Η καινούργια καλλιεργητική περίοδος, για παράδειγµα, προµηνύεται δύσκολη και µε πολλές αβεβαιότητες. Ο καιρός δείχνει συνεχώς τα δόντια του, το τοπίο στις άµεσες ενισχύσεις αλλάζει ριζικά και οι αγορές αγροτικών εµπορευµάτων µάλλον βρίσκονται υπό πίεση.
Μέσα σ’ αυτό το κλίµα το ερώτηµα τίθεται αµείλικτο. Ποιες είναι οι επιλογές που έχει για τον επόµενο χρόνο ένας αγρότης µε ευρύ χαρτοφυλάκιο σε εκτατικές καλλιέργειες; Μόνο το αρδευτικό ρεύµα στον κάµπο της Κωπαΐδας, επιφέρει ένα κόστος της τάξεως των 50 ευρώ το στρέµµα. Πράγµα που σηµαίνει ότι µόνο το ρεύµα υπερκαλύπτει και µάλιστα κατά πολύ, το σύνολο της βασικής ενίσχυσης της χρονιάς.
Στο σκληρό σιτάρι, τα νέα συµβόλαια της βιοµηχανίας ζυµαρικών, αναφέρονται σε µια τιµή παραγωγού της τάξεως των 28 λεπτών το κιλό. Με 500 κιλά µέση απόδοση στην καλύτερη περίπτωση, ο αγρότης µπορεί να περιµένει από την αγορά, πρόσοδο, 140 ευρώ το στρέµµα. Σηµειωτέον ότι ένα χρόνο πριν η τιµή στο σκληρό είχε φτάσει τα 50 λεπτά το κιλό. Σήµερα, χωρίς περαιτέρω ανάλυση, αν το χωράφι είναι ιδιόκτητο, σου µένει το νοίκι, δηλαδή 50-60 ευρώ το στρέµµα στην καλύτερη περίπτωση. Αν πληρώνεις νοίκι, τότε δεν σου µένει τίποτα! Μόνο η δουλειά και το ρίσκο.
Όµως και στο βαµβάκι τα πράγµατα δεν είναι καλύτερα. Οι τελευταίες προσφορές των εκκοκκιστηρίων προς τους παραγωγούς, δεδοµένων των διεθνών συνθηκών, κάνουν λόγο για 55 λεπτά το κιλό. Με 500 κιλά βαµβάκι, στοχεύεις για 275 ευρώ το στρέµµα πρόσοδο. Να θυµίσουµε ότι µια σεζόν νωρίτερα, το σύσπορο βαµβάκι έγραφε τιµή παραγωγού έως και 1 ευρώ το κιλό. Σε µια καλλιέργεια ιδιαιτέρως απαιτητική, µε πολλά νερά, ακριβή θρέψη, διαδοχικούς ψεκασµούς και συνεχή καλλιεργητική φροντίδα για περισσότερους από 6 µήνες το χρόνο, η σηµερινή τιµή µάλλον δεν αποτελεί κίνητρο προσανατολισµού στη συγκεκριµένη καλλιέργεια.
Θα µπορούσαµε να πούµε ότι τίθεται θέµα γενικότερου προσανατολισµού σε ότι αφορά τις ετήσιες µεγάλες καλλιέργειες. Κι αυτό γιατί, ειδικά στην Ελλάδα, όπου οι εκτάσεις δεν είναι απέραντες και οι εκµεταλλεύσεις χτίζονται από πολλά αγροτεµάχια, η ενίσχυση της παραγωγικότητας και κατ’ επέκταση η µείωση του κόστους παραγωγής δεν επιτυγχάνονται εύκολα. Μάλλον θα πρέπει να επιδιώκεται σε κάποιες καλλιέργειες, όπως π.χ. το σκληρό σιτάρι αλλά και το βαµβάκι, η διαφοροποίηση και ενίσχυση της ποιότητας και η αύξηση της υπεραξίας του παραγόµενου προϊόντος. Αυτό όµως προϋποθέτει ευρύτερο σχεδιασµό, συγχρωτισµό των δυνάµεων παραγωγής και οργανωµένη πώληση, ενδεχοµένως και περαιτέρω διαχείριση του παραγόµενου προϊόντος.
Ολόκληρο το ρεπορτάζ στην Agrenda που κυκλοφορεί
Κοινοποιήστε το:
Διαβάστε Επίσης