Περήφανος για το όνομά του, ο Ανατόλι, λοιπόν, μου εξηγούσε σε ένα ασταμάτητο φροντιστήριο πόσο αντιπαθεί ως βέρος Μοσχοβίτης τον Πούτιν, αλλά και πόσο κωμικές βρίσκει τις προσπάθειες αμφισβήτησής του, εντός και εκτός Ρωσίας, καθώς είναι σαφές ότι «ο τύπος έχει κάρμα για πολλά, το λέει το όνομά του, οδηγητής (πουτ’ = οδός), που κυριαρχεί στον κόσμο (βλαντέγιου = κατέχω, μιρ = κόσμος)». Αστεία αστεία, έτσι ακριβώς μεταφράζεται το όνομα του Ρώσου ηγέτη, ο οποίος δεν χρειάστηκε καν να εφεύρει δισύλλαβο και με βαρείς συμβολισμούς παρατσούκλι (Λένιν, Στάλιν), αλλά το είχε έτοιμο από τους γονείς του.
Γεννημένος το 1952 στο τότε Λένινγκραντ, σημερινή Αγία Πετρούπολη, ο Πούτιν πιθανότατα δεν προγραμμάτιζε να εξελιχθεί σε έναν από τους σημαντικότερους ηγέτες στην ιστορία της Ρωσίας και βασικό «παίκτη» της διεθνούς σκακιέρας, έχοντας μάλιστα πίσω του όχι μια υπερδύναμη, όπως η ΕΣΣΔ, αλλά το απομεινάρι της, περιτριγυρισμένο από τα ακόμη φλεγόμενα σπαράγματα μιας άλλοτε διαδοχικής ρωσοσοβιετικής αυτοκρατορίας.
Ούτε βέβαια θα μπορούσε να φανταστεί ότι μια μέρα θα συναντήσει έναν σχεδόν συνομήλικό του πολιτικό με παρόμοια χαρακτηριστικά, άλλοτε χαμίνι της τουρκικής συμπρωτεύουσας, τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με τον οποίο θα αναπτύξει μια εξαιρετικά ανθεκτική «ειδική σχέση», πάνω στην οποία προσαρμόζεται η ρωσική εξωτερική πολιτική, ακροβατώντας κάποτε επικίνδυνα.
Τόλμησα μια φορά να ρωτήσω τον Ανατόλι πώς του φαίνεται αυτή η «περίεργη» σχέση Πούτιν – Ερντογάν κι ήταν ασυγκράτητος: «Τι δεν μπορείτε επιτέλους να καταλάβετε εσείς οι ξένοι ανταποκριτές; Ο Πούτιν πίστεψε, περίπου όπως όλοι εμείς οι Σοβιετικοί, ότι γκρεμίζοντας τη Σοβιετική Ενωση θα ενταχθούμε σε κάποια διεθνή λέσχη ελευθερίας και δημοκρατίας και απογοητεύθηκε, συνειδητοποιώντας ότι στη λέσχη δεν τον περίμενε κανείς, ενώ όταν έχεις γονατίσει, όπως η Ρωσία του 1990, είναι πολύ δυσκολότερο να πείσεις ότι δεν έχεις πρόθεση να συνεχίσεις άλλο σκυμμένος, αλλά επιθυμείς ισότιμο διάλογο και ελεύθερο ανταγωνισμό, όπως γράφουν τα δικά σας καπιταλιστικά εγχειρίδια. Οταν πια χάθηκαν από την Ευρώπη οι Κολ, Σιράκ, Σρέντερ, ηγέτες με προσωπικότητα, ο Πούτιν προσαρμόστηκε σε όσους συνομιλητές και όποιες δυνατότητες του έμειναν γύρω του, και δεν είναι πολλοί που έχουν κάποιο χάρισμα και μπορούν να τηρήσουν τον λόγο τους. Επομένως “δουλεύει” με ό,τι υλικό υπάρχει, όπως κάνει κάθε καλός πράκτορας σε αποστολή, δεν τον απασχολεί η ηθική υπόσταση ή η ιδεολογία του συνεργάτη του, αρκεί να γίνεται η δουλειά και να παράγεται αποτέλεσμα».
