Πάνω ἀπὸ τὸ Σταυρὸ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔκανε τὴν πιὸ μεγαλειώδη διδασκαλία. Τὰ λόγια του Χριστοῦ πάνω στὸ Σταυρὸ ἦταν λόγια γεμάτα ἀγάπη.
«Πάτερ ἄφες αὐτοῖς· οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι»
Ὁ Χριστὸς προσεύχεται πάνω ἀπὸ τὸ Σταυρό Του γιὰ τοὺς σταυρωτές Του καὶ παρακαλεῖ τὸν Οὐράνιο Πατέρα Του: «Πατέρα μου, συγχώρεσέ τους, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν».
Μέσα στὸν ἀβάσταχτο πόνο, ποὺ Τοῦ προκαλοῦσε τὸ φρικτὸ μαρτύριο, ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς, ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης, συγχωρεῖ τοὺς σταυρωτές Του, προσεύχεται γι’ αὐτοὺς καὶ τοὺς δικαιολογεῖ. Πόσο μεγάλη καὶ πλατιὰ εἶναι ἡ θεϊκὴ καρδιὰ καὶ ἡ ἀγάπη Του!
Μᾶς ἄφησε ἕνα σπουδαῖο μήνυμα: Νὰ συγχωροῦμε μὲ τὴν καρδιά μας αὐτοὺς πού μας ἔφταιξαν. Νὰ ἔχουμε κι ἐμεῖς πλατιὰ καρδιὰ γιὰ τοὺς συνανθρώπους μας.
«Ἀμήν λέγω σοί· σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ»
Ὁ Χριστὸς μιλᾶ στὸ λῃστή, ποὺ βρίσκεται σταυρωμένος δίπλα Του: «Σὲ διαβεβαιώνω μὲ ὅλη τὴν ἀλήθεια· σοῦ λέω ὅτι σήμερα θὰ εἶσαι μαζί μου στὸν παράδεισο». Γιατί μίλησε ἔτσι ὁ Χριστὸς σὲ ἕναν κακοῦργο;
Διότι ὁ λῃστὴς εἶδε τὴ θεϊκὴ γαλήνη στὴ μορφὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ πίστεψε ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ Θεὸς καὶ Τὸν παρακάλεσε: «Κύριε, θυμήσου κι ἐμένα τὸν λῃστὴ στὴν οὐράνια βασιλεία σου». Καὶ ὁ Χριστός, ποὺ κατάλαβε ὅτι ὁ λῃστὴς μετάνιωσε εἰλικρινὰ γιὰ τὰ λάθη του, τὸν συγχώρεσε καὶ τὸν διαβεβαίωσε ὅτι θὰ τὸν πάρει μαζί Του στὸν Παράδεισο.
Ἔτσι ὁ λῃστὴς ἔγινε ὁ πρῶτος πολίτης τοῦ Παραδείσου. Αὐτὸ φανερώνει ὅτι ὁ Χριστὸς δέχεται κοντὰ Του ὅσους τὸν πλησιάζουν μὲ εἰλικρίνεια καὶ μετανοοῦν γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους.
«Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου… ἰδού ἡ μήτηρ σου»
Ὁ Χριστὸς εἶναι καρφωμένος στὸ Σταυρό, ματωμένος, μέσα σὲ φρικτοὺς πόνους. Κάτω ἀπὸ τὸ Σταυρὸ Τοῦ βρίσκονται γεμάτοι πόνο καὶ θλίψη ἡ Παναγία Μητέρα Του καὶ ὁ μαθητὴς Τοῦ ὁ Ἰωάννης. Ὁ Χριστὸς τοὺς βλέπει.
Ξεχνᾶ τὸ δικό Του μαρτύριο καὶ θέλει νὰ τοὺς παρηγορήσει, νὰ τοὺς προστατέψει. Καὶ λέει στὴ Μητέρα Τοῦ δείχνοντας τὸν Ἰωάννη: «Γυναῖκα, νὰ ποιὸς θὰ εἶναι ὁ γιὸς σου ἀπὸ δῶ καὶ πέρα». Ὕστερα γυρίζει πρὸς τὸν Ἰωάννη τὸν ἀγαπημένο Του μαθητῆ καὶ Τοῦ λέει: «Νὰ ἡ μητέρα σου».
Μὲ τὰ λόγια Του καὶ τὸ θεϊκό Του παράδειγμα ὁ Χριστός μας ἀνοίγει τὸν ὄμορφο δρόμο τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ σεβασμοῦ πρὸς τοὺς γονεῖς καὶ τοὺς συγγενεῖς. Κι ἀκόμα τὸ δρόμο τῆς αὐταπάρνησης, ποὺ σημαίνει νὰ ξεχνᾶς τὸ δικό σου πόνο, γιὰ νὰ παρηγορεῖς τὶς πονεμένες ψυχὲς τῶν ἄλλων.
«Διψῶ»
Τὸ Θεϊκὸ καὶ Τίμιο Αἷμα τοῦ Χριστοῦ ἔτρεχε πάνω στὸ Σταυρό. Ὁ πυρετὸς Τοῦ ἀνέβαινε. Τὰ σπλάχνα Τοῦ καίγονταν ἀπὸ τὸν ἀφόρητο πόνο. Καὶ τότε ὁ Χριστὸς πρόφερε μία μικρὴ λέξη μὲ μεγάλο νόημα: «Διψῶ».
