Στην πρόσφατη ιστορία της Μικράς Ασίας δεσπόζει η προσωπικότητα του «πατέρα των Τούρκων» Mustafa Kemal που θεωρείται ο ιδρυτής της σημερινής Τουρκίας
Στην πρόσφατη ιστορία της Μικράς Ασίας δεσπόζει η προσωπικότητα του «πατέρα των Τούρκων» Mustafa Kemal που θεωρείται ο ιδρυτής της σημερινής Τουρκίας.
Στην ομιλία του προς την Τουρκική εθνοσυνέλευση (1922) που έλαβε χώρα μετά την ελληνική μικρασιατική καταστροφή που ήταν η απαρχή της ουσιαστικής κατάργησης της συνθήκης των Σεβρών και παρά τα συγχαρητήρια μηνύματα και τηλεγραφήματα από μουσουλμανικά έθνη που θεώρησαν ότι αυτός ο μουσουλμάνος στρατηγός που είχε νικήσει όλη την ισχύ της Ευρώπης θα αποτελούσε την ευκαιρία για την εκδίωξη των αποικιοκρατών, είπε: «Δεν πιστεύω ούτε στη συμμαχία όλων των εθνών του Ισλάμ αλλά ούτε και στη συμμαχία των τούρκικων λαών.
Για πέντε αιώνες οι Τούρκοι πολεμούσαν και πέθαιναν στο Ιράκ, στην Αραβία, στην Ευρώπη, στον Καύκασο, στην Αφρική.
Τους εκμεταλλεύτηκαν επονείδιστα οι Σουλτάνοι τους και μάλιστα χωρίς κανένα όφελος.
Όσον αφορά τους μουσουλμάνους αδελφούς μας και βέβαια επιθυμούμε να τους δούμε ελεύθερους αλλά πέρα από τις ευχές μας δεν μπορούμε να τους προσφέρουμε καμία βοήθεια.
Η Οθωμανική αυτοκρατορία είναι πια νεκρή και τα κομμάτια της είναι διεσπαρμένα και ας πάει στην ευχή του θεού.
Καταλήγοντας είπε: η κυβέρνηση πρέπει να είναι σταθερή, με συγκεκριμένη πολιτική & με ένα σκοπό: να διαφυλάξει τη ζωή και την ανεξαρτησία του έθνους μέσα στα φυσικά του σύνορα.
Στην ευχή τα όνειρα και οι ψευδαισθήσεις, μας έχουν κοστίσει ακριβά στο παρελθόν».
Αναμφίβολα η τοποθέτηση του Mustafa Kemal ήταν η επιτομή της αυτογνωσίας & του ρεαλισμού καθόσον είχε αντιληφθεί ότι αυτό που είχε πετύχει οφειλόταν όχι μόνο στις ηγετικές του ικανότητές αλλά και στην απίστευτη «φαγωμάρα» που επικρατούσε στο ελληνικό στρατόπεδο.
Και φυσικά γνώριζε την σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των πρώην συμμάχων της Αντάντ που ανταγωνιζόμενοι τη Μ. Βρετανία και θεωρώντας την Ελλάδα ως το λειτουργικό της παράγωγο ενίσχυαν τον τουρκικό αγώνα και ηθικά και υλικά.
Σήμερα σχεδόν 100 χρόνια μετά, δεν είναι μυστικό ότι με τις ΗΠΑ και την Τουρκία υπάρχουν σημαντικά ζητήματα.
Θέματα με την Τουρκία αντιμετωπίζει και η Ευρώπη, τόσο σαν ένωση όσο και ξεχωριστά διάφορα ευρωπαϊκά κράτη.
Όλα αυτά συμβαίνουν παρά το γεγονός ότι Τουρκία είναι μέλος της Δυτικής συμμαχίας (ΝΑΤΟ) από το 1952, έχει αποκτήσει σημαντικές σχέσεις με τα κράτη της ευρωπαϊκής ένωσης τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο και φλερτάρει ακόμα και με ένταξη σ’ αυτήν.
Παρόλα αυτά, η σημερινή τουρκική ηγεσία που διαπνέεται από Σουλτανική ιδεοληψία έχει παραμερίσει την κληρονομιά και τις παρακαταθήκες του Mustafa Kemal, επεμβαίνει στο Ιράκ, στη Συρία, στον Καύκασο, στην Αφρική, προκαλεί στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο και αναλαμβάνοντας ρόλο προστάτη των παλαιστίνιων προκαλεί και το Ισραήλ.
Απροκάλυπτα στρέφεται και κατά Ευρωπαϊκών κρατών εστιάζοντας ιδιαίτερα στην Ελλάδα την οποία την παρουσιάζει διαχρονικά ως εργαλείο ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που χρησιμοποιήθηκε για τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και σήμερα χρησιμοποιείται κατά της Τουρκίας.
Θα μπορούσαμε να καταλήξουμε ότι η σημερινή τουρκική ηγεσία έχοντας πάρει και θρησκευτική παιδεία και έχοντας υπερβολικές φιλοδοξίες, να θέλει να αποκτήσει τον τίτλο του χαλίφη, ηγέτη των μουσουλμάνων, τίτλο που κατείχε ο τελευταίος Οθωμανός Σουλτάνος «Βαχντεντιν».
Έτσι λοιπόν χρησιμοποιεί μια έντονα αντιδυτική ρητορική, συναλλάσσεται με ισλαμικά ριζοσπαστικά στοιχεία που χρησιμοποιεί σε διάφορες διενέξεις και προκαλώντας ασύστολα γειτονικές χώρες να θέλει μέσω στρατιωτικών επιδείξεων και προεξοφλώντας νικηφόρο αποτέλεσμα να αναγνωρισθεί ως υπέρμαχος του Ισλάμ και οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί να προσβλέπουν σ’ αυτήν ώστε να καταστεί υπέρμαχος της Ανατολής έναντι της Δύσης.
