Ο Ταγίπ Ερντογάν απέλυσε πριν λίγες μέρες τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Μουράτ Ουισάλ, ενώ το Σαββατοκύριακο εξανάγκασε σε παραίτηση από τη θέση του υπουργού Οικονομικών τον γαμπρό του, Μπεράτ Αλμπαϊράκ.
Οι δύο τους, Ουισάλ και Αλμπαϊράκ, ήταν εκείνοι που υλοποιούσαν πιστά την πολιτική Ερντογάν μέχρι πρόσφατα. Η πολιτική αυτή, συνίστατο στη διατήρηση χαμηλών επιτοκίων, καθώς, σύμφωνα με την ανορθόδοξη πεποίθηση του Ερντογάν, τα ψηλά επιτόκια συνεισφέρουν στην αύξηση του πληθωρισμού και όχι στη μείωση του. Έτσι, τα επιτόκια της Κεντρικής Τράπεζας μειώθηκαν στο 8,25%, ενώ ο πληθωρισμός βρίσκεται στο 12%. Η Τουρκία, δηλαδή, διατηρεί αρνητικά επιτόκια και αυτό ήταν ένας από τους σημαντικούς λόγους για την κατρακύλα της ισοτιμίας του νομίσματος της.
Μια χαμένη μάχη
Το Ιούνιο και τον Ιούλιο, η Κεντρική Τράπεζα ξόδεψε ένα τεράστιο μέρος των αποθεμάτων της σε μια απέλπιδα προσπάθεια να διατηρήσει σταθερή την ισοτιμία της τουρκικής λίρας. Στο τέλος, όμως, συνέβη το αναπόφευκτο. Συνολικά, η τουρκική λίρα έπεσε 30% από την αρχή του χρόνου, ενώ μέσα σε τρία χρόνια έχασε τα 9/10 της αξίας της, έναντι των κυριότερων ξένων νομισμάτων.
Πέρα όμως από τα αρνητικά επιτόκια, η τουρκική λίρα πιέζεται από την αύξηση στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, καθώς λόγω κορωνοϊού οι εισπράξεις από τον τουρισμό το καλοκαίρι ήταν πολύ μειωμένες. Οι διεθνείς οργανισμοί υπολογίζουν ότι το 2020 θα κλείσει με μείωση στο τουρκικό ΑΕΠ κατά 5%, αλλά τα χειρότερα έπονται.
Υπό κανονικές συνθήκες, η υποτίμηση της τουρκικής λίρας θα μπορούσε να βοηθήσει την τουρκική οικονομία. Αυτό, όμως, δε συμβαίνει, για δύο λόγους. Εν πρώτοις, η εξωτερική ζήτηση είναι μειωμένη, λόγω της πανδημίας. Επιπλέον, οι τουρκικές επιχειρήσεις διατηρούν δάνεια 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε ξένο συνάλλαγμα. Στο βαθμό που δεν εξάγουν όλα τα προϊόντα τους, η υποτίμηση της λίρας κάνει πιο δύσκολη την αποπληρωμή αυτού του χρέους. Να υπενθυμίσω ότι, πριν από 20 περίπου χρόνια, αρκετές τουρκικές επιχειρήσεις πέρασαν στην ιδιοκτησία των διεθνών πιστωτών τους, λόγω αδυναμίας εξυπηρέτησης των χρεών τους σε ξένο συνάλλαγμα.
Ο φόβος μπροστά στο ταμείο
Τότε, η Τουρκία υποχρεώθηκε να καταφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, κάτι που ο Ερντογάν προσπαθεί εναγωνίως να αποφύγει σήμερα. Έχει εξασφαλίσει μια επιπλέον πιστωτική γραμμή, της τάξης των δέκα δισεκατομμυρίων δολαρίων, από το Κατάρ, ενώ τοποθέτησε στην κορυφή της Κεντρικής Τράπεζας τον Νατσί Αγκπάλ, ο οποίος θεωρείται πιο ορθόδοξος στις οικονομικές του απόψεις. Τη Δευτέρα, οι κινήσεις του απέδωσαν, καθώς η τουρκική λίρα επανάκτησε το 4% της αξίας της. Πρόκειται, όμως, για προσωρινή αντίδραση. Ο νέος διοικητής θα πρέπει να αυξήσει τα επιτόκια, κάτι που θα επηρεάσει αρνητικά το ρυθμό ανάπτυξης. Αν δε το κάνει, η διολίσθηση του τουρκικού νομίσματος θα συνεχιστεί.
Όσον αφορά την επίδραση αυτών των εξελίξεων στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η επιθετικότητα του Ταγίπ Εντογάν και η διάνοιξη συνεχώς νέων μετώπων αποτελούν αντιπερισπασμό μπροστά στα μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Αν τελικά αναγκαστεί να εμφανιστεί ικέτης στην αυλή του Νομισματικού Ταμείου, θα του κοπεί ο αέρας. Η διάσωση της τουρκικής οικονομίας θα συνοδευτεί από σκληρούς οικονομικούς και πολιτικούς όρους. Για τούτο, άλλωστε, έχει θέσει ως σημαίνοντα στόχο της πολιτικής του την αποφυγή προσφυγής στο ΔΝΤ.
Τέλος, οι Τουρκοκύπριοι είναι αυτονόητο ότι επηρεάζονται αρνητικά από τις εξελίξεις στην οικονομία της Τουρκίας. Πολλοί Τουρκοκύπριοι πληρώνονται σε τουρκικές λίρες, ενώ ταυτόχρονα άλλοι έχουν έσοδα σε ξένο συνάλλαγμα. Πράγμα που σημαίνει ότι τα κατεχόμενα θα αντιμετωπίσουν διεύρυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων αλλά και εισαγόμενη, από την Τουρκία, οικονομική κρίση.
* Οικονομολόγος.