Του Thomas de Waal
Όπως και στην Ουκρανία, έτσι και στον Νότιο Καύκασο, το 2024 θα είναι μια κρίσιμη χρονιά, η οποία θα αποτελέσει επίσης δοκιμασία και για τους Ευρωπαίους ιθύνοντες.
Για τη Γεωργία το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους θα είναι δύσκολο. Τον Οκτώβριο θα διεξαχθούν εκλογές στις οποίες το κυβερνών κόμμα, Γεωργιανό Όνειρο, επιδιώκει να κερδίσει την τέταρτη θητεία του -κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί- και να ενισχύσει τον αυξανόμενο ανελεύθερο εναγκαλισμό του στη χώρα, διατηρώντας παράλληλα το νεοαποκτηθέν καθεστώς της υποψήφιας προς ένταξη χώρας στην ΕΕ.
Πριν από αυτό ξεπροβάλλει το ζήτημα του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας και το κατά πόσον, για άλλη μια φορά, αυτή είναι μια χρονιά πολέμου ή ειρήνης. Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται για μια διμερή ειρηνευτική συμφωνία που θα εξομαλύνει τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών μετά από τριάντα χρόνια συγκρούσεων, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει η απειλή της βίας στη νότια Αρμενία και γύρω από αυτήν – στην περιοχή που ονομάζεται Syunik, ιστορικά γνωστή ως Zangezur.
Στις 13 Φεβρουαρίου, ο αρμενικός στρατός ανέφερε ότι δύο στρατιώτες του σκοτώθηκαν από πυρά της αζέρικης πλευράς κοντά στο χωριό Nerkin Hand στο Syunik. Πρόκειται για μια περιοχή κοντά στο Αζερμπαϊτζάν, όπου οι παρατηρητές της συνοριακής αποστολής της ΕΕ, EUMA, δεν είχαν προηγουμένως πρόσβαση από τους Ρώσους συνοριοφύλακες.
Το Αζερμπαϊτζάν εξακολουθεί να διατηρεί το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης. Ο πρόεδρος Ιλχάμ Αλίγιεφ επανεξελέγη για πέμπτη θητεία στην προεδρία στις 7 Φεβρουαρίου. Ποτέ άλλοτε δεν έδειχνε τόσο σίγουρος. Ο Αλίγιεφ έλκει τη νέα του νομιμοποίηση στο ευρύ κοινό από τη στρατιωτική του νίκη τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν οι δυνάμεις του κατέλαβαν το Ναγκόρνι Καραμπάχ σε μια αστραπιαία επιχείρηση, αναγκάζοντας ολόκληρο τον αρμενικό πληθυσμό να φύγει και επιλύοντας τη σύγκρουση δεκαετιών με τη βία.
Η επιχείρηση στο Καραμπάχ οδήγησε στην περαιτέρω ψυχρότητα των σχέσεων μεταξύ του Αζερμπαϊτζάν και της Δύσης, η οποία μέχρι την τελευταία στιγμή προσπαθούσε να μεσολαβήσει για την ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης. Αυτό καθώς η σχέση Αρμενίας-Ρωσίας βρίσκεται σε διαδικασία θεαματικής κατάρρευσης και η ΕΕ εντείνει την εμπλοκή της με την Αρμενία.
Αντίθετα, η αυτοπεποίθηση του Αλίεφ πηγάζει από την ύπαρξη διπλής ασφάλειας με τους δυο ισχυρούς γείτονές του: μια στενή συμμαχία με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και μια αμοιβαία επωφελής συνεργασία με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Η έμφαση στους δύο ηγέτες και όχι στις χώρες τους είναι σκόπιμη – πρόκειται για πολύ προσωπικούς δεσμούς μεταξύ ανδρών που μιλούν την ίδια γλώσσα.
Οι διαπραγματεύσεις που διεξάγονται με τη διαμεσολάβηση της Δύσης στις Βρυξέλλες και την Ουάσινγκτον έχουν ανασταλεί από το περασμένο καλοκαίρι. Αυτό που έχει απομείνει είναι μια διμερής διαδικασία, με επικεφαλής τους εθνικούς συμβούλους ασφαλείας της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν, που εργάζεται πάνω στο κείμενο μιας ειρηνευτικής συμφωνίας.
Πρόκειται για μια σοβαρή διαδικασία που έδωσε ένα θετικό αποτέλεσμα στις 7 Δεκεμβρίου, όταν οι Αρμένιοι κρατούμενοι απελευθερώθηκαν με αντάλλαγμα την άρση του βέτο της Αρμενίας στο Αζερμπαϊτζάν για τη φιλοξενία της συνόδου κορυφής για το κλίμα COP-29 στο Μπακού στα τέλη του 2024.
Μια διμερής ειρηνευτική διαδικασία χωρίς διαμεσολαβητές έχει το πλεονέκτημα ότι δεν υπάρχουν ξένες ατζέντες ή εγωισμοί που μπορούν να εμποδίσουν μια συμφωνία. Αλλά η αρμενική πλευρά φοβάται επίσης ότι σε συνθήκες ασυμμετρίας το Μπακού μπορεί να τη χρησιμοποιήσει για να επιβάλει την ατζέντα του, απαιτώντας παραχωρήσεις, ενώ εξακολουθεί να απειλεί με χρήση βίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, υπάρχουν τρία βασικά σημεία που δυσκολεύουν την επίτευξη συμφωνίας. Το ένα είναι η οριοθέτηση των συνόρων μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν, όπου πολλαπλοί χάρτες από διάφορα μέρη της σοβιετικής εποχής δίνουν διαφορετικές ερμηνείες για το πού πρέπει να χαραχθούν οι γραμμές.
