Μεθοδεύει συμπερίληψη του φυσικού αερίου στην ατζέντα των συζητήσεων η Άγκυρα και φαίνεται πως θα επιχειρήσει να το συνδέσει με το θέμα της Αμμοχώστου. Καλά ενημερωμένες πηγές ανέφεραν πως παρασκηνιακά η τουρκική πλευρά αφήνει να αιωρείται το θέμα της διασύνδεσης των δύο θεμάτων και μάλιστα να αναδεικνύει αυτό μέσα από εκβιασμούς του τύπου: Στο τέλος και το αέριο θα αρπάξει και την Αμμόχωστο θα εποικίσει.
Οι ίδιες πηγές σημείωναν πως η κίνηση της Άγκυρας να προχωρήσει στο άνοιγμα της Αμμοχώστου, είχε κι αυτό τον σκοπό της διασύνδεσης ενώ παράλληλα είχε να κάνει και με μια σειρά άλλα ζητήματα. Όπως να ασκηθεί πίεση στην ελληνοκυπριακή πλευρά στο Κυπριακό, να δημιουργηθεί ρήγμα μεταξύ των Ελληνοκυπρίων για το πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η «έκκληση» της τουρκικής πλευράς προς τους νόμιμους ιδιοκτήτες. Περαιτέρω, είναι σαφές πως η κίνηση έγινε επειδή το ταμείον της λεγόμενης επιτροπής αποζημιώσεων είναι μείον. Οπότε το ροκάνισμα του χρόνου λειτουργεί και στην περίπτωση αυτή υπέρ των τουρκικών σχεδιασμών.
Σε ό,τι αφορά τη διασύνδεση των δύο ζητημάτων, δηλαδή της Αμμοχώστου και των υδρογονανθράκων, είναι προφανές πως προτεραιότητα της τουρκικής πλευράς σε αυτή τη φάση είναι το φυσικό αέριο και στόχος είναι η εμπλοκή της κατοχικής δύναμης στο ενεργειακό πρόγραμμα. Όπως είναι γνωστό, υπάρχει η πρόταση της τουρκοκυπριακής πλευράς, που συντάχθηκε στο τουρκικό ΥΠΕΞ, για συνδιαχείριση και συνεκμετάλλευση του φυσικού αερίου. Σε πρώτη φάση η Άγκυρα, δεν αποκλείεται να θέσει το πάγωμα των ερευνών από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Τις δικές της, που είναι παράνομες, αλλά και των εταιρειών που νομίμως δραστηριοποιούνται στην κυπριακή ΑΟΖ.
Σε ό,τι αφορά το Κυπριακό, εκείνο που επιδιώκει η τουρκική πλευρά είναι η αποδοχή της «κυριαρχικής ισότητας», που παραπέμπει σε συνομοσπονδία. Πρόκειται για μια διαχρονική επιδίωξη, που πλέον επιδιώκεται «φωνακτά» και επίμονα.
Η Λουτ και το ραντεβού στη Γενεύη
Η απεσταλμένη του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Τζέιν Χολ Λουτ, έχει ολοκληρώσει την περιοδεία της στην περιοχή, με την επίσκεψή της στην Άγκυρα και θα ξεκινήσει την οργάνωση της άτυπης Πενταμερούς Διάσκεψης, της οποίας η σύγκληση χρονικά τοποθετείται στο τέλος Ιανουαρίου, αρχές Φεβρουαρίου στη Γενεύη. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ο Διεθνής Οργανισμός θα συγκαλέσει τη Διάσκεψη για να αναζητηθεί «κοινό έδαφος» και να διαπιστωθεί η πραγματική διάθεση των εμπλεκόμενων. Τα Ηνωμένα Έθνη ευνοούν τη διεύρυνση των συζητήσεων με θέματα που θα θέλουν οι εμπλεκόμενοι να εγείρουν, ενώ την ίδια ώρα παραπέμπουν στο υλικό που έχει διαχρονικά παραχθεί στο Κυπριακό. Η λογική του «όλα στο τραπέζι», που προκρίνουν με παρότρυνση των Βρετανών, ουσιαστικά επιτρέπει στην Τουρκία να θέτει το αφήγημα της για δύο κράτη. Η κ. Λουτ, έχει ακούσει στην Άγκυρα, από τον κ. Τσαβούσογλου, ότι η τουρκική πλευρά συζητά μόνο για δύο κράτη, ωστόσο αυτό δεν ανατρέπει τους αρχικούς σχεδιασμούς για σύγκληση της άτυπης Πενταμερούς. Η ίδια αναφέρει σε συνομιλητές της πως την πραγματοποίηση της σύναξης «τη θέλουν όλοι».
Είναι σαφές πως εάν η άτυπη Πενταμερής Διάσκεψη αποτύχει, τότε ενεργοποιούνται από τουρκικής πλευράς άλλα σενάρια και σχέδια. Το ζητούμενο είναι τι θα πράξουν τα Ηνωμένα Έθνη και κατά πόσο θα επιχειρήσουν να βρουν τη «χρυσή τομή». Μεταξύ, δηλαδή, της χαλαρής ομοσπονδίας και των δύο κρατών.
Την ίδια ώρα, από πλευράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπήρξαν δύο τουλάχιστον παρεμβάσεις για το Κυπριακό. Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισιέλ, τόσο κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής επικοινωνίας του με τον ΓΓ του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, όσο και με τον Τούρκο Πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, επισήμανε πως η Ε.Ε. δεν αποδέχεται λύση δύο κρατών ή μια συμφωνία, οι πρόνοιες της οποίας θα προκαλούν προβλήματα στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων της Ε.Ε. Όπως συναφώς πληροφορούμαστε, ο Τούρκος Πρόεδρος απαντώντας στον κ. Μισιέλ υποστήριξε πως στο νησί υπάρχουν πραγματικότητες, οι οποίες πρέπει να αναγνωριστούν και να ληφθούν υπόψη σε μελλοντικές συζητήσεις για το Κυπριακό.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επιμένει πάντως, στη σύγκληση πολυμερούς διάσκεψης, που θα έχει μόνιμο χαρακτήρα, στην οποία θα μετέχουν τα κράτη της περιοχής και «οι δύο διοικήσεις στην Κύπρο». Στον Ερντογάν εξηγήθηκε από πλευράς της Ε.Ε. πως παρόλο που αυτό περιλαμβάνεται στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ωστόσο δεν υπάρχει ανταπόκριση, σε αυτή τη φάση, από κράτη της περιοχής, παραπέμποντας σε Ισραήλ και Αίγυπτο.
Ενοικιάζουν γεωτρύπανο ενόψει επανόδου τους
Η ενοικίαση γεωτρύπανου από τις εταιρείες ΕΝΙ και ΤΟΤΑL, που δραστηριοποιούνται από κοινού σε θαλασσοτεμάχια της κυπριακής ΑΟΖ, παραπέμπει στην επάνοδο τους στην περιοχή. Η ΕΝΙ και ΤΟΤΑL αναμένεται να ανακοινώσουν προσεχώς την ενοικίαση του γεωτρύπανου αυτού. Υπενθυμίζεται συναφώς ότι προ ημερών, η υπουργός Ενέργειας, Νατάσα Πηλείδου, μιλώντας στο συνέδριο του Economist, ανέφερε πως «οι αδειοδοτημένες εταιρείες έχουν μεταθέσει το γεωτρητικό τους πρόγραμμα για το δεύτερο μισό του 2021».
Πάντως, πληροφορίες φέρουν την ιταλο-γαλλική κοινοπραξία να θέλει και την αμερικανική ExxonMobil, να δραστηριοποιηθεί την ίδια περίοδο με δική της γεώτρηση, στα δικά της θαλασσοτεμάχια. Τούτο προφανώς συνδέεται με ενδεχόμενες αντιδράσεις της κατοχικής Τουρκίας και μάλλον ενόψει αυτού Παρίσι και Ρώμη θέλουν και αμερικανική παρουσία στην περιοχή. Η ιταλο-γαλλική κοινοπραξία προγραμματίζει γεώτρηση στο θαλασσοτεμάχιο 6 της κυπριακής ΑΟΖ, στο οποίο είχε κάνει παράνομες γεωτρητικές εργασίες το τουρκικό γεωτρύπανο «Γιαβούζ». Όπως είναι γνωστό, ήταν χωρίς αποτέλεσμα και αυτή η παράνομη γεώτρηση της Τουρκίας.
Από της αποχώρησης των εταιρειών από την περιοχή, με επίκληση την πανδημία, η Τουρκία συνέχισε το παράνομο ενεργειακό της πρόγραμμα και τις παραβιάσεις της. Αλώνιζε μόνη και ανενόχλητη στις κυπριακές θάλασσες και προφανώς το ίδιο θα κάνει όταν θα επαναδραστηριοποιηθούν οι εταιρείες, οι οποίες έχουν εξασφαλίσει αδειοδοτημένα θαλασσοτεμάχια από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Σημειώνεται πως κατά τη διάρκεια της τελευταίας συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η μεγαλύτερη αντίδραση στο ενδεχόμενο απόφασης για κυρώσεις κατά της Τουρκίας προήλθε από την Ιταλία. Η αντίθεση της Ρώμης εκφράσθηκε με έντονο τρόπο, που ξεπερνούσε ακόμη και αυτήν της Γερμανίας. Η στάση αυτή της Ιταλίας εκ πρώτης όψεως συνδέεται, όπως αναφέρουν ενημερωμένες πηγές, με το λιβυκό, ωστόσο, είναι σαφές πως έχει σχέση και με τις οικονομικές συναλλαγές μεταξύ των δύο χωρών.