Στην ομιλία του προς την Τουρκική εθνοσυνέλευση (1922) που έλαβε χώρα μετά την ελληνική μικρασιατική καταστροφή που ήταν η απαρχή της ουσιαστικής κατάργησης της συνθήκης των Σεβρών και παρά τα συγχαρητήρια μηνύματα και τηλεγραφήματα από μουσουλμανικά έθνη που θεώρησαν ότι αυτός ο μουσουλμάνος στρατηγός που είχε νικήσει όλη την ισχύ της Ευρώπης θα αποτελούσε την ευκαιρία για την εκδίωξη των αποικιοκρατών, είπε: «Δεν πιστεύω ούτε στη συμμαχία όλων των εθνών του Ισλάμ αλλά ούτε και στη συμμαχία των τούρκικων λαών.
Για πέντε αιώνες οι Τούρκοι πολεμούσαν και πέθαιναν στο Ιράκ, στην Αραβία, στην Ευρώπη, στον Καύκασο, στην Αφρική.
Τους εκμεταλλεύτηκαν επονείδιστα οι Σουλτάνοι τους και μάλιστα χωρίς κανένα όφελος.
Όσον αφορά τους μουσουλμάνους αδελφούς μας και βέβαια επιθυμούμε να τους δούμε ελεύθερους αλλά πέρα από τις ευχές μας δεν μπορούμε να τους προσφέρουμε καμία βοήθεια.
Η Οθωμανική αυτοκρατορία είναι πια νεκρή και τα κομμάτια της είναι διεσπαρμένα και ας πάει στην ευχή του θεού.
Καταλήγοντας είπε: η κυβέρνηση πρέπει να είναι σταθερή, με συγκεκριμένη πολιτική & με ένα σκοπό: να διαφυλάξει τη ζωή και την ανεξαρτησία του έθνους μέσα στα φυσικά του σύνορα.
Στην ευχή τα όνειρα και οι ψευδαισθήσεις, μας έχουν κοστίσει ακριβά στο παρελθόν».
Αναμφίβολα η τοποθέτηση του Mustafa Kemal ήταν η επιτομή της αυτογνωσίας & του ρεαλισμού καθόσον είχε αντιληφθεί ότι αυτό που είχε πετύχει οφειλόταν όχι μόνο στις ηγετικές του ικανότητές αλλά και στην απίστευτη «φαγωμάρα» που επικρατούσε στο ελληνικό στρατόπεδο.
Και φυσικά γνώριζε την σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των πρώην συμμάχων της Αντάντ που ανταγωνιζόμενοι τη Μ. Βρετανία και θεωρώντας την Ελλάδα ως το λειτουργικό της παράγωγο ενίσχυαν τον τουρκικό αγώνα και ηθικά και υλικά.
Σήμερα σχεδόν 100 χρόνια μετά, δεν είναι μυστικό ότι με τις ΗΠΑ και την Τουρκία υπάρχουν σημαντικά ζητήματα.
Θέματα με την Τουρκία αντιμετωπίζει και η Ευρώπη, τόσο σαν ένωση όσο και ξεχωριστά διάφορα ευρωπαϊκά κράτη.
Όλα αυτά συμβαίνουν παρά το γεγονός ότι Τουρκία είναι μέλος της Δυτικής συμμαχίας (ΝΑΤΟ) από το 1952, έχει αποκτήσει σημαντικές σχέσεις με τα κράτη της ευρωπαϊκής ένωσης τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο και φλερτάρει ακόμα και με ένταξη σ’ αυτήν.
Παρόλα αυτά, η σημερινή τουρκική ηγεσία που διαπνέεται από Σουλτανική ιδεοληψία έχει παραμερίσει την κληρονομιά και τις παρακαταθήκες του Mustafa Kemal, επεμβαίνει στο Ιράκ, στη Συρία, στον Καύκασο, στην Αφρική, προκαλεί στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο και αναλαμβάνοντας ρόλο προστάτη των παλαιστίνιων προκαλεί και το Ισραήλ.
Απροκάλυπτα στρέφεται και κατά Ευρωπαϊκών κρατών εστιάζοντας ιδιαίτερα στην Ελλάδα την οποία την παρουσιάζει διαχρονικά ως εργαλείο ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που χρησιμοποιήθηκε για τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και σήμερα χρησιμοποιείται κατά της Τουρκίας.
Θα μπορούσαμε να καταλήξουμε ότι η σημερινή τουρκική ηγεσία έχοντας πάρει και θρησκευτική παιδεία και έχοντας υπερβολικές φιλοδοξίες, να θέλει να αποκτήσει τον τίτλο του χαλίφη, ηγέτη των μουσουλμάνων, τίτλο που κατείχε ο τελευταίος Οθωμανός Σουλτάνος «Βαχντεντιν».
Έτσι λοιπόν χρησιμοποιεί μια έντονα αντιδυτική ρητορική, συναλλάσσεται με ισλαμικά ριζοσπαστικά στοιχεία που χρησιμοποιεί σε διάφορες διενέξεις και προκαλώντας ασύστολα γειτονικές χώρες να θέλει μέσω στρατιωτικών επιδείξεων και προεξοφλώντας νικηφόρο αποτέλεσμα να αναγνωρισθεί ως υπέρμαχος του Ισλάμ και οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί να προσβλέπουν σ’ αυτήν ώστε να καταστεί υπέρμαχος της Ανατολής έναντι της Δύσης.
Δημήτρης Ζακοντίνος
MSc stragetic & defense analyst
www.bankingnews.gr