Το καθεστώς Ερντογάν θα υποδεχόταν την είδηση της εκλογικής νίκης του Τζο Μπάιντεν στις ΗΠΑ κατά τρόπο μάλλον… χαοτικό, με τον διοικητή της τουρκικής Κεντρικής Τράπεζας να καρατομείται μέσω προεδρικού διατάγματος (είναι ο δεύτερος που φεύγει μέσα σε διάστημα 16 μηνών) και τον υπουργό Οικονομικών της χώρας (που τυγχάνει και γαμπρός του προέδρου Ερντογάν) να ανακοινώνει την παραίτησή του μέσω instagram… προκαλώντας προσωρινή «αφωνία» στο προεδρικό μέγαρο πίσω στην Άγκυρα.
Γράφει ο Γιώργος Σκαφιδάς
Το τουρκικό νόμισμα είχε μόλις λίγες ώρες νωρίτερα (την περασμένη Παρασκευή, 6 Νοεμβρίου) σπάσει το φράγμα των 8,5 λιρών ανά δολάριο υποχωρώντας σε νέο ιστορικό χαμηλό, με την είδηση της νίκης του Τζο Μπάιντεν να επιτείνει την κατρακύλα στον απόηχο παράλληλα και δημοσιευμάτων που θέλουν τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της Τουρκίας να εξανεμίζονται.
Όσο για τη συνήθως λαλίστατη τουρκική προεδρία με τις πολλές και συνήθως καλά συντονισμένες φωνές (του Ιμπραχίμ Καλίν, του Φαχρετίν Αλτούν, του Φουάτ Οκτάι, του ιδίου του Ερντογάν), εκείνη θα άφηνε ασχολίαστη για περισσότερες από 24 ώρες την είδηση της παραίτησης του Τούρκου υπουργού Οικονομικών (και γαμπρού του Ερντογάν) Μπεράτ Αλμπαϊράκ… Κι αυτό, εν μέσω (ενδεχομένως ακόμη και ενδοκυβερνητικά υποκινούμενων) φημολογιών σύμφωνα με τις οποίες συνολικά 30 με 40 βουλευτές του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) ετοιμάζονται να τα βροντήξουν και να μετακομίσουν είτε στο νεοσύστατο αντιπολιτευόμενο Κόμμα Δημοκρατίας και Προόδου (Deva) του άλλοτε υπουργού Οικονομίας/Εξωτερικών Αλί Μπαμπατζάν, είτε στο έτερο Κόμμα του Μέλλοντος (Gelecek) όπως ονομάζεται η παράταξη που ίδρυσε ο πρώην υπουργός Εξωτερικών και πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου.
Τα νέα δυσοίωνα δεδομένα
Πρωτοφανή ακόμη και για τα δεδομένα μιας χώρας συνηθισμένης σε εντάσεις και ανατροπές όπως είναι η Τουρκία, όσα διαδραματίζονται τα τελευταία 24ωρα έρχονται να αποτυπώσουν:
Τον βαθμό στον οποίο έχουν πια αποτύχει οι περισσότεροι από εκείνους τους μεγαλεπήβολους στόχους (2023 vision) που είχε θέσει ο ίδιος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εν όψει της συμπλήρωσης 100 ετών από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας το 2023.
Αλλά και τον βαθμό στον οποίο το στενό οικογενειακό περιβάλλον του προέδρου έχει πια φτάσει στο σημείο να αποτελεί μέρος του προβλήματος για την Τουρκία, μια χώρα που – ειρήσθω εν παρόδω – τυχαίνει να ανήκει και στο κλαμπ των G20 ισχυρότερων οικονομιών της υφηλίου.
Ο Ερντογάν είχε – ως πρωθυπουργός πίσω στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, με τον Αλί Μπαμπατζάν τότε αντιπρόεδρο στο πλευρό του και τον Αχμέτ Νταβούτογλου στο τιμόνι του υπουργείου Εξωτερικών – θέσει μια σειρά από μεγαλοϊδεατικούς στόχους… προς το 2023 και την επέτειο της συμπλήρωσης εκατό ετών από την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκίας.
Έως και το 2023, βάσει όσων είχε διακηρύξει τότε ο ηγέτης του ισλαμοσυντηρητικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, η Τουρκία θα έπρεπε να βρίσκεται στο κλαμπ των δέκα μεγαλύτερων οικονομιών της υφηλίου, με το ΑΕΠ της να αγγίζει τα 2 τρισ. δολ. (25.000 δολ κατά κεφαλήν). Οι τουρκικές εξαγωγές θα έπρεπε να έχουν εκτοξευθεί σε 500 εκατ. δολ. ετησίως, η ανεργία να έχει υποχωρήσει στο 5% και η Τουρκία να προσελκύει περίπου 50 εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο, ξεχωρίζοντας ως ένας από τους κορυφαίους πέντε τουριστικούς προορισμούς στον κόσμο.