Τότε οἱ ἄγριοι στρατιῶτες βούτηξαν ἕνα σφουγγάρι σὲ ξύδι καὶ χολὴ καὶ τὸ ἔφεραν στὰ χείλη Του. Ὅμως ὁ Χριστὸς δὲν ἤπιε. Γιατί; Πάνω στὸ Σταυρὸ διψοῦσε βέβαια ἀφόρητα, ἀλλὰ συγχρόνως εἶχε καὶ μία ἀλλιώτικη δίψα.
Διψοῦσε, ὄχι τόσο γιὰ νερό, ὅσο γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Χριστὸς διψᾶ, δηλαδὴ ἐπιθυμεῖ πολὺ ἔντονα, νὰ ἐπικρατήσει σὲ ὅλη τὴ γῆ καὶ σὲ καθεμιὰ ψυχὴ ξεχωριστὰ ἡ εἰρήνη Του, ἡ ἀγάπη Του καὶ τὸ Εὐαγγγέλιό Του.
«Θεέ μου, Θεέ μου, ἱνατί μέ ἐγκατέλιπες;»
Ὁ Χριστὸς ἐπάνω στὸ Σταυρὸ σήκωσε ὅλες τὶς ἁμαρτίες ὅλων τῶν ἀνθρώπων, ὅλων τῶν αἰώνων γιὰ νὰ τὶς σβήσει. Καὶ ἦταν τόσες πολλὲς οἱ κακίες ποὺ σήκωσε, ὥστε φάνηκε σὰν ὁ πιὸ ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος τοῦ κόσμου.
Ἔτσι ὁ Οὐράνιος Πατέρας Τοῦ πῆρε γιὰ μία στιγμὴ τὸ βλέμμα Τοῦ πάνω ἀπὸ τὸν Υἱό Του. Αὐτὴ ἡ στιγμιαία ἀποστροφὴ τοῦ Θεοῦ Πατέρα κάνει τὸν Χριστὸ νὰ φωνάζει γεμάτος πόνο: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί μὲ ἐγκατέλειψες;».
Γιὰ χάρη μας ὁ Χριστὸς στερήθηκε, στὴν πιὸ ὀδυνηρὴ ὥρα τῆς ἐπίγειας ζωῆς Του, ἀκόμη καὶ τὴν παρουσία τοῦ Οὐρανίου Πατέρα Του. Πόσο φοβερὸ πρᾶγμα εἶναι ἡ ἁμαρτία μας καὶ πόσο μεγάλη ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μας!
«Τετέλεσται»
«Ὅλα ἔχουν πιὰ τελειώσει». Τὸ φρικτό Του μαρτύριο παίρνει τέλος. Τὸ ἔργο Τοῦ πάνω στὴ γῆ, ποὺ ξεκίνησε ὅταν γεννήθηκε στὴ φάτνη τῆς Βηθλεέμ, ἔφτασε στὸ τέλος του. Ὅ,τι εἶχε νὰ διδάξει καὶ νὰ πεῖ στοὺς ἀνθρώπους, τὸ εἶπε.
Εἶναι ὁ Νικητής. Θυσιάστηκε γιὰ τὰ πλάσματά Του. Μᾶς ἄνοιξε τὸ δρόμο τῆς εὐτυχίας καὶ τῆς χαρᾶς, τὸ δρόμο γιὰ τὸν Παράδεισο. Ἀπὸ δῶ καὶ μπρός, γιὰ ὅποιον ἀγαπήσει καὶ ἀκολουθήσει τὸ Χριστό, ἀρχίζει μία νέα ζωή. Ἀπὸ δῶ καὶ πέρα ἀρχίζει ἡ Ἀνάσταση!
«Πάτερ, εἰς χεῖρας σου παρατίθεμαι τό πνεῦμα μου»
Ὁ τελευταῖος λόγος τοῦ Χριστοῦ, λίγο πρὶν ἐκπνεύσει πάνω στὸ σταυρό. Μιλᾶ στὸ Θεὸ Πατέρα Του: «Πατέρα μου, γεμάτος ἐλπίδα καὶ ἐμπιστοσύνη στὰ χέρια Σου παραδίδω τὴν λογικὴ καὶ ἀθάνατη ψυχή μου».
Δὲν ᾖρθε κανένας ἄγγελος νὰ πάρει τὴν ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ. Μόνος Του, μὲ τὴν ἐλεύθερη θέλησή του τὴν παραδίδει στὸν Πατέρα. Ὁ Χριστὸς ᾖρθε στὴ γῆ, ἔγινε ἄνθρωπος, ἔκανε θαύματα, κήρυξε, ὑπηρέτησε τὸ θέλημα τοῦ Οὐράνιου Πατέρα Του.
Σ’ αὐτὸν λοιπὸν ἐπιστρέφει πάλι καὶ σ’ Αὐτὸν παραδίδει τὴν ψυχή Του. Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Κύριος μας διδάσκει ὅτι ὅλη ἡ ζωή μας ἀνήκει στὸ Θεό. Τὸ θέλημά Του πρέπει νὰ ἐφαρμόζουμε πάντοτε, καὶ στὰ δικά Του χέρια νὰ ἐμπιστευόμαστε τὴ ζωή μας.