Από την υβριδική απειλή στον Έβρο μέχρι το ORUC REIS και από τις συμμαχίες –
«κλειδιά» μέχρι την εξοπλιστική ενίσχυση με Rafale και νέες φρεγάτες – Πώς οι
Ένοπλες Δυνάμεις κατάφεραν να δώσουν ηχηρές απαντησεις στους Τούρκους,να
προσφέρουν πολύτιμη βοήθεια στη μάχη κατά του κορονοιού και παράλληλα να
προχωρήσουν σε κινήσεις που ισχυροποιούν τους τρεις Κλάδους.
Καθώς ήδη διανύουμε τις πρώτες ημέρες του 2021, ένας νηφάλιος απολογισμός των
διαμειφθέντων κατά τη διάρκεια του 2020 είναι πάντοτε γόνιμος καθόσον
προσφέρει τη δυνατότητα αφενός ανάδειξης των θετικών σημείων και αφετέρου των
ελλείψεων που διεφάνησαν ύστερα από από μία και πλέον δεκαετία συρρίκνωσης των
αμυντικών δαπανών. Η αξιοποίηση και η ανάλυση επομένως αυτών των
επιχειρησιακών διδαγμάτων, αναμφισβήτητα μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα για
έναν σωστό και ορθολογικό σχεδιασμό της χρονιάς που μόλις άρχισε. Η χρονιά που
αφήσαμε πίσω μας έβριθε προκλήσεων μέσα από τις οποίες όμως αναδύθηκαν
αντίστοιχες ευκαιρίες αναδιοργάνωσης και εξοπλισμού του στρατεύματος οι οποίες
ήδη έχουν λάβει ή θα λάβουν προσεχώς το δρόμο της τελικής υλοποίησης.
Μόλις τον περασμένο Μάρτιο έλαβε χώρα μια επίμονη προσπάθεια διάρρηξης των
ελληνικών συνόρων στον Έβρο από χιλιάδες μεταναστών και προσφύγων, προφανώς
υποκινούμενη από τον τουρκικό κρατικό μηχανισμό προεξάρχοντος του μετέπειτα
παραιτηθέντος Υπουργού Εσωτερικών Σοϊλού, ο οποίος μάλιστα έφτανε και στο
σημείο να διαθέτει απροκάλυπτα μεταφορικά μέσα όπως λεωφορεία, για τη
διοχέτευση του οργανωμένου πλήθους στα σύνορα. Η ξεκάθαρη «υβριδική» επίθεση
αντιμετωπίστηκε με απόλυτη επιτυχία χάρη στην αποφασιστικότητα των στελεχών
των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας αλλά και των ντόπιων της
περιοχής. Η επιτυχής αντιμετώπιση αυτής της κρίσης δεν ιδώθηκε όμως ως
μεμονωμένο γεγονός αλλά εντάχθηκε σ’ ένα πλαίσιο προκλητικών ενεργειών από
την Τουρκία, το οποίο δυνητικά και με την κατάλληλη «υποκίνηση» θα μπορούσε
να επαναληφθεί, ίσως δε σε ακόμα μεγαλύτερη κλίμακα.
Απότοκο λοιπόν αυτής της κρίσης ήταν η κυβερνητική απόφαση ενίσχυσης των
χερσαίων μας συνόρων τόσο σε μέσα όσο και σε υλικά, όπως η συντήρηση
υφισταμένων υποδομών φύλαξης, η ενίσχυση του ήδη υπάρχοντος φράχτη και η
επέκτασή του στην περιοχή των Φερών. Οι Ένοπλες Δυνάμεις υπό την καθοδήγηση
του ΓΕΕΘΑ διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο και σε αυτήν την περίπτωση, με
την κατασκευή και τοποθέτηση τεχνητών εμποδίων και νέων θέσεων μάχης. Η
πολύτιμη εμπειρία από αυτήν την κρίση αποτυπώθηκε και στην εκπόνηση νέων
οδηγιών και επιχειρησιακών διδαγμάτων για την περαιτέρω θωράκιση των συνόρων
μας χερσαίων και θαλασσίων που δύνανται να αξιοποιηθούν στο μέλλον.
