Βροχή συνεχίζουν να πέφτουν οι καταγγελίες από ανθρώπους που είχαν συγγενικά τους πρόσωπα στον οίκο ευγηρίας που ερευνάται για το ενδεχόμενο διάπραξης κακουργημάτων στα Χανιά. Τέσσερις άνθρωποι μίλησαν για τα όσα είδαν οι ίδιοι ή βίωσαν οι συγγενείς τους, σε περιπτώσεις παλαιότερες αλλά και πιο πρόσφατες:
Χανιώτισσα περιγράφει με ιδιαίτερη λεπτομέρεια τα όσα έζησε η μητέρα της, η οποία είχε περάσει ένα εξάμηνο στο συγκεκριμένο ίδρυμα, με την υπόθεση πάντως να είναι παλιά, καθώς έχουν περάσει οκτώ χρόνια:
“Τη μητέρα μου την έβαλα εκεί στις 7 Ιανουαρίου του 2012, ήταν καλά. Πήγαινα κάθε απόγευμα και την έβλεπα. Μια μέρα είδα να έχει έναν μώλωπα στο πρόσωπο. Η ίδια όμως δεν θυμόταν γιατί είχε τον μώλωπα. Η διευθύντρια μου είπε ότι είχε πέσει πηγαίνοντας στην τουαλέτα. Σε λίγες μέρες ξαναπάω και βλέπω ότι της είχαν βάλει καθετήρα και μου είπαν ότι είναι για να μην χρειάζεται να περπατάει και να μην ξαναπέσει. Αλλά είπαν ότι δεν θα μείνει για πολύ ο καθετήρας.
Αργότερα, τα μάτια της άρχισαν να γίνονται περίεργα. Οι κόρες των ματιών είχαν διασταλεί. Είχε μια ακαμψία στον λαιμό της. Με παραξένεψε, πιστεύω ότι της έδιναν φάρμακα και έγινε έτσι. Και στις αρχές Απριλίου του 2013 είδα ότι ο καθετήρας που ακόμα δεν είχαν βγάλει, ήταν κόκκινος. Και μου έδειξαν στον υπολογιστή ότι για τρεις μήνες έπαιρνε Erythrocin, χωρίς να με ειδοποιήσουν ποτέ, γιατί υποτίθεται έκανε ουρολοιμώξεις.
Πήρα κατευθείαν τη μητέρα μου από κει. Αλλά το θέμα είναι πως είχα πλέον να κάνω με μια τρελή. Δεν ήταν η μητέρα μου αυτή. Κάθε βράδυ ούρλιαζε και ήθελε τα φάρμακά της. Μου έλεγε «πήγαινε στο γιατρό να σου δώσει τα φάρμακα που μου δίνανε εκεί, γιατί αυτά ήταν τα καλά». Είχε εθιστεί. Και μετά που έβγαλαν τον καθετήρα, είχε και ακράτεια πια. Και όταν πήγα στον γιατρό του οίκου ευγηρίας να τον ρωτήσω γιατί δεν με ειδοποίησε ότι της έδιναν φάρμακα, μου είπε ότι ήταν δουλειά του ιδρύματος να με ειδοποιήσει και όχι δική του.
Έζησε τρία χρόνια κατάκοιτη, ψυχολογικά δεν συνήλθε ποτέ. Είχε παραισθήσεις. Τελικά πέθανε τον Δεκέμβριο του 2015.”
Άλλη Χανιώτισσα που είχε τη μητέρα της και τον τον θείο της στο ίδρυμα, μιλάει για άθλιες συνθήκες και λέει ότι της ζητούσαν χρήματα για χορήγηση φαρμάκων που ενδεχομένως δεν είχε ανάγκη ο θείος της:
“Ο θείος μου πήγε σε καλή κατάσταση πριν δύο χρόνια. Ήταν υπερτασικός όμως και επειδή δεν υπήρχε κανείς στο σπίτι να τον φροντίζει, τον πήγαμε στο ίδρυμα αυτό, θεωρώντας ότι θα ήταν καλός οίκος ευγηρίας. Όταν τον πήγαμε ήταν 100 κιλά και έφτασε να γίνει σκελετός. Έχασε 30 με 40 κιλά, υποσιτιζόταν. Του πηγαίναμε φαγητό, γιατί εκεί ήταν κάτι δίσκοι με μερίδες που δεν φτάνουν ούτε για μικρό παιδί, με φρούτο μισό πορτοκάλι. Με μια φέτα ψωμί.
