Το «τείχος» που είχαν χτίσει εδώ και κάποιους µήνες οι γαλακτοβιοµηχανίες απειλείται µε κατάρρευση, καθώς µια σειρά από τυροκοµικές επιχειρήσεις, µικρές ή και µεγαλύτερες, αψηφούν τον κίνδυνο και σπεύδουν να κλείσουν ποσότητες πρώτης ύλης, προσφέροντας τιµές στους παραγωγούς, οι οποίες ουδέποτε στο παρελθόν έχουν καταγραφεί. Οι παλιότεροι θυµούνται µόνο την έκρηξη τιµών του 1994, όταν το πρόβειο γάλα είχε φθάσει τις 350 δραχµές (τότε) το κιλό για να ακολουθήσει βέβαια η κατάρρευση στην αγορά της φέτας, µε αθετήσεις πληρωµών και χρεοκοπίες τυροκοµικών µονάδων.
Σήµερα η κατάσταση είναι αρκετά διαφορετική, η άνοδος των τιµών είναι κυρίως αποτέλεσµα της ευρύτερης ανόδου στις τιµές των αγροτικών εµπορευµάτων και φυσικά στο κόστος των ζωοτροφών, έρχεται ωστόσο να απειλήσει «κόκκινες γραµµές» ειδικά στην αγορά της φέτας, όπου η τιµή του προϊόντος αρχίζει να πλησιάζει και να συγκρίνεται (από τον καταναλωτή) µε την τιµή συγγενικών, σκληρών ωστόσο τυριών.
Το στοίχηµα είναι αυτή τη φορά, όπως υποστηρίζουν έµπειροι παράγοντες της αγοράς, αν η φέτα καταφέρει να υπερασπισθεί την τιµή της (εγχωρίως και διεθνώς) και δεν θα πέσει θύµα της προτίµησης του καταναλωτή σε άλλα «λευκά», φθηνότερα τυριά ή ακόµα και σε σκληρά που προσεγγίζουν ανάλογο επίπεδο τιµής µε τη φέτα. ∆εν υπάρχει αµφιβολία ότι η σχέση που οι ίδιες οι γαλακτοβιοµηχανίες και οι τυροκοµικές γενικά επιχειρήσεις έχουν χτίσει µε τις αλυσίδες λιανικής πώλησης και τους καταναλωτές, µε βάση την αξία των προϊόντων τους, θα αποδειχθεί καταλυτική για τη συνέχεια. Με άλλα λόγια, αυτοί που έχουν χτίσει όνοµα µε τα προϊόντα τους και εν προκειµένω µε τη τη φέτα, θα µπορούν να πουλήσουν και ακριβότερα. Κάποιοι άλλοι όµως για να µείνουν στην αγορά, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να στραφούν σε άλλες µεθόδους, υπονοµεύοντας το ΠΟΠ της Φέτας και θέτοντας σε κίνδυνο την αγορά του προϊόντος.
Η κατάσταση απαιτεί επαγρύπνηση από όλες τις πλευρές και η Πολιτεία οφείλει σ’ αυτή τη φάση να έχει τα µάτια της ανοιχτά, ώστε να αποκλεισθούν ενδεχόµενα νοθείας που συνιστούν και τη µεγάλη απειλή για τη φέτα. Το καλό πάντως σ’ αυτή τη φάση είναι το γεγονός ότι τα ψυγεία των µεταποιητών είναι άδεια. Η νέα γαλακτοκοµική περίοδος αρχίζει µε µηδενικά σχεδόν αποθέµατα και µε µια αγορά, η οποία θα πρέπει να συνηθίσει τα… ύψη. Η τιµή στο πρόβειο γάλα πλησιάζει να είναι διπλάσια (1,70 ευρώ σήµερα, ισοδυναµεί µε 583 δραχµές) απ’ αυτή του 1994 κι αυτό κάτι λέει.
∆ιεπαγγελµατική Φέτας απούσα, ξέρει κανείς γιατί η απουσία;
Σχεδόν µια δεκαετία, οι συντελεστές του κλάδου της Φέτας αναλώνονταν σε διαβουλεύσεις επί διαβουλεύσεων για την ίδρυση της ∆ιεπαγγελµατικής στη Φέτα. Η οργάνωση έλαβε σάρκα και οστά επί υπουργείας Βορίδη το 2020 και ενώ θα περίµενε κανείς να έχει καταλυτικό ρόλο στην κρίσιµη φάση που διανύει ο κλάδος, παραµένει ανενεργή και άφωνη. Τις πταίει; Το ερώτηµα γίνεται βασανιστικό όχι µόνο για τους ανθρώπους που ανέλαβαν ηγετικό ρόλο στην οργάνωση, αλλά και για τις κρατικές αρχές οι οποίες όφειλαν σ’ αυτή τη φάση να αξιοποιήσουν τη ∆ιεπαγγελµατική ως συνοµιλητή για τη διαµόρφωση πολιτικών στα µεγάλα θέµατα που αντιµετωπίζει ο κλάδος. Σε κάθε περίπτωση, ο χειµώνας που έρχεται θα είναι κρίσιµος, ειδικά όταν η συµφωνία της ΕΕ µε τον Καναδά θέτει εκ νέου επ’ αµφιβόλω το καθεστώς της Φέτας. Επαγρύπνηση.