Από Σάββας Δ. Βλάσσης
Δεν είναι μόνο η Σούδα, την οποία «βλέπει» το ΓΕΕΘΑ, ως ένα νέο, μόνιμο,
«σπίτι» για το Πολεμικό Ναυτικό. Μπορεί οι μελέτες και ο επιτελικός σχεδιασμός
σε επίπεδο ΓΕΝ και ΓΕΕΘΑ να έχει αφιερώσει μεγάλο κεφάλαιο στην αναβίωση του
Ναυστάθμου Σούδας ως δευτέρου κυρίου ναυστάθμου, αλλά πλέον το ΓΕΕΘΑ έχει
στρέψει το ενδιαφέρον του και σε άλλα «σενάρια» για την κάλυψη επιχειρησιακών
αναγκών σε διακλαδική βάση.
Τα τελευταία έτη, το ΓΕΕΘΑ είχε αποφασίσει την μεταστάθμευση της 32ας
Ταξιαρχίας Πεζοναυτών από τον Βόλο στην Αττική και την Σαλαμίνα, με βασικό
στόχο τα στρατεύματα που προορίζονται να εκτελέσουν αμφίβιες αποβατικές
επιχειρήσεις, να βρίσκονται δίπλα στα μέσα του Πολεμικού Ναυτικού που θα τους
μεταφέρουν, δηλαδή τα αποβατικά της Διοίκησης Αμφιβίων Δυνάμεων. Η μετακίνηση
κρινόταν απαραίτητη κυρίως για την μείωση των χρόνων που απαιτούν οι πλόες των
αργοκίνητων αρματαγωγών από τον Ναύσταθμο Σαλαμίνας μέχρι τους λιμένες
επιβιβάσεως των πεζοναυτών, ώστε εν συνεχεία να ταξιδεύσουν μέχρι τον
προορισμό – στόχο.
Ο Α/ΓΕΕΘΑ Στρατηγός Κωνσταντίνος Φλώρος, έφερε στο τραπέζι μια άλλη αντίληψη
στην επίλυση του προβλήματος. Η κεντρική ιδέα είναι ο μόνιμος ελλιμενισμός
αρματαγωγών στο λιμάνι του Βόλου, δίπλα δηλαδή στο Στρατόπεδο Γεωργούλα, όπου
εδρεύει η 32α Ταξιαρχία Πεζοναυτών και τα δύο εκ των τριών ταγμάτων της, 505
και 521 Τάγματα Πεζοναυτών.
Το ΓΕΕΘΑ διέταξε το ΓΕΝ να προβεί στην εκπόνηση μελέτης για τις αναγκαίες
εργασίες επεκτάσεως του λιμένος Βόλου, με σκοπό την δημιουργία υποδομών για
μόνιμο ελλιμενισμό 3 αρματαγωγών κλάσεως ΣΑΜΟΣ. Με τα συγκεκριμένα πλοία,
είναι εφικτή η μεταφορά ενός πλήρους Συγκροτήματος Αποβατικού Τάγματος προς το
Ανατολικό Αιγαίο και σε πολύ μικρότερους χρόνους εν σχέσει με τα υφιστάμενα
σχέδια που προϋποθέτουν πολλές ώρες πριν τον απόπλου των αρματαγωγών από τον
Ναύσταθμο Σαλαμίνος. Η νέα κατάσταση, θα επιφέρει και οικονομίες σε καύσιμα,
καθώς τα μονίμως ευρισκόμενα αρματαγωγά στον Βόλο, δεν θα ταξιδεύουν από την
Σαλαμίνα μέχρι εκεί για την πραγματοποίηση των τακτικών ασκήσεων που προβλέπει
ο εξαμηνιαίος κύκλος του προγράμματος εκπαιδεύσεως των πεζοναυτών.
