Ο «γκρίζος λύκος» στην αναμπουμπούλα χαίρεται – Πώς ο «σουλτάνος» οικοδομεί
στη γεωπολιτική αστάθεια – Θα τον σταματήσει η Ευρώπη; Θα αντιδράσουν οι ΗΠΑ;
Γιατί θεωρούνται κρίσιμοι οι επόμενοι δύο μήνες.
Ο σοφός λαός χρησιμοποιεί συχνά το γνωμικό «στην αναμπουμπούλα ο λύκος
χαίρεται» για να περιγράψει καταστάσεις στην καθημερινή ζωή του, οι οποίες
είτε λόγω αναποφασιστικότητας, είτε λόγω έλλειψης θέλησης για την μόνιμη
επίλυσή τους, εκτυλίσσονται με τον πιο απροσδιόριστο τρόπο και καθίστανται
χαώδεις.
Στην γεωπολιτική και στις διεθνείς σχέσεις φυσικά, δεν αποτυπώνονται στην
εφαρμογή τέτοιες «παροιμίες», παρ’ όλα αυτά το σκηνικό που εκτυλίσσεται τον
τελευταίο χρόνο στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου, κάλλιστα θα μπορούσε να
χαρακτηριστεί ως μια τέτοια κατάσταση.
Από τη μία πλευρά, η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να αντιμετωπίζει με
«εκνευριστική» στωικότητα τις συνεχιζόμενες και διαρκώς διογκούμενες
προκλήσεις της Τουρκίας με αποκορύφωμα την πρόσφατη κιτς φιέστα στα Βαρώσια,
με τον ύπατο εκπρόσωπό της ΕΕ, Ζοζέπ Μπορέλ να προβαίνει σε μία ακόμη
«βαρυσήμαντη» δήλωση, για την οποία όπως φαίνεται και από άλλες παρομοίου
ύφους δηλώσεις στο παρελθόν, δεν ιδρώνει κανενός το αυτί στην αντίπερα όχθη.
Αλλά και ο φόβος για ενδεχόμενες κυρώσεις της ΕΕ προς την Τουρκία στην
προσεχή Σύνοδο Κορυφής δεν φαίνεται να συνετίζει τον θρασύτατο πλέον Τούρκο
Πρόεδρο. Η συνταγή είναι άλλωστε γνωστή και οι γείτονες την εφάρμοσαν πιστά
και στην προηγούμενη Σύνοδο Κορυφής. Πρόσκαιρη αναδίπλωση, δήθεν αθώα
καλέσματα και επικλήσεις στη διπλωματία, και πριν καλά καλά στεγνώσει το
μελάνι των αποφάσεων της Συνόδου, ξανά η ίδια πολεμική ρητορική και οι
επικίνδυνες γεωπολιτικές ακροβασίες. Αλήθεια, οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν
αντιλαμβάνονται ή δεν θέλουν να αντιληφθούν ότι η Τουρκία τους εμπαίζει
κανονικά;
Οι συνέπειες από την αναποφασιστικότητα της ΕΕ είναι πολλαπλές και ήδη
γίνονται αντιληπτές. Ο παραγκωνισμός για παράδειγμα της ΕΕ, από αξιόπιστο
μοχλό πίεσης και εξωτερικής πολιτικής και η υποκατάστασή της από την
Τουρκία και τη Ρωσία, απεδείχθη περίτρανα στην περίπτωση του Ναγκόρνο
Καραμπάχ και δυστυχώς με τον πιο τραγικό τρόπο για τους Αρμένιους
κατοίκους της περιοχής, οι οποίοι αφέθηκαν βορά στις ορέξεις των Αζέρων
και των Τούρκων συμμάχων τους.
Από την άλλη πλευρά, η εδώ και αρκετούς μήνες ανεκτικότητα των ΗΠΑ στα
τουρκικά νταηλίκια, επισφραγίζοντας με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο την
επιστήθια φιλία που σταδιακά ανέπτυξε ο Πρόεδρος Ερντογάν με τον
απερχόμενο Πρόεδρο Τράμπ, τροφοδότησε με «καύσιμο» την τουρκική
προκλητικότητα. Μπορεί τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών να μην
έγιναν αποδεκτά με πανηγυρισμούς στην Άγκυρα – άλλωστε ο Πρόεδρος Ερντογάν
ήταν από τους τελευταίους ηγέτες χωρών μελών του ΝΑΤΟ που έσπευσε να
συγχαρεί τον νεοεκλεγέντα Πρόεδρο Μπάιντεν – ωστόσο η μεταβατική περίοδος
μεταξύ της διακυβέρνησης Τράμπ και Μπάιντεν μάλλον ευνοεί για λίγο ακόμα
τους τουρκικούς λεονταρισμούς.
Τα κενά πολιτικής εξουσίας που άφησαν οι ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή της
Μέσης Ανατολής, τηρώντας την υπόσχεση του απερχόμενου Προέδρου της για
σταδιακή αποχώρηση και απεμπλοκή των Αμερικανικών δυνάμεων, δεν έσπευσε η
ΕΕ να τα αξιοποιήσει ως όφειλε, για να αναλάβει αποφασιστικό ρόλο στη
διαχείριση των αναδυόμενων καταστάσεων, αλλά άφησε χώρες με τυχοδιωκτικά
χαρακτηριστικά και επιδιώξεις να αναλάβουν αυτό τον ρόλο.