Το 2020 όμως χαρακτηρίστηκε και από μία ακόμα ελληνοτουρκική κρίση, η οποία
σαφώς δεν μας ξενίζει αφού οι γείτονες μας διαχρονικά φροντίζουν να
διατηρούν το θερμόμετρο υψηλά με τις ανεδαφικές τους αξιώσεις, πλην όμως
ήταν η μακροβιότερη έως τώρα, μετρώντας πάνω από τρεις μήνες αυξημένων
ετοιμοτήτων, περιπολιών, καταπονήσεως προσωπικού και μέσων. Το σύνολο των
Ενόπλων Δυνάμεών μας τέθηκε σε επιφυλακή και αυξημένη εγρήγορση, με
προεξάρχοντα τον Στόλο μας, ο οποίος αναπτύχθηκε σε όλα τα μήκη και πλάτη
της ελληνικής θαλάσσιας επικράτειας, παρακολουθώντας την προκλητική παρέλαση
του ORUC REIS και των συνοδών του πλοίων. Η αντίδραση των Ενόπλων Δυνάμεων
και ιδίως των πληρωμάτων των πολεμικών μας πλοίων ήταν κάτι παραπάνω από
υποδειγματική. Η αποφασιστικότητα τους καταδεικνύεται, αν μη τι άλλο, από το
γεγονός του ανελέητου κυνηγιού που είχαν εξαπολύσει οι ανθυποβρυχιακές μας
μονάδες εναντίον των τουρκικών υποβρυχίων, αναγκάζοντάς τα να υποδηλώσουν
την παρουσία τους και εμμέσως να παραδεχθούν την ήττα τους.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις μας όμως κλήθηκαν να συνδράμουν ταυτόχρονα με το
επιχειρησιακό και σ’ ένα άλλο πεδίο, αυτό της ενεργού συνεισφοράς στο
κοινωνικό σύνολο και της συνδρομής του κρατικού μηχανισμού σε μία πρωτόγνωρη
για τα υγειονομικά δεδομένα της Χώρας κρίση, στο οποίο απέδωσαν εξίσου
ικανοποιητικά. Η κοινωνική προσφορά των Ενόπλων Δυνάμεων άλλωστε αποτελεί
μια πολύτιμη υπηρεσία προς την πολιτεία και επιβεβαιώθηκε ακόμα μία φορά με
τη συνδρομή τους κατά τη διάρκεια του κυκλώνα «ΙΑΝΟΣ» όπου ανέλαβαν
σημαντικό κομμάτι της διανομής τροφίμων στους κατοίκους των περιοχών που
δοκιμάστηκαν σκληρά (Καρδίτσα και Κεφαλλονιά), όπως και της αποκατάστασης
των ζημιών στο οδικό δίκτυο και τις κρατικές υποδομές.
Εξαιρετική όμως είναι και η συνεισφορά των Ενόπλων Δυνάμεων στη διαχείριση
της πανδημίας Covid-19 όπου πέρα από τη διάθεση μέσων για τη μεταφορά
ασθενών από τις ακριτικές περιοχές, προέβησαν σε μία σειρά δράσεων σε
συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας. Η διάθεση
εξειδικευμένου προσωπικού στις δομές του Υπουργείου Υγείας, χώρων νοσηλείας
καθώς και η ενεργή συμμετοχή των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων στην
επιχείρηση «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» περιελάμβανε την έγκαιρη και απρόσκοπτη μεταφορά των
εμβολίων στα εμβολιαστικά κέντρα όλης της επικράτειας. Επιπλέον η ίδρυση
κέντρων διενέργειας rapid test του ιού σε στρατιωτικές μονάδες ώστε να
βελτιωθεί η επιδημιολογική επιτήρηση της χώρας και να αποσυμφορηθεί το
Εθνικό Σύστημα Υγείας, συντέλεσαν και εξακολουθούν να συντελούν καθοριστικά
στην διαχείριση της πανδημίας. Το 2020 ήταν και μια χρονιά όπου η συνεισφορά
των Ελληνικού στρατεύματος ξεπέρασε τα όρια της Χώρας μας. Η πολύτιμη
ανθρωπιστική βοήθεια που απεστάλη σε τρόφιμα και φάρμακα με το Αρματαγωγό
ΙΚΑΡΙΑ, προσέφερε σημαντική ανακούφιση στον χειμαζόμενο λαό του Λιβάνου που
δοκιμάστηκε από τις πολύνεκρες εκρήξεις στο λιμάνι της Βηρυτού.
Η χρονιά που πέρασε όμως, σηματοδότησε και την έναρξη στοχευμένων
πρωτοβουλιών για την αναδιοργάνωση και τη βελτίωση του αξιόμαχου των Ενόπλων
Δυνάμεων. Μία από αυτές αποτελεί η αναδιοργάνωση της Διακλαδικής Διοίκησης
Ειδικών Επιχειρήσεων και του μετασχηματισμού της σε Διοίκηση Ειδικού
Πολέμου, ένα όραμα του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ από την εποχή που ήταν Διοικητής της
13ης Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων. Ο μετασχηματισμός αυτός δημιουργεί έναν
οργανισμό που θα συγκεντρώνει την αφρόκρεμα των ειδικών δυνάμεων και των
τριών Κλάδων υπό ευέλικτο σχήμα διοίκησης, οργανωμένου στα πρότυπα ειδικών
δυνάμεων χωρών με σημαντική παράδοση στις Ειδικές Επιχειρήσεις, αποτελώντας
έτσι την αιχμή του δόρατος των Ενόπλων Δυνάμεων σε οποιοδήποτε θέατρο
επιχειρήσεων.