Εκτός στόχων η τουρκική οικονομία
Πίσω στο παρόν, η πατρίδα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βλέπει πια (εδώ και καιρό είναι η αλήθεια) το νόμισμά της να καταρρέει, τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα να εξανεμίζονται και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών να διευρύνεται, έχοντας εν τω μεταξύ αλλάξει τρεις κεντρικούς τραπεζίτες μέσα σε διάστημα μόλις 16 μηνών.
H ισοτιμία της λίρας με το δολάριο, από περίπου 1,6 που ήταν το 2011, πλέον έχει ξεπεράσει το 8,1 (το βράδυ της Δευτέρας, 09 Νοεμβρίου) ενώ η ανεργία «παίζει» κοντά στο 13% και ο πληθωρισμός κοντά στο 12%, με το τουρκικό ΑΕΠ παράλληλα να υπολογίζεται κοντά στα 650 δισ. δολ. για το 2020 (ή 7.715 δολ. κατά κεφαλήν).
Κι όλα αυτά, στη σκιά μιας πανδημίας όπως είναι εκείνη του κορονοϊού που μόνο στην Τουρκία έχει προκαλέσει επισήμως περισσότερους από 10.000 θανάτους (αν και υπάρχουν φωνές που υποστηρίζουν ότι ο πραγματικός αριθμός είναι ακόμη μεγαλύτερος) τινάζοντας παράλληλα στον αέρα και τη βιομηχανία του τουρισμού.
Φύγε εσύ – έλα εσύ στην Κεντρική Τράπεζα
Μόλις το περασμένο Σάββατο, 07 Νοεμβρίου, ο Ερντογάν «εκπαραθύρωσε» τον κεντρικό τραπεζίτη Μουράτ Ουϊσάλ, εκείνον που ο ίδιος είχε τοποθετήσει στο συγκεκριμένο πόστο πριν από περίπου 16 μήνες. Στην θέση του αποπεμφθέντα, ο Τούρκος πρόεδρος διόρισε έναν παλαιό… βουλευτή του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, τον πρώην υπουργό Οικονομικών Νατζί Αγμπάλ.
Μόλις λίγες ώρες αργότερα ωστόσο, την Κυριακή 08 Νοεμβρίου, ο 42χρονος Μπεράτ Αλμπαϊράκ, υπουργός Οικονομικών της Τουρκίας από το 2018, πρώην υπουργός Ενέργειας (2015-2018) και γαμπρός του ιδίου του Ερντογάν ήδη από το 2004, θα ανακοίνωνε την παραίτησή του μέσω instagram… επικαλούμενους λόγους υγείας. Υποστηρίζοντας ότι θέλει να αρχίσει να περνά περισσότερο χρόνο με την οικογένειά του.
Η είδηση θα έπεφτε σαν βόμβα, προκαλώντας σύγχυση αλλά και αμφιβολίες. Αρχικά, θα κυκλοφορούσε το σενάριο ότι ο Αλμπαϊράκ δεν παραιτείται αλλά απλώς έπεσε θύμα χάκινγκ, ότι δηλαδή η «είδηση» της παραίτησής του ήταν έργο σκοτεινών κύκλων που ίσως να έδρασαν και για λογαριασμό πολιτικών αντιπάλων του υπουργού-γαμπρού, ενδεχομένως ακόμη και ενδοκυβερνητικών.
Αλμπαϊράκ εναντίον Σοϊλού
Το ότι ο 42χρονος προεδρικός γαμπρός είχε «εχθρούς» εντός του κυβερνητικού σχήματος είναι γνωστό εδώ και καιρό. Ο Αλμπαϊράκ βρισκόταν, για παράδειγμα, «στα μαχαίρια» με τον υπουργό Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού, με τον οποίο είχαν φτάσει μάλιστα στο σημείο να ανταλλάσσουν ακόμη και «τζαρτζαρίσματα» μπροστά στις κάμερες… ως υποψήφιοι διάδοχοι του Ερντογάν αμφότεροι. Μόλις στις αρχές του τρέχοντος μήνα ωστόσο, ο 42χρονος Μπεράτ βρέθηκε στο στόχαστρο και του Μπουλέντ Αρίντς, άλλοτε αντιπροέδρου, με τον τελευταίο να εκφράζει δημοσίως την ανησυχία του για την κατάσταση της τουρκικής οικονομίας επικρίνοντας παράλληλα κάποιες από τις δημόσιες τοποθετήσεις του Αλμπαϊράκ.
Οι περισσότεροι φαίνεται να συμφωνούν ότι ο Μπεράτ Αλμπαϊράκ ήταν ένας κακός υπουργός. Παράλληλα ωστόσο, ήταν ένας υπουργός που μπορούσε να λειτουργήσει και ως εξιλαστήριο θύμα υπέρ του Ερντογάν, απορροφώντας δηλαδή την κριτική που, υπό άλλες συνθήκες, μπορεί να κατευθυνόταν στο πρόσωπο του ιδίου του Τούρκου προέδρου. Ο 42χρονος εμφανιζόταν παράλληλα να διατηρεί καλές προσωπικές σχέσεις με έναν άλλο προεδρικό γαμπρό, τον Τζάρεντ Κούσνερ, σύζυγο της κόρης του Ντόναλντ Τραμπ.
Τι ήταν εκείνο, λοιπόν, που οδήγησε στην τελευταία οικογενειακή-πολιτική κρίση;
Ως προς αυτό, έχουν γραφτεί πολλά τα τελευταία 24ωρα. Ο Μπεράτ Αλμπαϊράκ εμφανίζεται για παράδειγμα να διατηρεί καλές σχέσεις με τον Μουράτ Ουισάλ, τον πρώην κεντρικό τραπεζίτη που απέπεμψε ο Ερντογάν μόλις το περασμένο Σάββατο (07 Νοεμβρίου), αλλά όχι και με τον πρώην υπουργό Οικονομικών και άλλοτε βουλευτή Νατζί Αγκμπάλ τον οποίο ο Ερντογάν διόρισε στη θέση του Ουισάλ. Ο διορισμός του Αγκμπάλ μπορεί λοιπόν να ήταν η κίνηση που ώθησε τον 42χρονο στην έξοδο.
Για τον Αλμπαϊράκ ωστόσο, έχουν γραφτεί και άλλα: ότι μπορεί για παράδειγμα να απέκρυπτε πληροφορίες από τον ίδιο τον Ερντογάν αλλά και ότι βρισκόταν στο επίκεντρο οικογενειακών προβλημάτων που επηρεάζουν αρνητικά τον Τούρκο πρόεδρο.
AktifBank, Halkbank και ο παράγων ΗΠΑ
Μέσα σε όλα τα άλλα ωστόσο τα φημολογούμενα, ο Αλμπαϊράκ εμφανίζεται ταυτόχρονα «εκτεθειμένος» απέναντι και στους Αμερικανούς, ως ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της ÇalıkHolding υπό την ομπρέλα της οποίας λειτουργούσε και η AktifBank που έχει κατηγορηθεί ως εμπλεκόμενη σε δίκτυα παραβίασης των αμερικανικών κυρώσεων κατά της Τεχεράνης, όπως άλλωστε και η έτερη μεγάλη τουρκική τράπεζα Halkbank διευθυντικό στέλεχος της οποίας ήταν όμως άλλοτε ο Μουράτ Ουισάλ, ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης που αποπέμφθηκε δηλαδή από τον Ερντογάν μόλις το περασμένο Σάββατο (07 Νοεμβρίου), λίγες ώρες προτού ο ίδιος ο Αλμπαϊράκ κάνει γνωστή την παραίτησή του…
Υπό αυτήν την έννοια, η έξοδος του Αλμπαϊράκ θα μπορούσε ίσως να ερμηνευτεί και ως ένα προληπτικό βήμα απέναντι στις (νομικές) διαδικασίες που ενδεχομένως να (ανα)κινούσε κατά της Τουρκίας (Τούρκων αξιωματούχων, τουρκικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων κ.ά.) μια αμερικανική διοίκηση υπό τον Τζο Μπάιντεν.
Η έξοδος του Αλμπαϊράκ μπορεί να ερμηνευτεί, από την άλλη, και ως ενδεικτική των τριγμών εντός ενός προσωποπαγούς οικογενειοκρατικού συγκεντρωτικού συστήματος εξουσίας το οποίο διανύει πια τη δική του κρίση έχοντας αυτοϋπονομευτεί μέσα από τους μεγαλοϊδεατισμούς του ιδίου του Τούρκου προέδρου.
