Πρώτη καταχώρηση: Παρασκευή, 23 Απριλίου 2021, 13:31
Σημαντικό έτος για την ενίσχυση της θέσης της Ελλάδας στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη αποτελεί το 2021, καθώς κατά τη διάρκειά του αναμένονται εξελίξεις-κλειδιά, που καθιστούν τη χώρα υπολογίσιμο «παίκτη» στην αγορά ενέργειας της ευρύτερης περιοχής της Νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Την εκτίμηση αυτή διατυπώνει ο πρόεδρος του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας (ΕΧΕ) και του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), Αθανάσιος Σαββάκης, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, με την ευκαιρία του ειδικού αφιερώματος για την πράσινη ενέργεια, υπό τον τίτλο «Green Energy», στο πλαίσιο των ειδικών ψηφιακών εκδόσεων του www.amna.gr, Special Edition (www.amna.gr/special-edition)
Μιλάει ακόμα για την επέκταση του ΕΧΕ στην αγορά του φυσικού αερίου, για το αν θεωρεί ότι η μετάβαση στο target model ήταν ομαλή, για την απολιγνιτοποίηση και για τον τρόπο με τον οποίο επιδρά στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας το κόστος της ενέργειας στην Ελλάδα.
Ακολουθεί η πλήρης συνέντευξη
Ερ.: Το 2021 φαίνεται ότι είναι έτος-κλειδί για μια σειρά σημαντικών εξελίξεων στον τομέα της ενέργειας στην Ελλάδα. Τι σημαίνουν πρακτικά αυτές οι εξελίξεις για τον ρόλο της χώρας, αλλά και ειδικά της Βόρειας Ελλάδας, στη νοτιοανατολική Ευρώπη και την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου;
Απ.: Το 2021 αποτελεί σημαντικό έτος για τη χώρα μας στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη. Εντός του 2021 ολοκληρώνεται η σύζευξη των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας Ελλάδας και Βουλγαρίας, σε συνέχεια της αντίστοιχης με την Ιταλία, παραδίδεται το έργο του IGB και προωθείται η βελτίωση της διασύνδεσης με τη Βόρεια Μακεδονία.
Πρόκειται για σημαντικές πρωτοβουλίες που αναβαθμίζουν γεωπολιτικά την πατρίδα μας, ενώ ταυτόχρονα δημιουργούν νέες αναπτυξιακές προοπτικές για την εγχώρια επιχειρηματικότητα. Τα συγκεκριμένα έργα αλλάζουν τον ρόλο της Ελλάδας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο και την καθιστούν υπολογίσιμο «παίκτη» στην αγορά ενέργειας στην ευρύτερη περιοχή.
Ερ.: Μέσα στο 2021 υπολογίζεται ότι θα ολοκληρωθεί και η πολυαναμενόμενη επέκταση του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας (ΕΧΕ) στο φυσικό αέριο. Ποια είναι τα επόμενα βήματα σε αυτό το εγχείρημα και πότε εκτιμάτε ότι θα φτάσει στην πλήρη ανάπτυξή του;
Απ.: Ενισχυτικό της ενεργειακής αναβάθμισης της χώρας μας στην αγορά ενέργειας είναι και η επέκταση του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας στην αγορά του φυσικού αερίου. Στο πλαίσιο αυτό, και σε συνεργασία με τον Διαχειριστή του Εθνικού Συστήματος Αερίου (ΔΕΣΦΑ), έχει ξεκινήσει από το 2020 η προετοιμασία για την εκκίνηση εντός του 2021 μίας πλατφόρμας εμπορίας (trading platform) προϊόντων φυσικού αερίου.
Η λειτουργία της συγκεκριμένης πλατφόρμας θα συμβάλλει τα μέγιστα στην εμπορία φυσικού αερίου διαμέσου μοντέλου χρηματιστηριακών συναλλαγών ανάμεσα σε παραγωγούς, προμηθευτές και μεγάλους καταναλωτές.
Με τον τρόπο αυτόν θα επιτευχθεί η διαμόρφωση των τιμών στη spot αγορά να δίνει τελικά συγκεκριμένα και σαφή οικονομικά «σήματα» για τα ανά πάσα στιγμή επίπεδα προσφοράς και ζήτησης, σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο γίνονται σήμερα οι αγοραπωλησίες φυσικού αερίου στη χώρα μας, δηλαδή με τα διμερή συμβόλαια φυσικής παράδοσης.
Στο πλαίσιο αυτό, απώτερος στόχος του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας είναι η δημιουργία αγοράς παραγώγων για το φυσικό αέριο, επιδιώκοντας έτσι μεγαλύτερη ασφάλεια, μέσω της δυνατότητας για hedging.
