτόπουλο, μπιφτέκια κλπ) προστίθενται ενισχυτικά γεύσης.
- Η μη εντατική παραγωγή κρέατος (από βιολογικές φάρμες) είναι περιορισμένη και αισθητά ακριβότερη. Γι’ αυτό, ούτε αρκεί αλλά ούτε και την προτιμάει ο μέσος καταναλωτής – για οικονομικούς λόγους ή από άγνοια για το μέγεθος του προβλήματος. Την αύξηση της κατανάλωσης κρέατος τα τελευταία 50 χρόνια οδηγούν οι χώρες μεσαίου εισοδήματος και οι γρήγορα αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Κίνα και η Βραζιλία. (FAO).
- Ο άνθρωπος θεωρείται παμφάγο ον συμπεριφορικά, αλλά βιολογικά είναι φυτοφάγο. Και πρακτικά, με κριτήριο την ωμή πρώτη ύλη, σίγουρα δεν είναι σαρκοφάγο. Δεν μπορεί να φάει ωμά πουλερικά κανενός είδους και τα περισσότερα κρέατα.
Μπορεί όμως, να φάει φρέσκο, ωμό ψάρι και θαλασσινά χωρίς τους ίδιους κινδύνους, χωρίς καν αλάτι ή καρυκεύματα. Το ρίσκο είναι διαφορετικό. Επίσης, ένα μωρό δεν θα προτιμήσει ενστικτωδώς μια πολτοποιημένη σούπα με κρέας από μια ανάλογη με λαχανικά ή ψάρι ή από την φρουτόκρεμα. - Κατά τον ΠΟΥ, τα επεξεργασμένα κρέατα – χοτ-ντογκ, λουκάνικο, ζαμπόν κλπ. – μπορεί να είναι εξίσου καρκινογόνα με τα τσιγάρα. Συχνότερα πλέον συνδέονται και με τον καρκίνο του μαστού.
-
Η ιδέα του να τρώμε το κρέας ζώων είναι επίκτητη. Μαθαίνουμε από μικροί ότι αυτό είναι φυσιολογικό, νορμάλ. Αλλά δεν υπάρχει απόδειξη ούτε ότι είναι φυσιολογικό ούτε φυσικό. Ο προϊστορικός άνθρωπος της παλαιολιθικής και ύστερης λίθινης εποχής (50.000 – 12.000 π.Χ.) δεν έτρωγε κρέας. Αλλά ψάρι και βατράχια, αφού μάλιστα προηγήθηκαν ως τροφή τα στρείδια, χτένια, μύδια και μαλάκια, καλαμάρι και χταπόδι, και τα έντομα – μ’ αυτή τη σειρά.
Ακολούθησαν τα μανιτάρια, τα χόρτα, το κρέας αρκούδας, ελαφιού και αλόγου.
Αυτός ο άνθρωπος κυνηγούσε για να τραφεί. Κάτι που ισοδυναμεί με το να πιάσεις την αρκούδα εξοπλισμένος με λόγχη και μαχαίρι. Η βόλτα στο κρεοπωλείο ή στο σουπερμάρκετ δεν είναι κυνήγι.
Ο αμερικανικός βίσωνας τοποθετείται στα 8.000 χρόνια π.Χ. Το πρόβατο, το κατσίκι και το γουρούνι εξημερώθηκαν στα 7.000 π.Χ. και η αγελάδα στα 6.500 π.Χ. - Πολλοί άνθρωποι αρρωσταίνουν ή δεν αισθάνονται καλά όταν τρώνε κρέας. Ή αυγά ή/και όταν πίνουν ζωικό γάλα (του οποίου τα οφέλη πλέον αμφισβητούνται). Αν ψάξει κανείς στο περιβάλλον του, σίγουρα θα βρει μια τέτοια περίπτωση.
- Τα σαρκοβόρα έχουν πολύ μικρότερου μήκους έντερα (περί το 1/3 σε σχέση με τα ανθρώπινα). Για την πέψη της τροφής τους εκκρίνονται ισχυρότερα οξέα, καθώς αυτή πρέπει να αποβάλλεται συντομότερα ώστε να μην βλάπτονται πχ. όταν τρέφονται με άλλα ζώα, ακόμη και με νεκρά – σάπια.
- Τα ανθρώπινα δόντια διαφέρουν από αυτά των σαρκοφάγων ζώων.
