O Τούρκος ναύαρχος εν αποστρατεία Τζεμ Γκουρντενίζ δηλώνει ανήσυχος για την επανάληψη των ελληνοτουρκικών διερευνητικών επαφών. “Δεν μπορείς να διαχειρίζεσαι τις γεωπολιτικές υποθέσεις της Τουρκίας με τέτοια ζιγκ-ζαγκ” τόνισε σε μία από τις αλλεπάλληλες εμφανίσεις του στα μέσα ενημέρωσης τις προηγούμενες ημέρες.
Όμως ο ναύαρχος και πρωτεργάτης του δόγματος της “Γαλάζιας Πατρίδας” δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι τα ζιγκ-ζαγκ αποτελούν, χρόνια τώρα, το σήμα κατατεθέν της πολιτικής του Ταγίπ Ερντογάν – και δεν τον έχουν βλάψει μέχρι τώρα.
Ο Τζεμ Γκουρντενίζ κατονομάζει ευθέως αυτό που θεωρεί ως το επίδικο αντικείμενο που υποκρύπτεται πίσω από την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών: το αν η χώρα του θα συνεχίσει να ευθυγραμμίζεται με τη Δύση στην ανατολική Μεσόγειο ή θα ακολουθήσει μια στρατηγική μεγαλύτερης αυτονομίας στην επιβεβαίωση των συμφερόντων της.
Ο Ερντογάν είναι εμφανές ότι σκέφτεται διαφορετικά. Πιεσμένος από την κατάσταση της τουρκικής οικονομίας, η οποία μεταφράζεται σε πολιτική φθορά του στο εσωτερικό, ανήσυχος για το τί του επιφυλάσσει η έλευση του Τζο Μπάιντεν στην αμερικανική προεδρία, αλλά και προβληματισμένος για τη στάση των εταίρων του στην “Διαδικασία της Αστάνα” (χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος με τον οποίο η Ρωσία ακύρωσε, τηρώντας όλα τα προσχήματα της ρωσο-τουρκικής συνεργασίας, την προοπτική παρεμβολής οποιουδήποτε τρίτου στην καυκασιανή “πίσω αυλή” της), ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας επείγεται να βρει στηρίγματα στη Δύση – πρωτίστως στην Ε.Ε., ως μοχλό μιας περαιτέρω επανασυμφιλίωσης με τη Ουάσιγκτον.
Το ίδιο πράττει και με τους γείτονές του στη Μέση Ανατολή, ευελπιστώντας ότι η αποκατάσταση των σχέσεων με την Σαουδική Αραβία και εν συνεχεία με το Ισραήλ θα του ανοίξει δρόμους συνεννόησης με την άλλη άκρη του Ατλαντικού, αλλά και θα οριοθετήσει προκαταβολικά τα όποια ανοίγματα προς την Τεχεράνη έχει κατά νου ο Μπάιντεν.
Οι καιροί δεν ευνοούν επιδείξεις τουρκικής “στρατηγικής αυτονομίας”. Αλλά και οι εγχώριες ισορροπίες, που πάντα προσέχει ο Ερντογάν, υποδηλώνουν την ανάγκη να “κοντύνουν” οι εθνικιστές σύμμαχοί του και οι “ευρασιατιστές” στρατηγοί, οι οποίοι κινδυνεύουν να τον θέσουν υπό ομηρεία.
Εξ ού και ο Ερντογάν και οι υπουργοί του ανακαλύπτουν αίφνης εκ νέου την ρητορική της “ευρωπαϊκής προοπτικής” της χώρας τους, την οποία κανένας ενδιαφερόμενος ένθεν και ένθεν δεν πιστεύει εδώ και χρόνια ότι μπορεί να καταλήξει σε κάτι περισσότερο από μια ειδική σχέση “α λα κάρτ”.
Οι ηγέτιδες δυνάμεις της Ε.Ε. όμως δεν έχουν λόγο να μην ανταποκριθούν στην προβαλλόμενη τουρκική “καλή θέληση”. Για τη Γερμανία, ειδικότερα, η εκτόνωση των εντάσεων που προέκυψαν την προηγούμενη χρονιά στην ανατολική Μεσόγειο αντιμετωπίζεται (με τη γνωστή διαχειριστική λογική) ως παράκαμψη ενός περιττού πονοκεφάλου, ως κατευνασμός ενός παίκτη ο οποίος κρατά στα χέρια του τα χαρτιά του μεταναστευτικού και της ψήφου των Τουρκο-Γερμανών, αλλά και ως
Εξ ού και η τουρκική κυβέρνηση παράγει όλους τους “θετικούς θορύβους” που γνωρίζει ότι θα είναι αρεστοί στο Βερολίνο και λοιπές δυτικές πρωτεύουσες. Η επανάληψη των διερευνητικών συνομιλιών εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο.
Συνιστά βεβαίως ένα μεγάλο πρόβλημα για την ελληνική πλευρά το γεγονός ότι ο ορίζοντας αυτού του διαλόγου δεν δείχνει να έχει ιδιαίτερο βάθος για την γείτονα – ίσως και να περιορίζεται απλώς μέχρι το ορόσημο της Ευρωπαϊκής Συνόδου του Μαρτίου, οπότε οι “27” θα εξετάσουν, όπως έχουν αυτοδεσμευτεί τη διεύρυνση των κυρώσεων κατά της Τουρκίας.
Όπως προφανώς συνιστά ανεπίλυτο αίνιγμα η προοπτική ευόδωσης ενός διαλόγου, οι συμμετέχοντες στον οποίο διαφωνούν ως προς το αντικείμενό του. Αν δεν συζητηθούν τα πάντα, οι διερευνητικές δεν έχουν νόημα, διακηρύσσει ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου – την ίδια ώρα που η Αθήνα διαμηνύει ότι στην ατζέντα βρίσκεται μόνο το ζήτημα της οριοθέτησης των θαλάσσιων δικαιοδοσιών.
Ζήτημα, όμως, που έχει και αυτό καταστεί ανεπίλυτο από τη στιγμή που η Τουρκία έχει μεταθέσει τη συζήτηση από το εύρος των δικαιοδοσιών στις “γραμμές βάσης”, ήτοι το ερώτημα της κυριαρχίας επί σειράς ελληνικών νησίδων.
capital.gr