Ερ.: Ποια οφέλη μπορεί να περιμένει ο τελικός καταναλωτής από τις εξελίξεις αυτές ως προς την πορεία των τιμών; Αντίστοιχα, σε τι μπορούν να προσβλέπουν οι παραγωγοί ρεύματος;
Απ.: Σε κάθε περίπτωση, ωφελημένος από νέο «τοπίο» που διαμορφώνεται στην εγχώρια αγορά ενέργειας θα είναι ο τελικός μεγάλος καταναλωτής, ο οποίος αναζητά τη μείωση του λειτουργικού του κόστους και την έμπρακτη ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς του.
Βεβαίως, και παράλληλα με τους μεγάλους καταναλωτές, ο επόμενος ωφελημένος αναμένεται να είναι ο τελικός καταναλωτής. Στους ωφελημένους θα είναι και οι παραγωγοί ρεύματος, οι οποίοι έχουν επενδύσει σημαντικά ποσά στον νέο αυτόν κλάδο της οικονομίας και οι οποίοι έχουν συμβάλλει στη μείωση των τιμών ενέργειας προς όφελος του καταναλωτή.
Ερ.: Θα λέγατε ότι η μετάβαση στο target model ήταν ομαλή;
Απ.: Για μια χρηματιστηριακή αγορά, η άνοδος και η πτώση των τιμών είναι δεδομένη. Η προ καιρού αύξηση των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά, δημιούργησε κάποιες δικαιολογημένες αντιδράσεις. Το γεγονός ότι η συγκεκριμένη αγορά αντέδρασε με τον συγκεκριμένο τρόπο, θεωρούμε ότι είναι ένα συγκυριακό φαινόμενο. Το θέμα είναι περισσότερο προσαρμογής των «παικτών» και του ανταγωνισμού στα νέα δεδομένα.
Το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα είναι βέβαιο ότι η κατάσταση θα είναι η προσδοκώμενη, προς όφελος φυσικά αμφοτέρων των μερών: παραγωγών και καταναλωτών.
Συμπληρωματικά με τα παραπάνω, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι η χώρα μας πρέπει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για το λόγο αυτό δεν χρειαζόταν περισσότερος χρόνος, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι, για την ομαλότερη μετάβαση στο target model. Αντιθέτως, η λειτουργία του μας δίνει την εμπειρία και την ευκαιρία να διορθωθούν πιθανές αστοχίες στον σχεδιασμό της λειτουργίας του συστήματος κι έτσι σύντομα η μετάβαση στο target model να είναι αρκετά βελτιωμένη.
Ερ.: Από τι θα εξαρτηθεί αν η Ελλάδα θα φτάσει όντως κάποτε στο σημείο να εξάγει ενέργεια από Ανανεώσιμες Πηγές (ΑΠΕ); Και ποιες αποφάσεις είναι κρίσιμο να ληφθούν σήμερα προς αυτή την κατεύθυνση;
Απ.: Η χώρα μας θα πρέπει να εξετάσει με σοβαρότητα και με ρεαλιστικό και άμεσα υλοποιήσιμο σχέδιο, τη δική της «πράσινη μετάβαση». Στην Ελλάδα έχουν δεσμευθεί ήδη 6,2 δις € για την πράσινη ανάπτυξη, ποσό το οποίο θα στηρίξει το νέο ενεργειακό μοντέλο για τη χώρα. Άρα, η Ελληνική «πράσινη μετάβαση» εξαρτάται ευθέως από τις πρωτοβουλίες και το πλαίσιο που θα τεθεί από τον δημόσιο τομέα και την ανταπόκριση στην εφαρμογή του από τον ιδιωτικό τομέα.
Ως εκ τούτου, ο φιλόδοξος στόχος της εξαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που έχει παραχθεί από ΑΠΕ, μπορεί να γίνει πραγματικότητα, αρκεί στο γενικότερο σχέδιο της ενεργειακής μετάβασης της χώρας σε ένα «πράσινο» μοντέλο, το θέμα της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ να τεθεί σε πρώτη προτεραιότητα.
Προς την κατεύθυνση της υλοποίησης αυτού του φιλόδοξου στόχου, θα πρέπει να αξιοποιήσουμε την μέχρι σήμερα εμπειρία μας και να αποφύγουμε καταστάσεις του παρελθόντος που προξένησαν αναίτιες καθυστερήσεις και κοινωνικές τριβές.
Ερ.: Πώς μπορεί να συμβάλει το ΕΧΕ, ώστε η παραγωγή ΑΠΕ να καταφέρει να υποκαταστήσει εγκαίρως σημαντικό μέρος της ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη, ενόψει του «παροπλισμού» των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ ώς το 2023; Πόσο αισιόδοξος είσαστε ότι θα το πετύχει;
Απ.: Ήδη το «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας», με το επόμενο βήμα δραστηριοποίησής του που αφορά την επέκτασή του στην αγορά του φυσικού αερίου, ουσιαστικά έχει εντάξει στη στρατηγική του τη διαδικασία επιτυχούς αντιμετώπισης της απανθρακοποίησης και της ζήτησης για «πράσινη ενέργεια». Η απόφαση αυτή θα υλοποιηθεί το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα και θα αξιοποιήσει υποδομές φυσικού αερίου οι οποίες αναμένεται να δρομολογηθούν ή ξεκίνησαν ήδη να λειτουργούν και οι οποίες έχουν ως αποστολή να μετατραπούν σε «πύλες εισόδου» καυσίμου και για γειτονικά κράτη.
