Διαχειρίζεται την εκτροφή και την ποιότητα των ψαριών που καταναλώνουμε, το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουν, τις τροφές και την ευζωία τους. Μια ειδικότητα ελάχιστα γνωστή στο κοινό είναι ιδιαίτερα σημαντική σε όσους τομείς παραγωγής και έρευνας σχετίζονται με υδρόβιους πληθυσμούς – φαγώσιμους ή μη – και υδάτινα οικοσυστήματα. Ονομάζεται ιχθυολόγος. Για το ποιος είναι και τι ακριβώς κάνει μας απάντησε ο Δημήτρης Μαυρουδής, ιχθυολόγος στην εταιρία Philosofish (μέλος της ΕΛΟΠΥ).
Η Ιχθυολογία αποτελεί κλάδο της Ζωολογίας, από την οποία διαχωρίστηκε τον 19ο αιώνα. Λόγω ταχείας αύξησης της αλιείας υπήρξε ανάγκη να ερευνηθούν η δυναμική του πληθυσμού των εμπορικών ψαριών, πως επιδρά η αλιεία στα θαλάσσια αποθέματα, όπως και οι συνθήκες διάδοσης των αλιευτικών αποθεμάτων.
Σήμερα «περιλαμβάνει έρευνα και μελέτη των υδρόβιων οργανισμών στα διάφορα οικοσυστήματα (θάλασσες, λίμνες, ποτάμια) καθώς και τις αλληλοεπιδράσεις μεταξύ τους και με το περιβάλλον», εξηγεί ο Δημήτρης Μαυρουδής.
Οι ιχθυολόγοι προέρχονται κυρίως από τμήματα Βιολογίας καθώς και από τεχνολογικά τμήματα Ιχθυοκομίας αλιείας. «Απασχολούνται είτε στην έρευνα (ερευνητικά κέντρα, εταιρίες μελετών, πανεπιστημιακά ιδρύματα), είτε σε υπηρεσίες του δημοσίου για την αλιεία και τις υδατοκαλλιέργειες, σε ελεγκτικούς μηχανισμούς ποιότητας, στην διαχείριση υδάτινων οικοσυστημάτων, σε ενυδρεία κλπ. Επίσης, σε μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας, σε εξαγωγικές εταιρίες πώλησης αλιευμάτων και βιομηχανίες επεξεργασίας και μεταποίησής τους, σε εργοστάσια ιχθυοτροφών κ.α.».
Ο 1ος ιχθυολόγος και πατέρας της ιχθυολογίας
Η ψαροφαγία ακουμπάει γερά στις ρίζες μας, αφού οι αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν το καλό ψάρι, το οποίο μαγείρευαν με πολλούς τρόπους. Εξίσου, όμως, φαίνεται πως ενδιέφερε και η επιστημονική μελέτη των ψαριών. Όσοι ψάχνουν έναν Έλληνα πίσω απ’ όλα, εδώ δικαιώνονται.
Ο Αριστοτέλης θεωρείται ο πρώτος που ασχολήθηκε με την ιχθυολογία 2.400 χρόνια πριν. Στα 21 βιβλία ζωολογίας του μεγάλου φιλοσόφου βρέθηκαν -μεταξύ άλλων- 135 ιχθυόνυμα που περιγράφουν 109 μεμονωμένες ταξινομήσεις ψαριών και 12 όροι, που αντιστοιχούν είτε σε στάδια ανάπτυξης είτε σε πρότυπα συμπεριφοράς τους.
Ωστόσο, η έρευνα του Αριστοτέλη δεν περιοριζόταν σε ψάρια που είχαν ενδιαφέρον για τους ανθρώπους. Περιελάμβανε και είδη που τον γοήτευαν για την περίεργη ιστορία της ζωής τους. Το έργο του δείχνει πως ενδιαφερόταν για πολλές πτυχές της βιολογίας των ιχθύων: από τη δομή και λειτουργία του σώματος, την αναπαραγωγή και την ανάπτυξη ως τις συνήθειες διατροφής, τις μεταναστεύσεις και τις ασθένειές τους.
Για όλα φταίει ο ιχθυολόγος;
Έχοντας επισκεφθεί μια πρότυπη μονάδα ιχθυοκαλλιέργειας εταιρίας-μέλους της ΕΛΟΠΥ και δει εκ του σύνεγγυς τις σύγχρονες εγκαταστάσεις, την εξαλίευση, καθαρούς κλωβούς σε διάφανα νερά και εξελιγμένα συστήματα να ελέγχουν κάθε στάδιο παραγωγής, αναρωτιέσαι που ακριβώς κινούνται οι αρμοδιότητες ενός ιχθυολόγου;
Η απάντηση είναι μάλλον απλή: Παντού, σύμφωνα με όσα εξηγεί ο Δημήτρης Μαυρουδής. «Οι ιχθυολόγοι στις σύγχρονες μονάδες μοιράζονται σε διάφορους τομείς: Υπάρχει πχ. ο υπεύθυνος διατροφής, που έχει υπό τον έλεγχό του τα αυτόματα συστήματα ταΐσματος, τον έλεγχο ποιότητας τροφής, τους αποθηκευτικούς χώρους, τους ταΐστές, το σιτηρέσιο, καθώς και τα συστήματα παρακολούθησης και επεξεργασίας των δεδομένων.
»Αντίστοιχα υπάρχει (ιχθυολόγος) υπεύθυνος αλιεύσεων, διαχείρησης ποιότητας κλπ. Επικεφαλής ιχθυολόγος έχει στην ευθύνη του όλα τα τμήματα παραγωγής. Σε καθημερινή βάση, οι αρμόδιοι ιχθυολόγοι συλλέγουν και μεταφέρουν όλα τα παραγωγικά, τεχνικά, περιβαλλοντικά και λοιπά στοιχεία, τα οποία καταχωρούνται, αξιολογούνται και επεξεργάζονται συμβάλλοντας στον έλεγχο όλης της παραγωγικής διαδικασίας».
Μπορεί όμως, ένας ιχθυολόγος να επέμβει στις πρακτικές μιας μονάδας ιχθυοκαλλιέργειας, η οποία έχει πρωτίστως εμπορική δραστηριότητα; «Φυσικά και μπορεί να επέμβει», απαντά ο Δημήτρης Μαυρουδής.
«Η σωστή διαχείριση και πρακτική, η εφαρμογή πρωτοκόλλων παραγωγής, ο σεβασμός και η προστασία του υδάτινου περιβάλλοντος εκτροφής, η τήρηση και εφαρμογή συστημάτων ποιότητας μέχρι το τελικό προϊόν είναι διαδικασίες στις οποίες μπορεί να συμβάλλει ένας υπεύθυνος ιχθυολόγος, με αποτέλεσμα που επιδρά στην καλή παραγωγή, την ποιότητα και το κόστος των προϊόντων».
Ποιότητα και ασφάλεια των ψαριών
Εντούτοις, τον καταναλωτή απασχολεί σοβαρά το πόσο ασφαλής τροφή είναι τα ψάρια και θαλασσινά υδατοκαλλιέργειας. Παρά την αλματώδη εξέλιξη του κλάδου και τις αυστηρές, ευρωπαϊκές προδιαγραφές που τηρεί η Ελλάδα, εκφράζονται επιφυλάξεις για τα ψάρια ιχθυοτροφείου.
«Όντως τα μέτρα και τα πρωτόκολλα τόσο από την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και από τις ελληνικές ελεγκτικές υπηρεσίες είναι παρά πολύ αυστηρά και οι έλεγχοι πολύ συχνοί», δηλώνει ο Δημήτρης Μαυρουδής. «Η παραπληροφόρηση, η ελλιπής ενημέρωση προς τους καταναλωτές, καθώς και οι κακές πρακτικές ορισμένων εκπροσώπων του κλάδου έχουν οδηγήσει αρκετούς καταναλωτές να είναι επιφυλακτικοί. Απαιτείται επιπλέον προσπάθεια από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και φυσικά οι σωστές πρακτικές να εφαρμοστούν από όλους τους παραγωγούς».
Προδιαγραφές και πρωτόκολλα
Αν το όνομα της ειδικότητας φαντάζει και λίγο εξωτικό, στην πράξη η δουλειά του ιχθυολόγου είναι πολύ συγκεκριμένη και δεν επιδέχεται παρεκκλίσεις από αυστηρές προδιαγραφές, πρωτόκολλα που πρέπει να τηρούνται στο ακέραιο, ακριβείς καταγραφές και ελεγκτικούς μηχανισμούς.