Αρχισα να εκτιμώ το κριτήριο του Ανατόλι από τότε που, τέτοιες ημέρες πριν από πέντε χρόνια, συζητούσαμε την κατάρριψη από τουρκικό πύραυλο του ρωσικού μαχητικού Σουχόι-24 στη Συρία. Πίστευα κι εγώ, όπως πολλοί, ότι κάποιου είδους άμεση απάντηση θα υπάρξει από τη Ρωσία. Ο Ανατόλι, όμως, επέμενε για το αντίθετο: «Δεν θέλει να παίρνει αποφάσεις εν θερμώ, γι’ αυτό τώρα ο Πούτιν θα δαγκώσει πιο βαθιά, δεν μας αρκεί η εκδίκηση με το μία σου και μία μου», έλεγε, κι έπεσε τελικά μέσα. «Θα θέλατε πολύ εσείς οι Δυτικοί να εμπλακούμε σε πόλεμο με την Τουρκία και να έρθετε να χορεύετε στα ερείπιά μας. Εχουμε κάνει μια ντουζίνα πολέμους με τους Τούρκους, εμείς θα επιλέξουμε, όμως, πότε, με ποια αφορμή και πώς θα ξαναπολεμήσουμε», θυμάμαι να λέει ο μυστικοσύμβουλός μου, τις γνώσεις του οποίου πήγα να αμφισβητήσω ρωτώντας τον αν θα βρει και στο όνομα του Ερντογάν συμβολισμούς και ποιος τελικά έχει το πάνω χέρι στη «σχέση» των δύο: «Είναι δυνατόν να μην ξέρεις πως Ερντογάν σημαίνει γεννημένος λεβέντης; Ετσι αισθάνεται, κι όταν τον εγκωμιάζει ο Πούτιν, κομπάζει, ενώ ο Ρώσος πρόεδρος τον κάνει του χεριού του, κλασική μέθοδος χειραγώγησης. Οσο για την ιεραρχία, ισχύουν οι νόμοι της Ανατολής: ο Πούτιν είναι δύο χρόνια μεγαλύτερος κι εκπροσωπεί μια χώρα πολύ σπουδαιότερη, άρα ο Ερντογάν θα είναι πάντα ευτυχής με έναν συμπληρωματικό ρόλο».
Θυμάμαι τα λόγια του Ανατόλι, συνειδητοποιώντας ότι ο μόνος ίσως ηγέτης, διεθνώς, που μοιάζει ώς τώρα να μπορεί να βάλει κάποια όρια στον Ερντογάν είναι ο Πούτιν, όπως συνέβη διαδοχικά στη Συρία και στη Λιβύη, αλλά και τις προάλλες στο Καραμπάχ, όπου οι ρωσικοί χειρισμοί θυμίζουν έναντι της Τουρκίας «σκωτσέζικο ντους», χωρίς ποτέ τα πράγματα να οδηγηθούν στα άκρα. Διαβάζω και τις δηλώσεις Πούτιν για τον συμβιβασμό εις βάρος της Αρμενίας, που τερμάτισε μέσα σε μια νύχτα τον πόλεμο με το Αζερμπαϊτζάν στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, εδραιώνοντας τον ρόλο της Ρωσίας στον Καύκασο, «κλέβοντας» επιρροή από τους «συμπροέδρους» στην πρωτοβουλία του ΟΑΣΕ, Γαλλία και ΗΠΑ, και παραχωρώντας έναν μάλλον συμβολικό, δεύτερο ρόλο στον Ερντογάν. Σχολιάζει ο Ανατόλι, από τηλεδιάσκεψη αυτή τη φορά: «Κάθε βεβιασμένη απόφαση να εμπλακούμε ενεργά σ’ έναν ακόμη πόλεμο, σε συνθήκες ουσιαστικά πολιορκίας της Ρωσίας από το ΝΑΤΟ, θα ήταν τυχοδιωκτισμός. Οι Αρμένιοι είχαν προειδοποιηθεί ότι αδίκως ελπίζουν βοήθεια από τη Δύση, έπρεπε να δεχθούν μεσολάβηση με ειρηνευτικό στρατιωτικό σώμα της Ρωσίας νωρίτερα, κι είναι περίεργο που ο φιλοδυτικός πρωθυπουργός τους Πασινιάν απέρριπτε έναν συμβιβασμό πριν υποστεί βαριές απώλειες». Τόλμησα να ρωτήσω αν θα μπορούσαν να έχουν βάση οι οραματισμοί Πούτιν για μια περίοδο συνεργασίας στην Ευρασία, κατά το σχήμα Γαλλίας-Γερμανίας, που κάποτε συνεχώς πολεμούσαν και τώρα συνεργάζονται, κι εντέλει από πού κι ώς που ένας φυσικοθεραπευτής γνωρίζει τόσα πολλά. «Σήμερα ίσως και να μοιάζει με σενάριο γεωπολιτικής φαντασίας, αλλά αν σου έλεγα τι θα συμβεί λίγους μήνες πριν από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, που συμπληρώνει του χρόνου τα 30 της, όπως και η νέα Ρωσία, θα με έβγαζες τρελό», μου είπε και μου φάνηκε ότι μου έκλεινε το μάτι καθώς έπεφτε μαύρο στον υπολογιστή.
* Ο κ. Θανάσης Αυγερινός είναι ανταποκριτής στη Μόσχα.
Καθημερινή