Το δεύτερο ζήτημα είναι οι διεθνείς εγγυήσεις και ο μηχανισμός επίλυσης διαφορών που θα υπάρξουν για να καταστεί βιώσιμη μια συμφωνία.
Το τρίτο ζήτημα είναι το εξαιρετικά αμφιλεγόμενο θέμα της επαναλειτουργίας ενός από καιρό κλειστού διαδρόμου ή οδού διέλευσης σε 43 χιλιόμετρα αρμενικού εδάφους που συνδέει το κύριο τμήμα του Αζερμπαϊτζάν με τον αποκλεισμό του Ναχτσιβάν, που συνορεύει με την Τουρκία. Το Αζερμπαϊτζάν έχει συμφέρον να επανασυνδέσει τα δύο τμήματα της επικράτειάς του με διαδρομές που έχουν όσο το δυνατόν λιγότερο αρμενικό έλεγχο πάνω τους. Η Αρμενία δεν θέλει να παραχωρήσει την κυριαρχία ή την ασφάλεια της στρατηγικής σημασίας νότιας συνοριακής περιοχής της.
Υπάρχει έντονο δυτικό στρατηγικό ενδιαφέρον στο δεύτερο σημείο, και ακόμη περισσότερο στο τρίτο – το ζήτημα του λεγόμενου διαδρόμου Zangezur.
Όσον αφορά την ασφάλεια, το Αζερμπαϊτζάν επιμένει ότι οι συνοριοφύλακες της Ρωσικής Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας (FSB) θα πρέπει να φρουρούν τη σιδηροδρομική και την οδική σύνδεση. Επικαλούνται μια τριμερή δήλωση κατάπαυσης του πυρός Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν-Ρωσίας του Νοεμβρίου 2020, η οποία αναφέρει ρητά αυτό το σημείο -αν και η υπόλοιπη συμφωνία έχει πλέον καταστεί ανενεργή λόγω των γεγονότων. Τον Ιανουάριο, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ επέμεινε και πάλι ότι αυτό το μέρος της συμφωνίας πρέπει να εφαρμοστεί.
Από την πλευρά της, η αρμενική πλευρά προσπαθεί να απαλλαγεί από τη ρωσική επιρροή, συμπεριλαμβανομένων των συνοριοφυλάκων που αναπτύχθηκαν εκεί μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Θα ήταν ένα σημαντικό στρατηγικό πλήγμα αν οι Ρώσοι παρέμεναν, κατ’ εντολή του Αζερμπαϊτζάν.
Οι υποθέσεις που επικρατούν στην Αρμενία είναι ότι υπάρχει μια συμφωνία μεταξύ του Μπακού και της Μόσχας, στην οποία η Άγκυρα έχει σιωπηλά συναινέσει. Υπάρχουν τουλάχιστον έμμεσες ενδείξεις που το υποστηρίζουν αυτό. Για τους Ρώσους, ο έλεγχος της οδού διέλευσης θα ήταν μια μεγάλη επιτυχία. Θα έπαιρναν επίσημα τον έλεγχο ενός τμήματος του σιδηροδρόμου που συνδέει τη Ρωσία και το Ιράν -και δρομολογεί προς τον Περσικό Κόλπο- για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες. Αυτή θα ήταν η σημαντικότερη σιδηροδρομική διαδρομή βορρά-νότου για τη Ρωσία, ώστε να ξαναχτίσει τις συνδέσεις της με τη Μέση Ανατολή.
Το ανησυχητικό σενάριο είναι ότι δεν πρόκειται να υπογραφεί ειρηνευτική συμφωνία μέχρι το Αζερμπαϊτζάν να πάρει αυτό που θέλει στη νότια Αρμενία. Για να το θέσουμε αλλιώς, το 2024 η Αρμενία είναι πιθανό να δεχθεί μεγάλες πιέσεις τόσο από το Μπακού όσο και από τη Μόσχα, χρησιμοποιώντας διαφορετικές μεθόδους, για να προσχωρήσει σε ένα σχέδιο για τον διάδρομο Ζανγκεζούρ που δεν βολεύει ούτε το Ερεβάν ούτε τις δυτικές δυνάμεις.
Αυτός είναι επίσης ο λόγος για τον οποίο πρέπει να παρακολουθούνται πολύ στενά τα τοπικά περιστατικά βίας, όπως αυτό κοντά στο Nerkin Hand. Νέες συγκρούσεις και ολέθριες συνέπειες για ολόκληρη την περιοχή θα μπορούσαν να προκύψουν από μικρές συμπλοκές όπως αυτή.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο στην αρχική του δημοσίευση στα αγγλικά εδώ
Απόδοση – Επιμέλεια: Εύη Σιμοπούλου
Αναδημοσίευση από το capital.gr