Τα ψάρια είναι ζωντανά όντα, αποτελούν το κεφάλαιο μιας εταιρίας και η ευζωία τους είναι πρώτο μέλημα. Οι τροφές τους, που είναι ένα από τα κύρια σημεία ανησυχίας του καταναλωτή – ο οποίος έχει ακούσει ή διαβάσει για πράγματα που δεν ισχύουν, όπως φορμόλη, βαρέα μέταλλα, φάρμακα και ενισχυτικά ανάπτυξης – ελέγχονται και αξιολογούνται συνεχώς. Δεν θα ήταν υπερβολικό να πει κανείς ότι τα ψάρια κάνουν διατροφή! Και δη pescetarian, μια και τρέφονται κυρίως με πρώτες ύλες από άλλα ψάρια, μαλάκια και οργανισμούς που βρίσκονται στο θαλάσσιο περιβάλλον τους.
«Το υγιές περιβάλλον, οι σωστές πρακτικές στην διαχείριση των ψαριών καθώς και η ποιότητα των τροφών είναι οι τρεις παράγοντες που εξασφαλίζουν την βιωσιμότητα μιας υδατοκαλλιέργειας. Ως εκ τούτου, η ποιότητα των τροφών ελέγχεται σε εξειδικευμένα εργαστήρια από τους ίδιους τους παραγωγούς για την σύστασή της και την περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, λίπη, υδατάνθρακες, βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, καθώς και την προέλευση αυτών.
»Επίσης, ελέγχεται για την ύπαρξη επιβλαβών στοιχείων και ουσιών, όπως τα βαρέα μέταλλα ή τα φυτοφάρμακα. Οι κτηνιατρικές υπηρεσίες σε τακτά χρονικά διαστήματα κάνουν ανάλυση της σάρκας των ψαριών, με δειγματοληψίες που διενεργούν για την ύπαρξη βαρέων μετάλλων, φαρμακευτικών ή άλλων χημικών ουσιών και δημοσιοποιούν τα αποτελέσματα τόσο στους παραγωγούς όσο και στις αρμόδιες υπηρεσίες».
Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των τροφών και οι παράμετροι με τις οποίες αξιολογούνται «βασίζονται στο σιτηρέσιο, εμπλουτισμένο με τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά για την ανάπτυξη και την υγεία τους και τα οποία, βάσει ερευνών, είναι ξεχωριστά και ειδικά ανά είδος ψαριού. Υπάρχουν πρωτόκολλα που καθορίζουν και την σύσταση και την περιεκτικότητα των θρεπτικών συστατικών, καθώς και την ημερήσια ποσότητα χορήγησης».
Λιγότερα ψάρια, καλύτερη ποιότητα
Στην εντατική εκτροφή των ψαριών, η πυκνότητα των κλωβών καθορίζεται ανάλογα με το είδος και τις μελέτες για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Οι ασφυκτικοί πληθυσμοί μέσα στους κλωβούς δεν πριμοδοτούν την ευζωία ούτε όμως και την βέλτιστη παραγωγή. «Η τάση σήμερα είναι να μειώνεται η ιχθυοπυκνότητα και πέρα από τους όρους που έχουν καθοριστεί, γιατί τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι χαμηλές πυκνότητες προσφέρουν και καλύτερη ευζωία αλλά και καλύτερα παραγωγικά αποτελέσματα», δηλώνει ο Δημήτρης Μαυρουδής.
Παράλληλα, «η επιβάρυνση στο θαλάσσιο περιβάλλον ελέγχεται πλέον σε τακτά χρονικά διαστήματα μέσα στο έτος και από τις ίδιες τις μονάδες και από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου (εποπτείες αλιείας), με την συμβολή και του ΕΛΚΕΘΕ».
Σε περιπτώσεις επιβάρυνσης υπάρχουν καθορισμένα μέτρα από το υπουργείο που πρέπει να λάβει μια μονάδα. Εάν υπάρχει ίζημα «γίνεται μετακίνηση του πάρκου ή σταμάτημα της παραγωγικής διαδικασίας για μια χρονική περίοδο μέχρι να επανέλθει το σύστημα. Όμως, σήμερα, στις σύγχρονες μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας, που αναπτύσσονται σε περιοχές με θαλάσσια ρεύματα και μεγάλα βάθη, το πρόβλημα της δημιουργίας ιζήματος έχει πλέον εξαφανιστεί».
Σωστό ή λάθος;
Αν δεν είσαι ψαράς ή ιχθυολόγος δεν μπορείς να ξεχωρίσεις μια μεγάλη τσιπούρα ιχθυοτροφείου από μια πελαγίσια.