Τα εν οίκω εν δήμω
Εδώ που έχουμε φτάσει ωστόσο πλέον, όσα συμβαίνουν εντός του οικογενειακού περιβάλλοντος του Ερντογάν δεν περιορίζονται εν οίκω αλλά διαχέονται εν δήμω, υπό μορφή ενδοκυβερνητικών συγκρούσεων ανάμεσα σε αντίπαλες κλίκες. Ο Μπεράτ Αλμπαϊράκ εξακολουθεί άλλωστε να διατηρεί υπολογίσιμα ερείσματα, τόσο στα τουρκικά μίντια (μέσω του αδελφού του, Σερχάτ Αλμπαϊράκ) όσο και στον κομματικό μηχανισμό (ελέγχοντας τους καλούμενους «πελικανιστές» εντός του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης). Όσο για τη σύζυγό του και κόρη του Τούρκου προέδρου, Εσρα Ερντογάν, εκείνη εμφανιζόταν τουλάχιστον μέχρι πρότινος να ασκεί σημαντική επιρροή στον πατέρα της…
Για τους φίλους του Ερντογάν από την άλλη, το αφήγημα παραμένει σε κάθε περίπτωση το ίδιο: Σύμφωνα με αυτό, η τουρκική οικονομία νοσεί απλώς και μόνο επειδή οι «κακοί» δυτικοί θέλουν να σύρουν την Τουρκία πίσω στα δεσμά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από τα οποία είχε καταφέρει να την «απελευθερώσει» ο Ερντογάν το 2013…
Χάνει Τραμπ και Τζέιμς Τζέφρι
Η τουρκική ενδοκυβερνητική κρίση έρχεται πάντως σε μια περίοδο ευρύτερων ανατροπών. Με την επικείμενη αποχώρηση του Ντόναλντ Τραμπ από τον Λευκό Οίκο, ο Ερντογάν χάνει έναν σημαντικό προσωπικό φίλο στην Ουάσιγκτον, έναν φίλο που τον προστάτευε από επαπειλούμενες κυρώσεις, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι μια διοίκηση Μπάιντεν θα σπεύσει να υιοθετήσει άμεσα πιο σκληρή γραμμή απέναντι στην Τουρκία.
Πέρα από τον Τραμπ ωστόσο, η Άγκυρα πλέον χάνει και τον Τζέιμς Τζέφρι από ειδικό απεσταλμένο των ΗΠΑ για τη Συρία. Ο λόγος για έναν διπλωμάτη – πρώην πρέσβη των Ηνωμένων Πολιτειών στην Τουρκία – ιδιαίτερα φιλικό προς τις τουρκικές θέσεις (και ιδιαίτερα «εχθρικό» προς τους Κούρδους), στο πόστο του οποίου είναι πια προγραμματισμένο να κάτσει ως νέος ειδικός απεσταλμένος ο Τζόελ Ρέιμπερν.
Σκιές πάνω από τα ελληνοτουρκικά
Το ερώτημα είναι πια ένα: Θα μπορούσε η Τουρκία, στην προσπάθειά της είτε να αποπροσανατολίσει το εσωτερικό τουρκικό ακροατήριο από τους πονοκεφάλους της οικονομίας είτε να δημιουργήσει νέα τετελεσμένα, να ρισκάρει μια νέα κρίση στα ελληνοτουρκικά στον δρόμο προς όσα αναμένονται το προσεχές διάστημα: την ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής εν προκειμένω στις αρχές Δεκεμβρίου και την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν στην προεδρία των ΗΠΑ τον ερχόμενο Ιανουάριο;
«Λογικά» σκεπτόμενος, θα έλεγε κανείς «όχι». Τραβώντας το σκοινί σε μια τόσο τεταμένη περίοδο, ο Ερντογάν θα ήταν σαν να καλεί τους Γάλλους να «μπλοκάρουν» την τελωνειακή ένωση της ΕΕ με την Τουρκία, πράγμα που θα μπορούσε να αποβεί όμως καταστροφικό για την ίδια την τουρκική οικονομία (εάν δεν τη σώσει μια γερμανική παρέμβαση), πολύ δε περισσότερο σε μια περίοδο όπως η τρέχουσα.
Η Τουρκία βέβαια του Ερντογάν από την πλευρά της έχει την τάση να αντιμετωπίζει την ένταση με… ένταση και τη φωτιά με… λάδι.
Την παρουσία του τουρκικού Oruc Reis πάντως εντός των ορίων της διεκδικούμενης από την Ελλάδα υφαλοκρηπίδας στην Ανατολική Μεσόγειο… σαν να τη συνηθίσαμε πια, υπό την έννοια ότι πλέον δεν τη συζητάμε καν σαν είδηση. Υπό αυτό το πρίσμα, πιθανές νέες σεισμογραφικές από την Τουρκία ανατολικά του 28ου μεσημβρινού θα αποτελούσαν μεν πρόκληση… αλλά όχι και κλιμάκωση των προκλήσεων στα μάτια σειράς κυβερνητικών στελεχών. Τι θα μπορούσε να αποτελέσει κλιμάκωση; Η έλευση ενός τουρκικού γεωτρύπανου ενδεχομένως στις ίδιες περιοχές νοτίως του νησιωτικού συμπλέγματος της Μεγίστης… Η απόπειρα σεισμογραφικών ερευνών δυτικά του 28ου μεσημβρινού… Μια τουρκική προβοκάτσια με αφορμή κάποια επιχείρηση έρευνας και διάσωσης στο Αιγαίο κ.ά. Οι επιλογές, δυστυχώς, πολλές…
ΠΗΓΗ: armynet.gr