Του Κώστα Ράπτη
Η δολοφονική επιχείρηση στα περίχωρα της Τεχεράνης εναντίον του πυρηνικού επιστήμονα Μοχσέν Φαχριζαντέ αποτελεί, πέραν των άλλων, μια στιγμή μεγάλης αμηχανίας για την ιρανική ηγεσία, εφόσον αποκαλύπτει την ύπαρξη πολλαπλών κενών ασφαλείας, αλλά και την ανεμπόδιστη δράση οπλισμένων αντικαθεστωτικών, ενδεχομένως με ξένους εντολείς.
Όμως, από μία άποψη, επρόκειτο για το δεύτερο μεγάλο πλήγμα μέσα σε λίγες ημέρες. Αφού το Ιράν βρισκόταν ήδη σε αρκετά αμήχανη θέση μετά την εκεχειρία στο Ναγκόρνο Καραμπάχ που υπαγόρευσε ο Βλαντίμιρ Πούτιν στις 10 Νοεμβρίου. Μία εκεχειρία η οποία επίσης γεννά σοβαρές ανησυχίες ασφαλείας για την Ισλαμική Δημοκρατία.
Ανεξάρτητα του βαθμού συνεννόησης που έχουν επιτύχει τα τελευταία χρόνια ως συνανάδοχοι της “Διαδικασίας της Αστάνα” για την επίλυση της πολιτικής κρίσης (αλλά και ως συνεταίροι σε ποικίλα σχήματα παράκαμψης των αμερικανικών κυρώσεων), το Ιράν και οι Τουρκία, χώρες πληθυσμιακά ισοδύναμες και με μεγάλες περιφερειακές φιλοδοξίες, αποτελούν αντικειμενικά ανταγωνιστικές δυνάμεις, όπως έχει αποδείξει και η μακραίωνη ιστορία των συγκρούσεών τους. Και τα κέρδη που κατέγραψε στο Ναγκόρνο Καραμπάχ το Αζερμπαϊτζάν και η μεγάλη προστάτιδά του Τουρκία δεν μπορούν παρά να προβληματίζουν την Τεχεράνη.
Αν μη τι άλλο διότι η Τουρκία παραμένει πάντοτε μέλος του ΝΑΤΟ, ενώ το το Αζερμπαϊτζάν διατηρεί πολύμορφη συνεργασία με το Ισραήλ, τόσο στο επίπεδο των πληροφοριών, όσο και των εξοπλισμών, που άλλωστε υπήρξε καταλυτική για την έκβαση της πρόσφατης σύγκρουσης. Αποτελεί εξάλλου κοινό μυστικό εδώ και τουλάχιστον δέκα χρόνια ότι το Ισραήλ προσέβλεπε στο Αζερμπαϊτζάν ως “βατήρα” για μία ενδεχόμενη ισραηλινή αεροπορική επιχείρηση εναντίον των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων.
Για το Ιράν, η προώθηση των μεγαλύτερων αντιπάλων του στην περιοχή του Νότιου Καυκάσου, δεν αποτελεί ευχάριστη είδηση – πόσω μάλλον όταν συνοδεύεται από την εισροή τζιχαντιστών από τη Συρία, οι οποίοι θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τη μεθόριο.
Η αποκατάσταση της εξουσίας του Μπακού καθ’ όλο το μήκος των αζερο-ιρανικών συνόρων αποτελεί την απτή αποτύπωση αυτών των ανησυχητικών για την Τεχεράνη εξελίξεων. Πολύ περισσότερο που η συμφωνία εκεχειρίας προβλέπει τη δημιουργία ασφαλούς διαδρόμου για την επικοινωνία του καθαυτό Αζερμπαϊτζάν με τον αποκομμένο θύλακα του Ναχιτσεβάν, που πρακτικά χαρίζει στην Τουρκία απρόσκοπτη πρόσβαση από τα δικά της σύνορα μέχρι την Κασπία Θάλασσα, ενώ θέτει σε κίνδυνο την χερσαία επικοινωνία του Ιράν με την Αρμενία και εκείθεν την Γεωργία.
Η ευκολία με την οποία η Ρωσία συμφιλιώθηκε με αυτά τα δεδομένα, προκειμένου να πετύχει την δική της προώθηση στο Νότιο Καύκασο με την ανάπτυξη Ρώσων κυανόκρανων, να διασώσει τη συνεργασία της με την Τουρκία και να “δώσει ένα μάθημα” στην φιλοδυτική ηγεσία της κατά τα λοιπά συμμάχου της Αρμενίας, ασφαλώς προβληματίζει την Τεχεράνη. Και εξηγεί την επίσκεψη που προανήγγειλε (αλλά κατόπιν ανέβαλε) ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Μοχάμαντ Τζαβάντ Ζαρίφ στη Μόσχα για συνομιλίες.
Όμως το πρόβλημα είναι πλέον για το Ιράν και εσωτερικό. Το σοβιετικό και μετέπειτα ανεξάρτητο Αζερμπαϊτζάν (το οποίο αποτελούσε μαζί με την Αρμενία και την ανατολική Γεωργία περσική επαρχία μέχρι τις νίκες των τσάρων επί της Περσίας τον 19ο αιώνα) αποτελεί απλώς το βόρειο τμήμα του ευρύτερου αζερικού χώρου, με το νότιο να παραμένει μέχρι σήμερα στην ιρανική επικράτεια. Μάλιστα, οι εθνοτικά Αζέροι Ιρανοί πολίτες είναι περισσότεροι από τους κατοίκους του ανεξάρτητου Αζερμπαϊτζάν και αποτελούν την μεγαλύτερη μη περσική πληθυσμιακή ομάδα της πολυεθνοτικής Ισλαμικής Δημοκρατίας. Ακόμη και ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν Αγιατολλάχ Χαμενεϊ είναι κατά το ήμισυ Αζέρος, όπως και ο πρώην πρωθυπουργός Μιρχοσέιν Μουσαβί.
Για τη συνέχεια Capital