Ο Μπορέλ τηρεί τα προσχήματα, σε σχέση με τον ΥΠΕΞ της Γερμανίας που έσπευσε να δηλώσει ότι δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για κυρώσεις στην Τουρκία τώρα που άρχισαν οι διερευνητικές επαφές μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας.
Αμέσως μετά τον Γερμανό ΥΠΕΞ, κ. Μάας, πήρε τη σκυτάλη ο κατά κάποιο τρόπο ομόλογός του, Ύπατος Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας, Ζοζέπ Μπορέλ, ο οποίος χαρακτήρισςε την έναρξη των διερευνητικών ως “σημαντικό βήμα προς την επαναπροσέγγιση ΕΕ – Τουρκίας”.
Πάντως ο κ. Μπορέλ ήταν πιο προσεκτικός από τον κ. Μάας, αφού τόνισε ότι η σύμβαση για το δίκαιο της Θάλασσας UNCLOS παρέχει την κατάλληλη βάση, καθώς, όπως είπε, “μιλάμε για την τήρηση του διεθνούς δικαίου” και “αυτή αποτελεί κομμάτι του διεθνούς δικαίου”.
Επίσης, ο κ. Μπορέλ σημείωσε ότι το θέμα των κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας είναι ακόμα στο τραπέζι και ότι ο ίδιος συνεχίζει την προετοιμασία της έκθεσης που του έχει αναθέσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με τα συμπεράσματα του Δεκεμβρίου, περιλαμβανομένων των προβλέψεων επί κυρώσεων, επισημαίνοντας ότι η ΕΕ θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις εξελίξεις και τις κινήσεις της Τουρκίας τις επόμενες εβδομάδες, με ορίζοντα το Συμβούλιο του Μαρτίου.
Εξήγησε ότι η σχετική λίστα κυρώσεων δεν είναι ακόμη έτοιμη, αλλά “δεν έχει μπει στην άκρη” και “η εργασία συνεχίζεται”. Τόνισε ότι σε σχέση με την επίσκεψη Τσαβούσογλου “το μήνυμα ήταν αμοιβαίο”, “ούτε άκουγα μόνο, ούτε άκουγε μόνο αυτός”. Είπε ότι “τα εξετάσαμε όλα, όσα δημιούργησαν προβλήματα” και “συμφωνήσαμε να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες” με στόχο “καλύτερη γειτονία και κατανόηση”.
“Δεν έχουμε τουρκικά πλοία και γεωτρήσεις”
Σημείωσε ακόμα ότι “οι ενοχλήσεις που δηλητηρίαζαν” τις σχέσεις με τα κράτη μέλη, έχουν απομακρυνθεί. “Δεν έχουμε τουρκικά πλοία, δεν έχουμε γεωτρήσεις”, ανέφερε και δήλωσε ότι “πρέπει να διατηρήσουμε το momentum και να το αξιοποιήσουμε για να βρούμε λύσεις”.
Κυπριακό
Ο Ύπατος Εκπρόσωπος σημείωσε επίσης την ανάγκη έναρξης των συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, στις οποίες η Ε.Ε. θα παραστεί ως παρατηρητής, όπως έγινε και στο παρελθόν.