Αυτό σημαίνει ότι προχωρούμε ταχύτατα στη δημιουργία μιας οργανωμένης χονδρεμπορικής αγοράς φυσικού αερίου, η οποία θα ξεκινήσει να λειτουργεί μέσα στο τρέχον έτος. Η συγκεκριμένη αγορά φιλοδοξούμε να θέσει τις βάσεις μετατροπής της χώρας μας σε περιφερειακό κόμβο διαμετακόμισης και τιμολόγησης (hub) του καυσίμου.
Ευελπιστούμε ότι σταδιακά η συγκεκριμένη πλατφόρμα θα δημιουργήσει έναν νέο, αλλά κυρίως σύγχρονο τρόπο αγοραπωλησίας μεγάλων ποσοτήτων φυσικού αερίου, οι οποίες βεβαίως θα διακινούνται μέσω της χώρας μας στην ευρύτερη περιοχή, συμβάλλοντας έτσι στην ανάδειξή της σε εμπορικό κόμβο, με ταυτόχρονη αναβάθμιση της γεωστρατηγικής και γεωπολιτικής της σημασίας.
Ερ.: Η ελληνική βιομηχανία εξακολουθεί να πληρώνει το ηλεκτρικό ρεύμα ακριβά, σε σχέση με εκείνες άλλων χωρών των Βαλκανίων και της Ευρώπης. Πώς μπορούν να βοηθήσουν στον εξορθολογισμό αυτού του κόστους το ΕΧΕ, αλλά κι οι ξένες επενδύσεις στον τομέα των ΑΠΕ;
Απ.: Σύμφωνα με τα στοιχεία της Έκθεσης “ Πισσαρίδη” στην Ελλάδα καταγράφεται η υψηλότερη μέση χονδρική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας εντός της ΕΕ (63,9 € /MWh το 2019). Στο φυσικό αέριο, οι τιμές εισαγωγής είναι αρκετά υψηλότερες σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ (κατά 15% για το αέριο μέσω αγωγών το τέταρτο τρίμηνο του 2019), ενώ αντίστοιχη είναι η εικόνα και στις τιμές φυσικού αερίου για μη οικιακούς πελάτες (38,5 € /MWh στην Ελλάδα το 2019, έναντι μέσου όρου 36,9 € /MWh στην ΕΕ).
Στα πετρελαιοειδή, η Ελλάδα κατατάσσεται 3η χώρα με την υψηλότερη τιμή στην αμόλυβδη βενζίνη μεταξύ των χωρών της ΕΕ το 2019, ενώ στο πετρέλαιο κίνησης κατατάσσεται 7η χώρα με την ακριβότερη τιμή, οριακά υψηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ. Σε κάθε περίπτωση, όπως επανειλημμένως έχει τονίσει ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ) αλλά και το σύνολο των φορέων υποστήριξης της μεταποιητικής δραστηριότητας στη χώρα μας, το υψηλό ενεργειακό κόστος στην Ελλάδα αποτελεί έναν πολύ βασικό ανασταλτικό παράγοντα για την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων ανταγωνιστικών προϊόντων.
Είναι προφανές ότι το συγκεκριμένο ζήτημα πρέπει να λυθεί αν πραγματικά θέλουμε να ενισχυθεί στην πράξη η διεθνοποίηση και η εξωστρέφεια της εγχώριας βιομηχανίας.
Προς αυτή την κατεύθυνση θεωρώ ότι μπορεί να βοηθήσει το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας (ΕΧΕ). Υπογραμμίζω ότι μια βασική συνιστώσα της σημαντικής αποστολής του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας είναι η έμπρακτη ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της εγχώριας ενεργοβόρας μεταποίησης και βιομηχανίας.
Η ορθολογική οργάνωση και διαχείριση των Αγορών Ηλεκτρικής Ενέργειας και του Φυσικού Αερίου, των Περιβαλλοντικών Αγορών και άλλες συναφείς δραστηριότητες στον ενεργειακό χώρο που υπηρετεί το ΕΧΕ συμβάλλουν, και μελλοντικά θα συμβάλλουν ακόμη περισσότερο, στο βασικό ζητούμενο για τη βιομηχανία που είναι ο εξορθολογισμός των τιμολογίων ενέργειας, άρα η μείωση του λειτουργικού κόστους ειδικά για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες και εν τέλει η ενίσχυση σε όρους κόστους της ανταγωνιστικότητας των Ελληνικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές.