Τα 101 της χρόνια κλείνει φέτος η Νέα Ιωνία, για την οποία ο Στέλιος Καζαντζίδης, γέννημα θρέμμα της, τραγουδούσε «Φτωχιά μου, Νέα Ιωνία, στα μάτια σου είδα το φως, στους δρόμους και στα καφενεία ο κάθε φίλος, αδελφός / Και μου λέγανε ιστορίες στη μικρή μου την αυλή δυο γερόντοι από τον Πόντο, μια γριούλα από το Αϊβαλί».
Η περιοχή στην οποία βρίσκεται η Νέα Ιωνία λεγόταν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα Ποδαράδες, και ήταν σχεδόν ακατοίκητη: Μόλις οκτώ οικογένειες έμεναν εκεί, βοσκοί και καλλιεργητές ενός κτήματος 1.230 στρεμμάτων που ανήκε στο Ιερό Κοινό του Παναγίου Τάφου.
Το Ταμείο Περιθάλψεως Προσφύγων αγόρασε το κτήμα, που έμελλε να γίνει ο πυρήνας του νέου συνοικισμού, και πρότεινε τον Μάρτιο του 1923 στους πρόσφυγες από την Σπάρτη της Μικράς Ασίας να εγκατασταθούν εκεί.
«Μας είπαν ότι θα προσπαθήσουν να μας χτίσουν οικήματα εις σημείον τι πλησίον των Αθηνών, το λεγόμενον “Ποδαράδες”. Πηγαίνετε να δείτε (μας είπαν) την τοποθεσίαν αυτήν και αν σας αρέσει να σας κτίσωμεν περί τα 650 οικήματα» γράφει στις Αναμνήσεις του ο ιερέας Παπαϊωακείμ Πεσματζόγλου, που είχε έρθει το 1922 από την Σπάρτη στην Αττάλεια και από εκεί στην Ελλάδα. «Την επομένη ολόκληρο το συμβούλιον του συλλόγου μας με λαχτάρα και ζήλον εβγήκαμεν και ευρήκαμεν την τοποθεσία Ποδαράδων, αφού από το τέρμα Πατησίων εκάμαμε μιαν και ημισείαν ώραν. Προσεκτικά κοιτάζοντας τα διάφορα μέρη, ευρήκαμεν την τοποθεσία. Τοποθεσία θελκτική και ευάερος, αλλά γεμάτη από ακανθώδεις θάμνους, άγρια δένδρα. Εκαθίσαμεν εις ένα σημείον και συνεζητήσαμεν σχετικώς. Μετά δύο ημέρας εδώσαμεν την έκθεσίν μας, ότι το μέρος είναι κατάλληλον».
Ο Νικόλαος Πλαστήρας, αρχηγός της επαναστατικής κυβέρνησης, έβαλε την Κυριακή 27 Ιουνίου 1923 τον θεμέλιο λίθο της συνοικίας, η οποία αρχικά ονομάστηκε Νέα Πισιδία.
Πισιδία ονομαζόταν η περιοχή της Μικράς Ασίας στην οποία βρισκόταν η Σπάρτη (σημερινή Ισπάρτα) και αντιστοιχεί περίπου στη σημερινή επαρχία της Αττάλειας.
Το όνομα που είχε προτείνει ο ιερέας Πεσματζόγλου ήταν βασικά Νέα Σπάρτη, αλλά ο Πλαστήρας επέμεινε στο Νέα Πισιδία, για να συμπεριληφθούν και οι πρόσφυγες των πόλεων της ίδιας επαρχίας.
Σύντομα, βέβαια, στην περιοχή ήρθαν και εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες και από άλλες επαρχίες, από την Ινέπολη, την Κασταμονή, τη Σαφράμπολη, τη Νεάπολη, την Καππαδοκία, την Αλάγια και την Αττάλεια, και ακόμη από τη Σμύρνη και τα περίχωρά της, τα Βουρλά και το Αϊβαλί, οπότε επικράτησε ο γενικότερος όρος Νέα Ιωνία.
Φαν φακτ: Η λέξη Γιουνάν που χρησιμοποιείται για τους Έλληνες και την Ελλάδα στα τουρκικά, τα αραβικά και άλλες γλώσσες της Εγγύς Ανατολής είναι παραφθορά του Ίωνα, κατοίκου της Ιωνίας. Κλείνει η παρένθεση.
Ο νεόχτιστος οικισμός διαιρέθηκε σε δύο ζώνες, που είναι εμφανείς μέχρι σήμερα: Μία οικιστική και μία «εργοστασίων και λατομείων» στην περιοχή της Ελευθερούπολης. Τα σπίτια της οικιστικής ζώνης χτίστηκαν ταχύτατα από πλίνθους και στέγες από πισσόχαρτο, και εν συνεχεία κεραμίδια. Καθένα από αυτά στέγαζε δύο οικογένειες, καθεμία εκ των οποίων είχε στη διάθεσή της ένα δωμάτιο 13,5 τετραγωνικών που χρησίμευε για σαλόνι και υπνοδωμάτιο, ένα κουζινάκι-πλυσταριό και μια αποθήκη-ντουλάπα.
Η περιοχή αναπτύχθηκε γρήγορα, αρχικά ως κέντρο ταπητουργίας (χάρη και στα νερά από το ρέμα του Ποδονίφτη, που κυλάει ακόμα στην περιοχή) που αριθμούσε στις αρχές της δεκαετίας του 1930 28 ταπητουργεία με περίπου 800 αργαλειούς και χίλιους εργάτες, και αργότερα με τη βιομηχανική ζώνη της Ελευθερούπολης να στρέφεται στη βαμβακουργία. Τη δεκαετία του ’50, η Νέα Ιωνία μετρά 500 εργοστάσια και βιοτεχνίες με περίπου 7.000 εργάτες, μιλάμε κανονικά για το Μάντσεστερ της Ελλάδας.
Το 1956, ο Ηλεκτρικός και οι τρεις σταθμοί του (Νέα Ιωνία, Πευκάκια, Περισσός) ξεκινούν την επανάσταση που θα ολοκληρώσουν από τη μια η εσωτερική μετανάστευση και από την άλλη η αντιπαροχή, με την περιοχή να μετατρέπεται σταδιακά από βιομηχανική εργατούπολη σε εμπορικό κέντρο.