Του Κώστα Ράπτη
Στον απόηχο της (οδυνηρής για την αρμενική πλευρά) συμφωνίας εκεχειρίας στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, την οποία διαμεσολάβησε ο ίδιος, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν αισθάνθηκε την ανάγκη να δώσει εκτενή συνέντευξη, αποκλειστικά για το θέμα αυτό, στον γνωστό δημοσιογράφο Πάβελ Ζαρούμπιν, προσφέροντας και πληροφορίες από το παρασκήνιο της τριμερούς διαπραγμάτευσης με τους ηγέτες της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν.
Σε ποιον κυρίως απευθύνεται ο ισχυρός άνδρας του Κρεμλίνου με αυτή τη συνέντευξη; Δεν είναι δύσκολο να συμπεράνει κανείς ότι το ακροατήριο το οποίο κυρίως έχει κατά νου είναι οι περίπου δύο εκατομμύρια Αρμένιοι πολίτες της Ρωσίας (και δι’ αυτών οι πολίτες της Δημοκρατίας της Αρμενίας), καθώς και το αξιοσημείωτο τμήμα της ρωσικής κοινής γνώμης το οποίο αντιμετωπίζει με εξαιρετική επιφύλαξη τη συνεργασία της Μόσχας με την Άγκυρα και με ανησυχία καταγράφει τις τελευταίες επιτυχίες της Τουρκίας και των Αζέρων προστατευόμενών της.
Με την επικοινωνιακή ευχέρεια που του έχει εξασφαλίσει η μακρά εμπειρία του στην πολιτική, ο Πούτιν επιχειρεί να εμφανιστεί ως εγγυητής της ασφάλειας όλων των κατοίκων της περιοχής, Αρμενίων και Αζέρων, αλλά και ως φορέας μιας πολιτικής αρχών προσηλωμένης στο διεθνές δίκαιο.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, τα όσα διαδραματίζονται στον Καύκασο είναι το απτό γεωπολιτικό αποτέλεσμα της διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης, μολονότι αυτή αντιμετωπίζεται στη ρωσική δημόσια συζήτηση ως κάτι το μακρινό και αφηρημένο.
Επισημαίνει δε ότι η αυτοανακηρυχθείσα Δημοκρατία του Αρτσάχ στο Ναγκόρνο Καραμπάχ δεν έχει αναγνωρισθεί ούτε από την Δημοκρατία της Αρμενίας (σε αντίθεση με την ετοιμότητα της ίδιας της Ρωσίας να αναγνωρίσει το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των κατοίκων της Αμπχαζίας, της Βόρειας Οσετίας και της Κριμαίας), γεγονός που τοποθετεί την περιοχή από την άποψη του διεθνούς δικαίου στην αζερική δικαιοδοσία – πόσο μάλλον που από το τέλος του πολέμου του 1992- 1994 βρίσκονται υπό αρμενικό έλεγχο και παρακείμενες περιοχές που είχαν αζερικό πληθυσμό.
Υπενθυμίζει επίσης ότι το σχέδιο επίλυσης του ζητήματος το οποίο είχε προτείνει από το 2013 η Ρωσία ως συμπρόεδρος της “Ομάδας του Μίνσκ” του ΟΑΣΕ προέβλεπε την επιστροφή στην αζερική κυριαρχία αρχικά πέντε και κατόπιν άλλων δύο από αυτές τις περιοχές με το ζήτημα του τελικού status του καθαυτό Ναγκόρνο Καραμπάχ να μένει ανοικτό για το μέλλον.
Επιχειρώντας δε να αποδραματοποιήσει τα σχετικά με την εμπλοκή της Άγκυρας στον νότιο Καύκασο ο Ρώσος ηγέτης αναφέρει ότι το Αζερμπαϊτζάν δικαιούται ως κυρίαρχο κράτος να συνάπτει όποιες συμμαχίες κρίνει σκόπιμο, ενώ ισχυρίζεται ότι εν προκειμένω η Τουρκία (μέλος άλλωστε της “Ομάδας του Μινσκ”) δεν διέπραξε κάποια παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Αλλά βέβαια χρειάζεται για τον λόγο αυτό να παρακάμψει την ερώτηση του δημοσιογράφου σχετικά με τη μεταφορά χιλιάδων ισλαμιστών μαχητών από τη Συρία στο Αζερμπαϊτζάν, για την οποία οι ίδιες οι ρωσικές αρχές έχουν προβεί σε ηχηρές καταγγελίες.
