Αναντίλεκτα η πρόταση της Ελληνικής Κυβέρνησης για αναστολή της τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας μπορεί ν’ αποτελέσει μεγάλο πλήγμα, με δυσχερείς οικονομικές συνέπειες για την Τουρκία. Με τις σημερινές συνθήκες, όμως, όπου κυριαρχούν τα συμφέροντα που καθορίζουν και τις διαμορφωθείσες συμμαχίες, φαντάζει ως ουτοπική επίκληση, ν’ αποτελέσει απόφαση της ΕΕ η αναστολή της τελωνειακής συμφωνίας.
Η δυστοκία επιβολής κυρώσεων κατά της Τουρκίας, μετά και την κατ’ εξακολούθησιν επιθετική της συμπεριφορά έναντι της Κύπρου και της Ελλάδας, καταδεικνύει ότι τα τεράστια οικονομικά συμφέροντα των κρατών-μελών έρχονται πάνω από κάθε αρχή, κάθε αξία της Ένωσης, και κάθε σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου.
Η Τελωνειακή Συμφωνία
Οι εμπορικές σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ επισφραγίστηκαν στις 31 Δεκεμβρίου 1995, όταν βάσει της συμφωνίας της Άγκυρας του 1963, που όρισε και τη σχέση αυτή, το συμβούλιο σύνδεσης Τουρκίας και ΕΟΚ (τότε) αποφάσισε τη σύναψη της τελωνειακής ένωσης. Η εν λόγω συμφωνία αφορούσε σε όλα τα προϊόντα, πλην τα αγροτικά. Λίγους μήνες αργότερα, το 1996, στη συμφωνία συμπεριλήφθηκαν τα προϊόντα άνθρακα και χάλυβα, ενώ δύο χρόνια μετά, το 1998, τέθηκε σε ισχύ και το προτιμησιακό καθεστώς (κανόνες καταγωγής), τόσο για τα αγροτικά προϊόντα όσο και τα αλιεύματα.
Η συμφωνία του 1995 επικεντρώνεται στην ελεύθερη διακίνηση προϊόντων -χωρίς ποσοτικούς περιορισμούς και δασμούς- ανάμεσα στην Τουρκία και την ΕΕ, είτε αυτό αφορά προϊόντα παραγωγής στο ένα μέρος είτε προϊόντα που διακινούνται ελεύθερα στο ένα μέρος, μετά από εισαγωγή από τρίτη χώρα. Άλλωστε το ανεμπόδιστο εμπόριο σε διεθνές επίπεδο, με κοινούς κανόνες για όλα τα κράτη-μέλη, αποτελεί και μέλημα της ΕΕ, που της επιτρέπει και τη σύναψη εμπορικών συμφωνιών ως Ένωσης με άλλες χώρες.
Για σκοπούς ιστορίας να υπενθυμίσουμε ότι, η υφιστάμενη συμφωνία τελωνειακής ένωσης Τουρκίας-ΕΕ, δεν μπορεί να αναθεωρηθεί, μετά από απόφαση του Συμβουλίου Κορυφής στις 26 Ιουνίου του 2018, το οποίο αποφάσισε επίσης και ότι δεν μπορούν να ανοίξουν ή να κλείσουν νέα Κεφάλαια στις διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ.
Αλληλεξάρτηση Τουρκίας – ΕΕ
Αναπόφευκτα, λόγω του μεγέθους της Τουρκίας, η συμφωνία της τελωνειακής ένωσης είχε ως αποτέλεσμα την αλληλεξάρτηση της ΕΕ με την Τουρκία, που επιτεύχθηκε μέσα από τη σημαντική αύξηση των εμπορικών τους σχέσεων.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, μόνο το 2018 το διμερές εμπόριο είχε συνολικό ύψος 138 δισεκατομμύρια ευρώ, σε μία χρονιά μάλιστα κατά την οποία κατεγράφησαν και τα έντονα σημάδια της οικονομικής κρίσης στην Τουρκία, και άρα το ισοζύγιο ήταν ισοσκελισμένο σε αγαθά και υπηρεσίες, λόγω της μείωσης της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας.
Το 2019 οι εξαγωγές προϊόντων από την ΕΕ στην Τουρκία έφτασαν τα 68,2 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ οι εξαγωγές της Τουρκίας προς την ΕΕ έφτασαν τα 69,8 δισεκατομμύρια ευρώ. Η ΕΕ είναι βασικός εξαγωγικός προορισμός της Τουρκίας, εφόσον εκεί κατευθύνεται το 42,4% των τουρκικών εξαγωγών, ενώ από την ΕΕ προέρχεται το 32,3% των εισαγωγών προς την Τουρκία.