Σωστό. «Πιστεύω ότι είναι δύσκολο για έναν απλό καταναλωτή να κάνει το διαχωρισμό αυτό, διότι τα μεγάλα βήματα προόδου που έγιναν τα τελευταία χρόνια στον τομέα της ιχθυοκαλλιέργειας έχουν σαν αποτέλεσμα την παραγωγή ιχθύων προς κατανάλωση με μορφολογικά και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά που δεν διαφέρουν από αυτά των άγριων ψαριών».
Σε κλίμακα από το 1 ως το 10 (1= ελάχιστο, 10 = μέγιστο), η ασφάλεια και η ποιότητα των ψαριών ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας είναι υψηλές.
Σωστό. «Θα τις τοποθετήσω στο μέγιστο της κλίμακας, δεδομένου ότι η παραγωγή ψαριών σήμερα στην Ελλάδα γίνεται πλέον με σύγχρονα συστήματα διαχείρισης ποιότητας, που επιτρέπουν την ιχνηλασιμότητα κάθε παραγόμενου ψαριού από το γεννήτορα που τον παρήγαγε μέχρι τη συσκευασία του, με αυστηρά υγειονομικά πρωτόκολλα και εντατικούς ελέγχους σε κάθε στάδιο εκτροφής».
Η εργασία του ιχθυολόγου είναι απλή, αφού ακολουθεί κανόνες.
Λάθος. «Η δουλειά του Ιχθυολόγου, σε όποιο τομέα κι αν προσφέρει τις υπηρεσίες του, χαρακτηρίζεται δύσκολη, αλλά ταυτόχρονα και ενδιαφέρουσα, αφού δεν πλήττει. Η αλληλοεπίδρασή του με τους υδρόβιους οργανισμούς και το υδάτινο περιβάλλον παρουσιάζει συνεχώς νέες προκλήσεις. Ειδικά στις μονάδες εκτροφής, καθημερινά, εκτός από τις καιρικές συνθήκες, έχει να αντιμετωπίσει την διαχείριση των εκτρεφόμενων ψαριών, του προσωπικού και την συστηματική (καθημερινή, μηνιαία, ετήσια) αξιολόγηση στοιχείων και δεικτών. Υπάρχει συνεχής ενημέρωση και ικανοποίηση όταν ο παραγωγικός κύκλος κλείσει θετικός, πράγμα που είναι η σημαντικότερη αμοιβή του».
Τα ψάρια στρεσάρονται, το στρες επιδρά αρνητικά στην υγεία τους και μέλημα του ιχθυολόγου είναι να το ανιχνεύει και να το προλαμβάνει.
Σωστό.
«Το στρες στα ψάρια του ιχθυοτροφείου οφείλεται κυρίως σε:
- Περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως είναι οι εποχιακές απότομες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας, η μείωση του οξυγόνου σε κλειστές περιοχές, οι αστραπές, η παρουσία λάσπης μετά από έντονες βροχοπτώσεις, η ρύπανση κτλ.
- Διαχειριστικά προβλήματα, όπως η μεγάλη ιχθυοφόρτιση στα κλουβιά, η κατάσταση των διχτυών στους κλωβούς, το ελλιπές τάισμα.
- Παθογόνους μικροοργανισμούς πχ. ασθένειες – παράσιτα
- Θαλάσσιους θηρευτές, όπως τα δελφίνια, τα υδρόβια πτηνά και οι φώκιες.
»Ο καθημερινός έλεγχος των ιχθυοπληθυσμών, οι μετρήσεις των περιβαλλοντικών παραμέτρων, η τήρηση των πρωτοκόλλων εκτροφής, η ιχθυοπαθολογική υποστήριξη, τα μέτρα προστασίας τους, καθώς και η συχνή εκπαίδευση του προσωπικού είναι οι διαδικασίες με τις οποίες και ανιχνεύεται γρήγορα η κατάσταση στρες των ψαριών αλλά και λειτουργούν προληπτικά για την εμφάνισή του».
Ανάμεσα σε δύο φρέσκα ψάρια, το ψάρι ιχθυοκαλλιέργειας είναι κατά τι υποδεέστερο.