Η μεταφορά σημαντικού μέρους του Στόλου στον Ναύσταθμο Σούδας, θα βελτιώσει
τους χρόνους ανταποκρίσεως για την κάλυψη επιχειρησιακών απαιτήσεων στον Νότιο
Τομέα του Αιγαίου όσο και γενικότερα στην Ανατολική Μεσόγειο. Μέχρι το 1968
στην Σούδα ναυλοχούσε περίπου το ήμισυ της δυνάμεως του Στόλου αλλά μετά το
βασιλικό αντικίνημα του Νοεμβρίου 1967, στο οποίο το ναυτικό τάχθηκε στο
πλευρό του Κωνσταντίνου, η χούντα έκρινε σκόπιμο το «μάντρωμα» του Στόλου στην
Σαλαμίνα για τον ευκολότερο έλεγχό του. Έκτοτε, η κατάσταση αυτή δημιούργησε
ένα «κατεστημένο» που δεν μεταβλήθηκε από την πτώση της χούντας, με το
προσωπικό του Πολεμικού Ναυτικού να εθίζεται στην ιδέα ότι η καρριέρα του
μπορεί να έχει το «αμετάθετο», παραμένοντας στην περιοχή Αττικής.
Η διευθέτηση αυτή, που ασφαλώς δεν προέκυψε με βάση επιχειρησιακά κριτήρια,
δεν είναι η πρώτη στην ιστορία του Πολεμικού Ναυτικού. Το 1878, λόγω
κινητοποιήσεως εξαιτίας του Ρωσοτουρκικού Πολέμου, με βασιλικό διάταγμα, ο
τότε ναύσταθμος στον Πόρο μεταφέρθηκε «πραξικοπηματικώς» στην Σαλαμίνα και
διατάχθηκε η σύνταξη εκθέσεως ειδημόνων για την οριστική μεταφορά του
πολεμικού ναυστάθμου. Η έκθεση απεφάνθη ότι καταλληλότερη θέση ήταν αυτή της
Χαλκίδος αλλά η αντίδραση που προκλήθηκε από τους «οπαδούς» της Σαλαμίνος,
οδήγησε το 1879 στην ανάθεση σε τριμελή επιτροπή αλλοδαπών (!) της μελέτης του
θέματος. Αυτοί απεφάνθησαν υπέρ της Σαλαμίνος κι έτσι εκδόθηκε το 1881
βασιλικό διάταγμα για την δημιουργία του Ναυστάθμου Σαλαμίνος. Ωστόσο, άπαντες
την εποχή εκείνη μιλούσαν για την υποβάθμιση των στρατιωτικών κριτηρίων έναντι
των «πολιτικών», στα οποία κάποιοι επικριτικοί περιλάμβαναν και το προνόμιο
του… παγωτού που μπορούσαν να απολαύσουν τα στελέχη του ναυτικού ευρισκόμενα
εγγύς Αθηνών.
Είναι δεδομένο ότι το εγχείρημα της δημιουργίας υποδομών στην Σούδα είναι μια
σοβαρή πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσει το ΥΠΕΘΑ και τα Γενικά Επιτελεία.
Ωστόσο, πέραν της αυτονόητης δαπάνης για έργα που σχετίζονται με τον
ελλιμενισμό, την υποστήριξη, συντήρηση και εφοδιασμό των πλοίων και των
οπλικών συστημάτων τους, δεν μπορεί να εγείρεται και το θέμα της υποδομής
κατοικιών για το προσωπικό του ναυστάθμου.
Κατά την αντίληψη του ΓΕΕΘΑ, η απαίτηση από πλευράς Πολεμικού Ναυτικού για
ύπαρξη στρατιωτικών κατοικιών που θα διατεθούν στο προσωπικό, δεν μπορεί να
τίθεται ως προϋπόθεση για την ενεργοποίηση μιας ναυτικής εγκαταστάσεως. Στον
Στρατό επί παραδείγματι, οι μεταθέσεις προσωπικού ή η δημιουργία ενός νέου
στρατοπέδου, ποτέ δεν σχετιζόταν με κριτήριο την κάλυψη πρώτα των αναγκών
στεγάσεως του προσωπικού. Η συγκεκριμένη νοοτροπία είναι εσφαλμένη και αδικεί
το Πολεμικό Ναυτικό.
Από αυτή την άποψη, ο μόνιμος ελλιμενισμός 3 αρματαγωγών του Πολεμικού
Ναυτικού στον λιμένα του Βόλου, κρίνεται σαφώς εντός των δυνατοτήτων για το
εγγύς μέλλον.