Πριν από την τουρκική οικονομική κρίση του 2018, οι εξαγωγές από την ΕΕ στην Τουρκία ήταν ακόμη υψηλότερες, φτάνοντας το 2017 τα 76,65 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η Τουρκία αποτελεί τον έκτο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Ε.Ε., τόσο σε εισαγωγές, όσο και εξαγωγές, ενώ οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελούν τον πρώτο εταίρο της Τουρκίας στις εμπορικές της συναλλαγές.
Ως προς τη σημασία της ΕΕ ως εμπορικού εταίρου της Τουρκίας, αρκεί να αναφέρουμε ότι η ΕΕ είναι στην πρώτη θέση και ως προορισμός εξαγωγών και ως προέλευση εισαγωγών. Ειδικότερα, το 32,3% των τουρκικών εισαγωγών προέρχεται από την ΕΕ και το 42,4% των τουρκικών εξαγωγών είναι προς την ΕΕ, με βάση τα επίσημα στοιχεία του 2019.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ακόμη και μετά την αποχώρηση της Αγγλίας, η ΕΕ αποτελεί τον βασικότερο εμπορικό εταίρο της Τουρκίας. Ο αμέσως επόμενος βασικός εταίρος της Τουρκίας ως προς τις εισαγωγές είναι η Ρωσία -αφορά κυρίως ενεργειακές εισαγωγές της Τουρκίας- ενώ ως προς τις εξαγωγές ο επόμενος βασικός εταίρος της Τουρκίας είναι η Μεγάλη Βρετανία!
Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι ισχυρό ρόλο διαδραματίζουν και ξένες επενδύσεις στην Τουρκία, μετά το 2002. Η μεγάλη πλειοψηφία αυτών των επενδύσεων ήταν από ευρωπαϊκές εταιρείες, κυρίως, της Μεγάλης Βρετανίας, της Γερμανίας, της Ολλανδίας και της Ισπανίας. Επενδύσεις που βοήθησαν και στην ισχυρή άνοδο του τουρκικού ΑΕΠ, το οποίο έχει σχεδόν τετραπλασιαστεί από το 2002 έως το 2018.
Συμφέροντα και η δήθεν ηθική της ΕΕ
Μελετώντας τα επίσημα στοιχεία εξάγεται εύκολα και το συμπέρασμα ότι η πρόταση της Ελληνικής Κυβέρνησης τέθηκε κυρίως για επικοινωνιακούς λόγους στο εσωτερικό μέτωπο. Η Ελλάδα, όπως και η Κύπρος, όπως και κάθε χώρα γνωρίζουν πολύ καλά το παιχνίδι των οικονομικών συμφερόντων και των εξαρτήσεων! Την ίδια ώρα, όμως, με την τακτική των κινήσεων για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης και κυρίως με την έλλειψη σοβαρής και σχεδιασμένης στρατηγικής, η Τουρκία του Ερντογάν λαμβάνει και το έναυσμα του άτρωτου μπροστά στην επιθετική της συμπεριφορά.
Σαφώς όπως προαναφέραμε και όπως φαίνεται και από τα επίσημα στοιχεία η αναστολή της συμφωνίας της τελωνειακής σύνδεσης θα σημαίνει ένα τεράστιο οικονομικό πλήγμα στην ήδη βεβαρημένη οικονομία της Τουρκίας. Είναι πρόδηλον, όμως, ότι η αναστολή της συμφωνίας τελωνειακής σύνδεσης είναι ανεδαφική, αφού μπορεί να προκαλέσει ζημιές δισεκατομμυρίων σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες.
Δεν θα έχει κόστος μόνο η Τουρκία. Μεγάλα οικονομικά συμφέροντα ευρωπαϊκών χωρών θίγονται και δεν τίθεται θέμα τα κράτη-μέλη να τα αγνοήσουν. Μία προσέγγιση που απειλεί, βεβαίως, τη συλλογικότητα των συμφερόντων της Ένωσης, υποβαθμίζει την ηθική βάση και βάζει σε μακροχρόνιους, και όχι μόνο, κινδύνους τη συνέχιση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος…
Σημερινή