Και ο «λύκος» τι κάνει ύστερα από όλα αυτά; Μα φυσικά χαίρεται για όσο
διάστημα υπάρχει αυτή η γεωπολιτική αστάθεια, η οποία ευνοεί τους
τραμπουκισμούς του. Βέβαια, και όπως ισχύει σε όλες τις κρατούσες θεωρίες
διεθνών σχέσεων, η περίοδος αστάθειας και δισταγμού δεν διατηρείται επ’
άπειρον αλλά πάντα υπάρχει ένα σημείο (equilibrium) στο οποίο
αποκαθίστανται οι ισορροπίες. Αυτό το σημείο επιδιώκει η τουρκική
εξωτερική πολιτική να βρίσκεται το δυνατόν εγγύτερα στις νεοοθωμανικές
επιδιώξεις της. Θα το επιτρέψουν αυτό οι διεθνείς δρώντες;
Η απάντηση μάλλον θα στενοχωρήσει την κυβερνώσα τάξη στην Τουρκία. Η ΕΕ
σιγά σιγά βλέπει την πραγματική εικόνα της Τουρκίας και στις φωνές του
Γάλλου Προέδρου και του Καγκελαρίου της Αυστρίας προστίθενται κι άλλοι
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, σφόδρα ενοχλημένοι από τις «ψευτοπαλικαριές» του
Ερντογάν.
Αλλά και η επικείμενη αλλαγή διακυβερνησης στις ΗΠΑ σηματοδοτεί την
επανεκκίνηση μιας πιο δραστήριας αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής, η
οποία θα βασίζεται στην πιο επιθετική προώθηση των αμερικανικών
συμφερόντων και θα σπεύσει να καλύψει το κενό εξουσίας που άφησε να
δημιουργηθεί ο Πρόεδρος Τράμπ, κόβοντας την όρεξη για «μεγαλεία» σε
περιφερειακούς δρώντες, όπως η Τουρκία.
Σε αυτό το κλίμα και με την άμμο στην κλεψύδρα των ευκαιριών να τελειώνει,
η Τουρκία σπεύδει να επωφεληθεί από την εύθραυστη γεωπολιτικά κατάσταση,
για όσο μπορεί ακόμη. Η κακόγουστη φιέστα των Βαρωσίων, καθώς και η
επέκταση – μίας ακόμη – της NAVTEX του ORUC REIS έως τις 24 Νοεμβρίου
αποτελούν τα κύκνεια άσματα μιας συγκρουσιακής πολιτικής που αργά ή
γρήγορα θα οδηγήσει το τουρκικό κράτος στη μέγγενη της νομιμότητας και του
δικαίου. Και αν η διπλωματική απομόνωση και το γεγονός ότι η Τουρκία έχει
αποκτήσει ευρέως πλέον στους διπλωματικούς κύκλους το προσωνύμιο του
«κακομαθημένου παιδιού» δεν την ενοχλεί, η πορεία της ασθμαίνουσας
τουρκικής οικονομίας θα την ενοχλήσει και πολύ μάλιστα. Και τόσο η ΕΕ όσο
και οι ΗΠΑ έχουν τα «μέσα» και τους μοχλούς πίεσης, εφόσον το θέλουν
βέβαια, να επιβάλλουν στην Τουρκία μια στροφή πολιτικής που θα σέβεται τη
νομιμότητα και τις βασικές αρχές της καλής γειτονίας.
Μπροστά σε αυτόν τον κυκεώνα παγκόσμιων πολιτικών εξελίξεων και με την
τουρκική προκλητικότητα να μεγεθύνεται διαρκώς, η Χώρα μας αντιδρά
χρησιμοποιώντας εξίσου αποτελεσματικά την «ήπια» και τη «σκληρή» ισχύ της.
Μέσω της δραστήριας διπλωματίας που έχει αναπτυχθεί το τελευταίο χρονικό
διάστημα, οι προκλήσεις της γείτονος από διμερές πρόβλημα έχουν αναχθεί σε
ευρωτουρκικό λαμβάνοντας έτσι τις πραγματικές του διαστάσεις, ενώ
ταυτόχρονα διαρκής είναι η προβολή των ημέτερων θέσεων σε όλα τα διεθνή
φόρα όπως ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών.
Είναι δεδομένο πως μετά τη Συρία, τη Λιβύη, το Ιράκ και το Ναγκόρνο
Καραμπάχ, ο Ερντογάν έχει βάλει στο στόχαστρο το Αιγαίο και την ανατολική
Μεσόγειο. Προφανώς λοιπόν, όσο οι ΗΠΑ βρίσκονται ουσιαστικά σε ακυβερνησία
και η Ευρώπη συνεχίζει να τον «χαϊδεύει», δεν αποκλείεται το επόμενο
διάστημα να προχωρήσει σε ακόμα μεγαλύτερη κλιμάκωση της έντασης, που
ενδεχομένως να περιλαμβάνει μια ακόμα πιο επιθετική – προβοκατόρικη
ενέργεια κατά της χώρας μας.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις μας, ως ο κατεξοχήν βραχίονας της «σκληρής» ισχύος,
έχουν κατορθώσει με την αποφασιστική και δυναμική τους στάση να
αποτελέσουν το ακλόνητο ανάχωμα στις τουρκικές επιδιώξεις στο οποίο
στηρίζεται η υψηλή πολιτική της Χώρας για τους λεπτούς χειρισμούς της
κατάστασης.
Σε κάθε περίπτωση, ένα πράγμα είναι το σίγουρο: ότι όσο οι γείτονες
κλιμακώνουν τις προκλήσεις τους, η αντίδρασή μας μοιραία θα γίνεται ολοένα
πιο δυναμική. Οι διαθέσιμες επιλογές ποικίλουν μέχρι στιγμής και αυτό
είναι καλό. Εάν όμως τα περιθώρια στενέψουν, θα περιοριστούν και οι
επιλογές… Και αυτό δεν θα είναι καλό να συμβεί! Ας το γνωρίζουν «οι
παροικούντες στην Ιερουσαλήμ», εάν δεν το έχουν ήδη καταλάβει.