Υπενθυμίζει, ωστόσο, ότι η Ρωσία, ως χώρα που έχει αναγνωρίσει τη Γενοκτονία των Αρμενίων, έκρινε “αντιπαραγωγική” και υπονομευτική του μέλλονος της επιτευχθείσας συμφωνίας την αναζωπύρωση οδυνηρών μνημών, με την παρουσία τουρκικών δυνάμεων στην γραμμή εκεχειρίας.
Στη διάχυτη δε καχυποψία ότι η Μόσχα άφησε την Αρμενία να ταπεινωθεί προκειμένου να πάρει τη ρεβάνς για τη μινι “έγχρωμη επανάσταση” του 2018 που έφερε στα πράγματα τον φιλοδυτικό Νικόλ Πασινιάν, ο Πούτιν απαντά επιδεικνύοντας παράδοξη γαλαντομία απέναντι στον Αρμένιο ηγέτη. Ακριβέστερα, αποκρούει τις κατηγορίες που τώρα διατυπώνονται στο εσωτερικό της Αρμενίας ότι ο Πασινιάν “πρόδωσε”, αποκαλύπτοντας ότι ο συνομιλητής του εμφανιζόταν αποφασισμένος να συνεχίσει τον πόλεμο και αρνήθηκε προηγούμενες συμβιβαστικές προτάσεις που προέβλεπαν επιστροφή των Αζέρων αμάχων στη Σούσα, δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Όταν όμως τα Σούσα καταλήφθηκαν από τους αντιπάλους, η επείγουσα επίτευξη εκεχειρίας ήταν ο όρος για να διασωθεί ό,τι μπορούσε να διασωθεί από το Ναγκόρνο Καραμπάχ. Με άλλα λόγια, ο Αρμένιος πρωθυπουργός έπεσε θύμα υπερβάλλουσας αυτοπεποίθησης (καλλιεργούμενης έξωθεν;), μέχρι που τον προσγείωσαν τα αμείλικτα δεδομένα στο πεδίο των μαχών.
Ο Πούτιν, πάντως, δεν αποφεύγει και κάποιους δηλητηριώδεις υπαινιγμούς για τον Αρμένιο πρωθυπουργό, υποστηρίζοντας ότι σε μια χώρα που αντιμετωπίζει διαρκή απειλή πολέμου δεν είναι νοητό η πολιτική αντιπαράθεση να διεξάγεται με “όρους πεζοδρομίου” (βλ. έγχρωμη επανάσταση), διχάζοντας τον λαό.
Μοιάζει πάντως σαν η Ρωσία να ενδιαφέρεται αυτή τη στιγμή για την παραμονή του Πασινιάν στην εξουσία, φοβούμενη ενδεχομένως τα εθνικιστικά αντανακλαστικά των αντίπαλων πολιτικο-οικονομικών φατριών της Αρμενίας. Πέρα από τις διαβεβαιώσεις του Πούτιν ότι η Αρμενία “ποτέ δεν αφέθηκε μόνη” και το υπονοούμενο ότι τη συνέχιση της αρμενικής παρουσίας στο Καραμπάχ μόνο η ύπαρξη των Ρώσων κυανοκράνων μπορεί να εξασφαλίσει, ακολούθησε το Σάββατο η μετάβαση των Ρώσων υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας στο Ερεβάν για την πραγματοποίηση διυπουργικής συνόδου. Όπως και η μεταβίβαση από το Πατριαρχείο Μόσχα του αιτήματος της Αρμενικής Εκκλησίας για ανάπτυξη ρωσικών δυνάμεων και πέριξ των αρμενικών μνημείων των περιοχών που θα επιστραφούν στον έλεγχο των αζερικών αρχών.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, πάντως, η συνέντευξη Πούτιν απευθύνεται και στους δυτικούς συνομιλητές της Ρωσίας, κυρίως τη Γαλλία και τις ΗΠΑ ως συμπροέδρους της “Ομάδας του Μίνσκ”. Στο ερώτημα κατά πόσον η Μόσχα τους παρέκαμψε επεξεργαζόμενη τη συμφωνία εκεχειρίας μεταξύ Αζέρων και Αρμενίων, ο Ρώσος πρόεδρος παρατήρησε ότι η χώρα του αποδίδει μεγάλη σημασία στην “Ομάδα του Μινσκ”, αλλά μπροστά στην επείγουσα προτεραιότητα να σταματήσει μια αιματοχυσία που επηρέαζε το μέλλον εκατομμυρίων ανθρώπων δεν δικαιολογείται διπλωματικά να “κρατά κανείς μούτρα”. Σε ελεύθερη μετάφραση, η εξασφάλιση ρόλου στη διευθέτηση μιας σύγκρουσης προϋποθέτει ανοικτούς διαύλους με όλους του αντιμαχόμενους και κυρίως δυνατότητα υπεράσπισής της επί του εδάφους.
capital.gr