Λάθος. «Το ψάρι της ιχθυοκαλλιέργειας, εφόσον έχει εκτραφεί σε σωστές συνθήκες τηρώντας όλους τους κανόνες στην εκτροφή, διαχείριση, μεταποίηση και εμπορία δεν έχει να ζηλέψει τίποτα σε σχέση με τα ψάρια ελεύθερης αλιείας.
Απεναντίας, επειδή το περιβάλλον που εκτρέφεται, αλιεύεται, συσκευάζεται και μεταφέρεται είναι πλήρως ελεγχόμενο, είναι σε μεγάλο βαθμό ασφαλέστερο από τα ψάρια ελεύθερης αλιείας.
Ας μην ξεχνάμε ότι τα φυσικά ιχθυαποθέματα μειώνονται τόσο από την υπεραλίευση όσο και από την επιβάρυνση του περιβάλλοντος».
Ιχθυολόγος: Οικονομικές αποδοχές και προοπτικές εργασίας
Αξίζει να ακολουθήσει κάποιος το επάγγελμα του ιχθυολόγου; Για τους νέους, που θα ήθελαν να στραφούν επαγγελματικά στην ιχθυολογία ο Δ.Μ. ενημερώνει: «Οι μισθοί των ιχθυολόγων κυμαίνονται περίπου στα 800 ευρώ ο κατώτερος καθαρός και ο υψηλότερος, σε διευθυντικές θέσεις, μπορεί να ξεπερνά τις 3000 ευρώ, ανάλογα με το μέγεθος της εταιρίας.
»Αν και τα τελευταία χρόνια, με την πτώση των τιμών, ο κλάδος συρρικνώθηκε, με αποτέλεσμα η ανεργία να αγγίξει και τους ιχθυολόγους, πιστεύω ότι στο μέλλον αυτό θα αλλάξει. Εξάλλου τα άγρια αλιεύματα μειώνονται, ενώ η ζήτηση αυξάνεται. Η μόνη λύση για την εξασφάλιση των αναγκών σε αλιεύματα και την προστασία των άγριων πληθυσμών είναι οι υδατοκαλλιέργειες.
Ιχθυοκαλλιέργεια στην Ελλάδα: ένας ζωτικός κλάδος της οικονομίας
Σήμερα, 62% της ελληνικής παραγωγής αλιευτικών προϊόντων προέρχεται από την υδατοκαλλιέργεια και 38% από τη συλλεκτική αλιεία. Τα κύρια είδη εκτροφής είναι ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας και όστρακα, σε ποσοστά 84,5% και 15,5% αντίστοιχα (ΣΕΘ, 2019).
Τα αλιεύματα και τα παρασκευάσματά τους αποτελούν έναν από τους πλέον δυναμικούς, καινοτόμους και εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Είναι ο πρώτος εξαγωγικός κλάδος ζωικής παραγωγής της χώρας. Περισσότερες από 1000 μονάδες (1.065 το 2017) δραστηριοποιούνται σε θαλάσσια ύδατα, χερσαίες εγκαταστάσεις και λιμνοθάλασσες.
Το 2017, ο συνολικός όγκος παραγωγής ανήλθε σε 125.772 τόνους αξίας 534,95 εκ. ευρώ -χωρίς συνυπολογισμό της αξίας των ιχθυδίων από τους ιχθυογεννητικούς σταθμούς. Τα ψάρια αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο ποσοστό της παραγωγής: 85% του όγκου και 99% της αξίας. Ακολουθούν τα μύδια με 12% του όγκου και 1% της αξίας παραγωγής.
Στον κλάδο απασχολούνται 12.000 εργαζόμενοι, σε διάφορες ειδικότητες (επιστημονικό, τεχνικό και εργατικό προσωπικό) σε 11 (από τις 13) περιφέρειες της Ελλάδας. Η συνεχής ανάπτυξη της ελληνικής υδατοκαλλιέργειας και των ποιοτικών ιχθυοκαλλιεργειών ανοίγει ευκαιρίες απασχόλησης σε νέους επαγγελματίες.
Μεγάλος αριθμός των θέσεων δημιουργούνται σε απομακρυσμένες περιοχές της ελληνικής επικράτειας, κυρίως παράκτιες και νησιωτικές, γεγονός που συμβάλλει σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη τοπικών κοινωνιών. Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια, γίνεται μια καινοτόμα στροφή του κλάδου προς τα υδρόβια φυτά (κυανοβακτήριο σπιρουλίνα, μακροφύκος ulva κ.α.) διερύνοντας και τις προοπτικές εξέλιξης.