Του Κώστα Ράπτη
Η τελευταία μεσανατολική περιοδεία του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν επεφύλασσε αρκετές εκπλήξεις – με την προσθήκη νέων σταθμών, οι οποίοι έγιναν γνωστοί την τελευταία στιγμή, όπως η Ραμάλλα, η Λάρνακα και η Άγκυρα.
Στην τουρκική πρωτεύουσα, όμως, τον επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ τον περίμενε μία άλλη έκπληξη – και μάλιστα διπλή. Αφενός ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φρόντισε να προγραμματίσει επίσκεψη σε μια μακρινή βορειοανατολική επαρχία της Τουρκίας, στερώντας από τον Αμερικανό επισκέπτη την ευκαιρία μίας συνάντησης. Αφετέρου, την παραμονή της άφιξης Μπλίνκεν, η Τουρκία ανακοίνωσε την ανάκληση του πρεσβευτή της από το Ισραήλ.
Η φιλοδοξία του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας να συζητήσει και στην Άγκυρα “τρόπους περιορισμού της βίας, της εμπρηστικής ρητορικής και των περιφερειακών εντάσεων”, όπως περιέγραψε τους στόχους της μεσανατολικής περιοδείας ο εκπρόσωπός του, μάλλον πέφτει στο κενό.
Ο Μπλίνκεν βρέθηκε υποχρεωμένος να συζητήσει με τον ομόλογό του Χακάν Φιντάν (πέρα από το σίριαλ της σουηδικής ένταξης στο ΝΑΤΟ με αντάλλαγμα τα μαχητικά F-16 προς την Τουρκία) τον ρόλο που θα μπορούσε να παίξει στο μεσανατολικό μία χώρα η οποία ήδη διά στόματος του Ταγίπ Ερντογάν “έχει ξεγράψει τον Νετανιάχου”.
Βέβαια, με αντίστοιχο τρόπο ο Ερντογάν είχε “ξεγράψει” μόλις πέρυσι και τον Κυριάκο Μητσοτσάκη, με τον οποίο τώρα πρόκειται να συμπροεδρεύσει, καλώς εχόντων, στη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας, τον Δεκέμβριο στη Θεσσαλονίκη. Όπως σημειώνουν οι πλέον δηκτικοί παρατηρητές, ο σχεδιασμός του Ερντογάν ποτέ δεν πηγαίνει πέραν του εξαμήνου.
Με τον Νετανιάχου τα πράγματα είναι βέβαια πολύ πιο εύκολα. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός θεωρείται μετά τον αιφνιδιασμό της 7ης Οκτωβρίου ότι έφτασε στο πολιτικό του τέλος, το οποίο θα επικυρωθεί μετά τη λήξη των εχθροπραξιών. Το να τον “ξεγράφει” κανείς είναι μάλλον ανέξοδο.
Επιπλέον, όπως τόνισε ο Ερντογάν συνομιλώντας με τους δημοσιογράφους κατά την πτήση της επιστροφής του από το Καζακστάν, όπου συμμετείχε στη σύνοδο των Τουρκικών Κρατών, “η πλήρης διακοπή σχέσεων, ιδίως στη διεθνή διπλωματία, είναι εκτός συζήτησης”. Ο Τούρκος πρόεδρος σημείωσε χαρακτηριστικά ότι ο υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν και ο επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών Ιμπραχίμ Καλίν διατηρούν τις επαφές τους με τους Ισραηλινούς ομολόγους τους.
Θα μπορούσε, σε μία κρίση ειλικρίνειας, να προσθέσει ότι η συνέχιση της πολεμικής προσπάθειας του Ισραήλ, την οποία τόσο καταγγέλλει, δεν θα ήταν δυνατή δίχως την κάλυψη μεγάλου μέρους των αναγκών του εβραϊκού κράτους από το αζέρικο πετρέλαιο που εξάγεται μέσω τουρκικών λιμένων.
Σε ευρύτερη κλίμακα, θα άξιζε να παρατηρήσει κανείς ότι η δεκαετία της “καταβύθισης” των τουρκο-ισραηλινών (πολιτικών και μόνο) σχέσεων μετά την επίθεση στο πλοίο Mavi Marmara ήταν ταυτόχρονα και η περίοδος όπου οι δύο πλευρές αντικειμενικά συμπορεύθηκαν στο μέγα εγχείρημα της “αλλαγής καθεστώτος” στη Δαμασκό, το οποίο δίχασε τον αραβικό κόσμο και “πάγωσε” την παλαιστινιακή αντίσταση.
Γεγονός παραμένει, ωστόσο, ότι οι προηγούμενοι σχεδιασμοί του Ερντογάν ως προς τη μεσανατολική πολιτική αποτέλεσαν ένα από τα θύματα των επιθέσεων της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου. Η Άγκυρα αφιέρωσε μεγάλη προσπάθεια κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο στην αποκατάσταση των σχέσεών της με το Ισραήλ: ο πρεσβευτής που ήδη ανακλήθηκε είχε εγκατασταθεί στο Τελ Αβίβ μόλις τον περασμένο Νοέμβριο μετά από μακρά περίοδο κατά την οποία η θέση του έμενε κενή, ενώ ο νυν “ξεγραμμένος” Νετανιάχου είχε προ διμήνου την ευκαιρία να συναντηθεί ιδιαιτέρως με τον Ερντογάν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη.
Εξ ου και η αρχική αντίδραση του Τούρκου ηγέτη μετά την 7η Οκτωβρίου ήταν ασυνήθιστα μετριοπαθής για τα μέτρα του. Αλλά οι αρχικές εκκλήσεις προς όλες τις πλευρές για κατευνασμό έδωσαν σταδιακά τη θέση τους στην όλο και πιο ηχηρή καταγγελία του Ισραήλ.
Ο λόγος για αυτό είναι διπλός: Ο Ερντογάν φιλοδοξεί να αναδειχθεί σε (συν)εγγυητή της επόμενης μέρας, καθιστώντας την Τουρκία οιονεί προστάτη τόσο των Παλαιστινίων όσο και των Ισραηλινών – ωστόσο βρίσκει κλειστό τον δρόμο για την υλοποίηση της φιλοδοξίας του αυτής: το Ισραήλ δεν ενδιαφέρεται, ενώ η παράταση των εχθροπραξιών βάζει το έδαφος για μία συσπείρωση των αραβικών κρατών, η οποία θα αφήνει όλο και λιγότερο χώρο στις εξω-αραβικές δυνάμεις.
Αρκείται συνεπώς προς το παρόν ο Ερντογάν στο να ακολουθεί το ρεύμα της εγχώριας και περιφερειακής κοινής γνώμης. Για τις διαθέσεις της πρώτης αρκεί και μόνο να σημειωθούν οι χθεσινές ταραχές στο Ιντσιρλίκ, όπου διαδηλωτές επιχείρησαν να εισβάλουν στην εκεί αμερικανική βάση.
Άλλωστε, τον Μάρτιο διεξάγονται οι δημοτικές εκλογές όπου ο Ερντογάν φιλοδοξεί, σε επικύρωση της πρόσφατης επανεκλογής του, να ανακτήσει τον έλεγχο των μεγαλύτερων δήμων (Κωνσταντινούπολη, Άγκυρα). Πρόκειται για το ορόσημο με το οποίο ολοκληρώνεται το “εξάμηνο” των τωρινών σχεδιασμών του Τούρκου προέδρου.
capital.gr