Αντιμέτωπος με μια σειρά από κυρώσεις ο τούρκος πρόεδρος αν δεν επανεκλεγεί ο
“φίλος” Τραμπ
Για τη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ υπάρχει μια διαδεδομένη θεωρία
ότι ο ρόλος του προέδρου της χώρας είναι λίγο, πολύ διακοσμητικός, αλλά αυτή
μάλλον θα πρέπει να την κατατάξουμε στον κατάλογο των «παρωχημένων», από τη
στιγμή που το 2016 ο Ντόναλντ Τραμπ έγινε ένοικος του Λευκού Οίκου.
Με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την αποχώρηση από τη συμφωνία του Παρισιού
για την κλιματική αλλαγή (με ημερομηνία την επομένη των αμερικανικών εκλογών)
και την προαναγγελία για την ανάκληση αυτής από τους Δημοκρατικούς και τον εν
δυνάμει πλανητάρχη Τζο Μπάιντεν, η προσέγγιση και η «αισθητική» του
απερχόμενου τέτοιου σε μια σειρά από περιβαντολλογικά, γεωπολιτικά (και
υγειονομικά καλή ώρα) ζητήματα, διαφέρει ακόμα και από επιφανή στελέχη του
Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.
Ένα από αυτά, στα οποία θα επέλθει ανατροπή στα ισχύοντα δεδομένα, μετά τη
διαδοχή του Τραμπ από τον Μπάιντεν, είναι σύμφωνα με Αμερικανούς και διεθνείς
αναλυτές, το τουρκικό ζήτημα και η αντιμετώπιση του καθεστώτος Ερντογάν.
Είναι κοινό μυστικό σε Τουρκία και ΗΠΑ ότι αν κάποια χώρα επιθυμούσε
περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη την επανεκλογή Τραμπ, αυτή είναι η γείτονά
μας. Δεν χρειάζεται διεισδυτική ματιά για να συμπεράνει κάποιος ότι από τους
χαρακτηρισμούς «φίλος» και «τρομερός ηγέτης» του Τραμπ για τον Ρετζέπ Ταγίπ
Ερντογάν έως την εκπεφρασμένη τον περασμένο Ιανουάριο επιθυμία του Μπάιντεν να
συνεργαστεί με την τουρκική αντιπολίτευση για την εκδίωξη του από την εξουσία,
υπάρχει μια μεγάλη απόσταση που η Τουρκία θα προτιμούσε να παραμείνει
αδιασάλευτη.
Επειδή βέβαια η διακυβέρνηση διαφέρει από τον αντιπολιτευτικό λόγο και πολύ
λίγο έχει σχέση με προσωπικές αντιπάθειες ή προτιμήσεις, δεν περιμένει κανείς
ότι τώρα ο Τζο Μπάιντεν θα συνεργαστεί (τουλάχιστον επίσημα) για την ανατροπή
του Τούρκου ηγέτη. Ωστόσο η ήττα Τραμπ σημαίνει ότι ο Ερντογάν χάνει τον πιο
πολύτιμο σύμμαχό του στην Ουάσιγκτον, αφήνοντας την Άγκυρα ευάλωτη στο έλεος
ενός οργισμένου Κογκρέσου, που εδώ και καιρό αξιώνει κυρώσεις με αφορμή την
αγορά των S-400 από τη Ρωσία.
Στην κορυφή της ατζέντας λοιπόν θα τεθούν προσεχώς η εξαγορά από την Τουρκία
των ρωσικών πυραύλων και εάν ο νέος πρόεδρος επιβάλει κυρώσεις CAATSA στην
Τουρκία. Η ταλαιπωρημένη τουρκική λίρα είναι ιδιαιτέρως ευάλωτη σε
αμερικανικές κυρώσεις και μια τέτοια εξέλιξη θα έπληττε επιπλέον την καρδιά
της τουρκικής οικονομίας.
Οι λεγόμενες κυρώσεις CAATSA κυμαίνονται από την απαγόρευση έκδοσης θεωρήσεων
εισόδου (βίζες) και την άρνηση πρόσβασης στην Τράπεζα Εξαγωγών-Εισαγωγών που
έχει την έδρα της στις ΗΠΑ, μέχρι και πιο σκληρές επιλογές όπως το μπλοκάρισμα
οποιονδήποτε συναλλαγών με το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα και την
άρνηση έκδοσης αδειών εξαγωγής.
Η τιμωρία από την Ουάσιγκτον για την αγορά των ρωσικών πυραύλων από την Άγκυρα
έχει μέχρι σήμερα περιοριστεί στην αποπομπή της Τουρκίας από το πρόγραμμα των
μαχητικών αεροπλάνων F35. Ωστόσο το Κογκρέσο είχε θέσει ως χρονικό deadline το
γεγονός των εκλογών για την μετάβαση στο επόμενο στάδιο.
«Δεν έχουμε άλλη υπομονή. Η άσκηση πίεσης στην κυβέρνηση, ανεξαρτήτως ποια θα
είναι η κυβέρνηση, για να επιβληθούν οι κυρώσεις του νέου νόμου στην Τουρκία
θα έχουν διακομματική στήριξη στο Κογκρέσο», δήλωσε πριν από λίγες ημέρες ο
Δημοκρατικός γερουσιαστής Κρις Βαν Χόλεν, επιβεβαιώνοντας ότι Δημοκρατικοί και
Ρεπουμπλικάνοι είναι ενωμένοι στο ζήτημα αυτό.
Θα ήταν ευχής έργο βέβαια να καθορίσει η νέα αμερικανική κυβέρνηση την
πολιτική της απέναντι στον Ερντογάν περισσότερο με βάση ανθρωπιστικά κριτήρια
και λιγότερο με θέματα εξοπλισμού και «προδοσίας» μιας πολεμικής συμμαχίας που
σε ένα καλύτερο κόσμο δεν θα είχε κανένα λόγο ύπαρξης.
Ο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος έχει μιλήσει ανοιχτά για τον «αυταρχισμό» του
Ερντογάν και έχει στηλιτεύσει την αποδυνάμωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και
των δημοκρατικών λειτουργιών στην Τουρκία, είναι στα λόγια «δεσμευμένος» ότι
προτίθεται να κάνει κάτι για όλα αυτά.
Όπως πάντα βέβαια, τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή αναμένεται να είναι το
τελικό κριτήριο για τις όποιες αποφάσεις. Απλώς αυτή τη φορά, υπάρχει ένας
πλανητάρχης που έχει εκφραστεί με τα πιο προσβλητικά λόγια για τον παράφρονα
Τούρκο ηγέτη και η ελπίδα είναι να τον «αστυνομεύσει» με μεγαλύτερη
εχεφροσύνη.