Ξαφνικά άρχισαν να μου ζητούν χρήματα για να του δώσουν σίδηρο και αίμα. Όταν τους ρώτησα γιατί, μου είπαν ότι είχε πέσει ο αιματοκρίτης του. Τελικά τον πήραμε από εκεί μετά από περίπου ένα χρόνο, λόγω της κατάστασης. Και τα χρήματα που μας ζητούσαν, ενώ ξεκινήσαμε από 750 ευρώ, με τα φάρμακα μας ζητούσαν όλο και περισσότερα και ξεπεράσαμε το χιλιάρικο.”
Ακόμα, η καταγγέλλουσα υποστήριξε ότι στο υπόγειο υπήρχε τρόφιμος σε κρεβάτι στον χώρο πλυντηρίων:
“Εκεί δεν υπήρχε προσωπικό, λειτουργούσαν μόνο με κάμερες. Υπήρχε η κυρία που έπλενε τα ρούχα και στον χώρο των πλυντηρίων υπήρχε κρεβάτι στο οποίο κοίμιζαν τρόφιμο. Ο οποίος έμαθα ότι ήταν συγγενής γνωστού ηθοποιού. Δεν ξέρω γιατί τον κοίμιζαν εκεί στο πλυντήριο.”
Άλλη καταγγέλλουσα, υποστηρίζει ότι η μητέρα της, η οποία είχε μεν προβλήματα υγείας, πέθανε ξαφνικά από καρδιακή ανακοπή, πράγμα που τώρα θεωρεί πως μπορεί να μην ήταν φυσιολογικό:
“Ήταν 54 ετών. Την είχαμε πάει το 2018 και απεβίωσε τον Νοέμβριο του 2019. Είχε περάσει εγκεφαλικά και ήταν κατάκοιτη η μητέρα μου. Ξέραμε ότι δεν είχε μεγάλο προσδόκιμο ζωής. Αλλά δεν υπήρχε αρκετή φροντίδα, ούτε περιποίηση, ούτε σιτίζονταν σωστά. Το μενού ήταν πάρα πολύ φτωχό και οι περισσότεροι ήταν σκελετωμένοι εκεί μέσα. Εμείς ξέραμε τη σοβαρότητα της κατάστασής της, αλλά εκείνο το διάστημα δεν είχε παρουσιάσει πυρετό, δεν είχε εμφανίσει κάτι. Και ξαφνικά ένα πρωί μας παίρνουν τηλέφωνο και μας λένε ότι πέθανε από καρδιακή ανακοπή.”
Η μητέρα της καταγγέλλουσας, με φαγητό που της είχε φέρει η ίδια
Τέλος, Χανιώτης που είχε τον 58χρονο κουνιάδο του στον οίκο ευγηρίας και τον είδε να πεθαίνει τον Ιανουάριο του 2021, υποστήριξε ότι εκείνος και η σύζυγός του είχαν μιλήσει την ημέρα του θανάτου του με τη διευθύντρια του οίκου ευγηρίας χωρίς να υπάρχει καμιά ανησυχία, και μια ώρα αργότερα ενημερώθηκαν ότι ο 58χρονος είχε πεθάνει:
“Τον βάλαμε στο ίδρυμα γιατί είχε ψυχολογικά θέματα, είχε και ογκολογικό πρόβλημα αλλά περπατούσε, μιλούσε, οδηγούσε. Μέχρι την τελευταία μέρα ήταν σχετικά καλά. Εκείνη τη μέρα λοιπόν είχαμε μιλήσει στο τηλέφωνο με το ίδρυμα για οικονομικά θέματα, γιατί μας ζητούσε όλο και περισσότερα λεφτά. Και μετά από 45 λεπτά μας παίρνει η διευθύντρια και μας λέει ότι έπαθε ιλεό και πέθανε. Πέντε και τέταρτο μιλούσαμε με το ίδρυμα, έξι η ώρα πέθανε.”
Ο ίδιος υποστηρίζει ακόμα ότι ο οίκος ευγηρίας ζητούσε όλο και περισσότερα χρήματα για τη συμμετοχή για τα φάρμακα και μάλιστα σε μετρητά και χωρίς παραστατικά.
Υπενθυμίζεται ότι η πλευρά του οίκου ευγηρίας αρνείται κάθε εμπλοκή, δεν έχουν απαγγελθεί κατηγορίες, ενώ οι νομικοί σύμβουλοί της αναμένεται να ζητήσουν τη διαφύλαξη της μυστικότητας στην προανακριτική διαδικασία τη Δευτέρα, ενώ δηλώνουν έτοιμοι και να παρουσιάσουν 50 μάρτυρες που θα ενισχύσουν τα λεγόμενά τους.
Πηγή: zarpanews.gr