Ο Όσιος Γεννάδιος γεννήθηκε στους Καλαρρύτες Ιωαννίνων το 1805. Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Βασίλης του Αθανασίου.
Στην ηλικία των 15 χρόνων εγκατέλειψε την πατρίδα του και εγκαταστάθηκε στο χωριό της Κέρκυρας, Άνω Καρακιάνα όπου εκάρη Μοναχός και χειροτονήθηκε Ιερέας σε άγνωστη χρονολογία.
Επισήμους ιστορικάς αναφοράς διά το μοναστήρι έχομεν από το έτος 1706 και εξής. Κατά το έτος 1754 η ιδιοκτησία της Εκκλησίας μεταβιβάζεται είς τον ιερέα και νοτάριον Ιωάννην Κόσμον ή Κοσμάν Φίλιον, ευγενή, του οποίου η οικογένεια ανεγράφετο εις το LIBRO D’ ORO.
Ο κληρονόμος του Αναστάσιος Φίλιος πωλεί τον ναόν το έτος 1820 εις τον Ιερομόναχον Νικόλαον Πατρίκιον του Σπυρίδωνος εκ Κεφαλληνίας.
Ο ετεροθαλής αδελφός του τελευταίου Ηλίας, ο και κληρονόμος αυτού, το 1850 έδωκεν τον ναόν εις τον ευλαβή ιερομόναχον Γεννάδιον (κ.κ. Γεώργιον) Βασίλη του Αθανασίου, εις «εδαφονομήν παντοτεινήν» ύψους 20 βενετικών ταλήρων κατ’ έτος.
Ο Θεοφόρος Γέρων Γεννάδιος οραματίζεται την δημιουργίαν γυναικείας Ιεράς Μονής.
Έν έτει 1856 αποκτά την πλήρη κυριότητα του ναού, καταβάλλων εις τους κληρονόμους του Ηλία Πατρικίου το ποσόν των 400 ταλήρων.
Ακολούθως ούτος κτίζει το δυώροφον κοινοβιακόν κτίριον, περιμανδρώνει τον ιερόν χώρον, ανακαινίζει τον ιερόν ναόν, αφιερώνει αργυράς εικόνας και κανδήλας ως και μίαν περίχρυσον λειψανοδήκην, περιέχουσα λείψανα Αγίων Μαρτύρων και εγκαθιστά τριμελή γυναικείαν αδελφότητα.
Ο θάνατος τον ευρίσκει ήρεμον και εξηγιασμένον το 1859 και εις ηλικίαν 54 μόλις ετών.
Ἀπολυτίκιον Ὁσίου Γενναδίου
ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης
Καλαρρύτων τὸν γόνον, τῆς Κερκύρας τὸ κλέϊσμα, Μονῆς τῆς Κασσωπίτρας τὸν στύλον, μοναζουσῶν τὸν ὑπέρμαχον, βιώσαντα ἐν τήδε τῇ ζωῇ ὡς Ἄγγελος οὐράνιος Θεοῦ· διὸ ὑμνοῦμεν σε πιστῶς ἀπὸ καρδίας κράζοντες, πατῆρ ἡμῶν Γεννάδιε Ὅσιε, χαῖροις τῶν μοναστῶν ἡ καλλονή, χαῖροις ἱερέων καύχημα, χαῖροις πιστῶν ὁ ἀκέστωρ καὶ πρὸς Θεὸν νεοφανής, πρέσβυς ἀκοίμητος.
Μεγαλυνάριον
Χαῖροις τῆς Κερκύρας νέος φωστῆρ, Γεννάδιε Πάτερ ἀσθενούντων ὁ ἀρωγός, χαῖροις Κασσωπίτρας Μονῆς τῆς Παναγίας ὁ μέγας ἀντιλήπτωρ καὶ τῶν πιστῶν ἁπάντων προστάτης ἔνθερμος.