- Ένα σαρκοβόρο (πχ. λιοντάρι) τρώει ένα άλλο ζώο για να επιβιώσει το ίδιο ή τα μικρά του. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να τραφεί για να ζήσει -είναι μονόδρομος. Όμως, ο άνθρωπος έχει πολλές επιλογές. Η κατανάλωση κρέατος δεν είναι απαραίτητη ούτε για την επιβίωση ούτε για την καλή του υγεία, όπως έχει αποδειχθεί – βλ. μεσογειακή διατροφή.
- Δεν αποδεικνύεται ότι ο ανθρώπινος οργανισμός έχει ανάγκη τις ζωικές πρωτεΐνες για να είναι υγιής – μύθος. Πάμπολλοι αθλητές ακολουθούν βίγκαν διατροφή, με εκπληκτικές επιδόσεις, μυική δύναμη, γράμμωση, αντοχή, μετάλλια και διεθνείς διακρίσεις.
- Η αυξημένη κατανάλωση κρέατος αποδεδειγμένα συνδέεται με καρδιαγγειακά νοσήματα, τον καρκίνο του παχέος εντέρου, τον διαβήτη τύπου 2, την υπέρταση, την άνοια και την παχυσαρκία – λόγω κορεσμένων λιπαρών.
Last but not least:
Η περίεργη ηθική και η ανθρώπινη οπτική απέναντι σε έμβια τετράποδα που συνοψίζονται στο ακραίο: εκτρέφω εντατικά για να καταναλώνω διεκπεραιωτικά. Αυτός ο τρόπος δεν αφορά καμία αξία και εκτίμηση της ζωής, καμία πραγματική απόλαυση. Είναι μια υπερπλήρωση αναγκών συνδεδεμένη με την ευκολία, την εμμονή, την έλλειψη καλλιέργειας γεύσης και σκέψης.
Αν πραγματικά το τέλειο κρέας εντέλει μας αρέσει, θα αγοράζαμε μόνο την καλύτερη πρώτη ύλη, βιολογικής εκτροφής, λιγότερο συχνά. Και θα το μαγειρεύαμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Δεν θα συμβιβαζόμασταν με την έσχατη, βιομηχανική ποιότητα. Θα μασούσαμε 29 φορές κάθε μπουκιά για να αποτυπωθεί η εκπληκτική γεύση στους γευστικούς μας κάλυκες – ευχαρίστηση μετά από αυτούς δεν υπάρχει.
Θα εκτιμούσαμε επίσης ό,τι θυσιάστηκε, γιατί θα είχε μετουσιωθεί σε αξία, έστω μέσω διαστροφής.
Ποια αξία έχει το σουβλάκι σήμερα, μετά τα χθεσινά παϊδάκια και το προχθεσινό κοτόπουλο ή αρνάκι; Γιατί διαφέρει από το ένα τσιγάρο μετά το άλλο; Με κατά κεφαλή κατανάλωση κρέατος (Ελλάδα, όλα τα είδη, FAO, 2013) σχεδόν 80 κιλά ετησίως, κάθε Έλληνας, Ελληνίδα και Ελληνόπουλο τρώει μόνος του 6.5 κιλά κρέας το μήνα. Η ποσότητα επί 4 (=26 κιλά/μηνιαίως), αν μιλάμε για 4μελή οικογένεια!
Συν και πλην: Εστιάζοντας στην υγεία και στο περιβάλλον
Συγκρίνοντας διαφορετικά μοντέλα διατροφής για τις επιπτώσεις τους στην υγεία και το περιβάλλον, όπως η μεσογειακή διατροφή, η χορτοφαγική και η pescetarian, προκύπτουν τα εξής:
- Οι χορτοφαγικές δίαιτες βγήκαν κορυφαίες στη μείωση κινδύνου για διαβήτη τύπου 2, κατά 41%. Η pescetarian διατροφή μείωσε τον κίνδυνο κατά 25%. Η μεσογειακή δίαιτα κατά 16%.
- Ο κίνδυνος καρκίνου ήταν 7% -13% χαμηλότερος και στις τρεις δίαιτες, με την pescetarian να προηγείται, ακολουθούμενη από την χορτοφαγία και μετά την μεσογειακή διατροφή.
- Η μεσογειακή διατροφή μειώνει τον κίνδυνο για καρδιακές παθήσεις κατά 26%. Ακολουθεί η δίαιτα pescetarian με 21% και η vegetarian με 20%.
- Τα ψάρια παρέχουν στον οργανισμό τα ιδιαίτερα σημαντικά ω-3 λιπαρά οξέα, τα οποία χρειάζεται αλλά δεν συνθέτει. Αποτελούν δομικό στοιχείο του εγκεφάλου, συμβάλουν στη μείωση των φλεγμονών και των τριγλυκεριδίων, της πήξης του αίματος, του κινδύνου εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιακής ανεπάρκειας. Επίσης, περιέχουν βιταμίνες Α και D.
- Η ιχθυοχορτοφαγία είναι πιο πλούσια διατροφή από την χορτοφαγία, με μεγαλύτερη ποικιλία. Πλουσιότερη ωστόσο, παραμένει η μεσογειακή.
- Και οι τρεις εναλλακτικές δίαιτες θα μπορούσαν να μειώσουν τις εκπομπές ρύπων από την παραγωγή τροφίμων κατά 30%, 45% και 55% για τη μεσογειακή, pescetarian και χορτοφαγική δίαιτα αντίστοιχα, αναφέρει η μελέτη.
- Αναλύοντας τo υδατικό αποτύπωμα σε 43.786 γεωγραφικά σημεία (σε Αγγλία, Γαλλία και Γερμανία) σε σχέση με μια υγιεινή χορτοφαγική διατροφή, μια ιχθυοχορτοφαγική και μια (υγιεινή) με κρέας, βρέθηκε ότι πρώτες έρχονται η χορτοφαγικκή με μείωση 35-55% και η pescetarian με 33-55%. Τρίτη η διατροφή με κρέας 11-35%. Η μετάβαση σε διατροφή από τα δύο πρώτα μοντέλα δεν είναι μόνο καλή για την ανθρώπινη υγεία, αλλά μειώνει σημαντικά την κατανάλωση υδάτινων πόρων.
Στα μειονεκτήματα όλων των παραπάνω συγκαταλέγονται:
- Ο χρόνος ενασχόλησης για την προετοιμασία του φαγητού.
- Το κόστος, κυρίως στην μεσογειακή διατροφή και στην ιχθυοχορτοφαγία.
Ωστόσο, άπειρα υγιεινά φαγητά ετοιμάζονται σε λιγότερο από μια ώρα, αν η μαγειρική φαντάζει πρότζεκτ. Τα τοπικά υλικά μειώνουν αισθητά το μπάτζετ και η εποχικότητα προσφέρει ποικιλία σε λαχανικά, φρούτα και καρπούς.
Από την άλλη, ζούμε σε μια χώρα με ήλιο, πολλή θάλασσα και τα πιο νόστιμα ψάρια στον κόσμο. Απλά ψαράκια αφθονούν τους περισσότερους μήνες. Έχουμε εκπληκτικά θαλασσινά και όλο το χρόνο πιστοποιημένα με αυστηρές προδιαγραφές, υψηλής ποιότητας ψάρια υδατοκαλλιέργειας, που οι Ευρωπαίοι ονειρεύονται. Επιλέγοντας τοπικά και εποχιακά προϊόντα, το κόστος μιας βιώσιμης pescetarian διατροφής δεν αποτελεί εμπόδιο.
Μειονεκτήματα για την υγεία του πλανήτη σε σύγκριση με την σημερινή κατάσταση, δύσκολα εντοπίζονται. Τα φυτικά τρόφιμα (εκτός από τα φυτικά έλαια) συμμετέχουν ελάχιστα στο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Το ίδιο ισχύει και για τα ψάρια μη εντατικής αλιείας. Και βέβαια, για τα ψάρια υδατοκαλλιέργειας, όπου το ενεργειακό αποτύπωμα αφορά πρωτίστως στην παραγωγή των ζωοτροφών.
Άλλες πηγές:
FAO, κατά κεφαλή κατανάλωση κρέατος 3.3. Προϊόντα ζωικού κεφαλαίου.
BBC: Which countries eat the most meat.
WC Roberts: Twenty Questions on Atherosclerosis.
R Dunn. Human: Ancestors Were Nearly All Vegetarians. Scientific American, 2012.
FAOSTAT: Ελλάδα.
WHO (ΠΟΥ): Q&A on the carcinogenicity of the consumption of red meat and processed meat.