Οι συνεχόμενες κρίσεις ανέδειξαν επίσης την ανάγκη επικαιροποίησης των
επιχειρησιακών σχεδίων σε στρατηγικό αλλά και επιχειρησιακό/τακτικό επίπεδο.
Αποτέλεσαν επιπλέον το έναυσμα συνακόλουθων ενεργειών για την αναβάθμιση και
ανανέωση του στελεχιακού προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων και του εξοπλισμού
τους. Όπως και στην περίπτωση της υβριδικής επίθεσης στον Έβρο, η κρίση του
ORUC REIS εδραίωσε την αντίληψη διατήρησης και περαιτέρω ανάπτυξης υψηλής
αποτρεπτικής ισχύος, με δεδομένη την εκτίμηση ότι η τουρκική προκλητικότητα
θα παραμείνει στα ίδια επίπεδα-αν όχι θα κλιμακωθεί.
Η υλοποίηση στοχευμένων δράσεων αφενός θα ανανεώσουν και θα ενισχύσουν το
προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, όπως η πρόσληψη σημαντικού αριθμού ΕΠΟΠ και
ΟΒΑ και η αύξηση του εισακτέου αριθμού των εισακτέων στις Παραγωγικές
Σχολές. Αφετέρου δε, θα του εξασφαλίσουν σημαντική αποτρεπτική ισχύ, έτσι
ώστε ο οποιοσδήποτε δυνητικός αντίπαλος να σκεφτεί σοβαρά πριν εκδηλώσει
οποιαδήποτε πρόκληση.
Η εμπέδωση της ανάγκης ποιοτικής αναβάθμισης των συστημάτων και μέσων των
Ενόπλων Δυνάμεων δεν είναι μονοσήμαντη, περιοριζόμενη μόνο στην απόκτηση
νέων αλλά περιλαμβάνει και τη διατήρηση των υπαρχόντων σε άριστη
επιχειρησιακή κατάσταση, ιδίως τώρα που τα σύννεφα των προκλήσεων στην
περιοχή μας συνεχώς πυκνώνουν. Το εξοπλιστικό πρόγραμμα που έχει καταρτίσει
το ΓΕΕΘΑ, λαμβάνοντας υπόψη τόσο την περιρρέουσα γεωπολιτική κατάσταση όσο
και τα διατιθέμενα οικονομικά κονδύλια, σχεδιάστηκε ταχύτατα και σταδιακά
υλοποιείται σε τρεις άξονες: τη διατήρηση του αξιόμαχου των υπαρχόντων
συστημάτων και μέσων και τη βελτίωση/αναβάθμιση των εγκαταστάσεων, τον
εκσυγχρονισμό των οπλικών συστημάτων και την απόκτηση νέων. Οι δράσεις αυτές
έχουν ήδη λάβει τον δρόμο της τελικής υλοποίησης, μετά από την επίσπευση των
ενεργειών σε κεντρικό επίπεδο από το ΓΕΕΘΑ. Πλέον αρμόδια για την τελική
συμβασιοποίηση των προγραμμάτων είναι η Γενική Διεύθυνση Αμυντικών
Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ) του ΥΠΕΘΑ
Άλλα και σε αυτόν τον τομέα, η καίρια απόφαση της στρατιωτικής ηγεσίας να
συνδράμει τη ΓΔΑΕΕ με πρόσθετο επιτελικό προσωπικό και από τους τρεις
κλάδους προκειμένου να επιταχυνθεί η ολοκλήρωση των σχεδιασθέντων εξοπλισμών
ήταν καταλυτική. Προγράμματα τα οποία υπήρχαν στους σχεδιασμούς των
Επιτελείων, όπως η απόκτηση μιας μοίρας 18 υπερσύγχρονων μαχητικών RAFALE, η
εν συνεχεία υποστήριξη των Mirage 2000, o εκσυγχρονισμός των F-16 στην
έκδοση των Viper, «έτρεξαν» γρήγορα και υλοποιήθηκαν σε εντυπωσιακά μικρούς
χρόνους, πολλαπλασιάζοντας κατακόρυφα το επιχειρησιακό όφελος των Ενόπλων
Δυνάμεων, σε μία εποχή που το χρειάζονται περισσότερο από ποτέ. Παράλληλα
όμως βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη και οι διαδικασίες για την ένταξη στον
Στόλο τεσσάρων ολοκαίνουριων φρεγατών πολλαπλού ρόλου, καθώς και δύο πλοίων
ενδιάμεσης λύσης με προωθημένες δυνατότητες, με παράλληλο εκσυγχρονισμό των
τεσσάρων υπαρχουσών φρεγατών ΜΕΚΟ, αλλά και η απόκτηση αντιαρματικών όπλων
για τον Στρατό Ξηράς και νέων τορπιλών βαρέως τύπου για το Πολεμικό Ναυτικό.
Επίσης, η αμυντική βιομηχανία που εδώ και αρκετά χρόνια παραμένει
τελματωμένη, φαίνεται ότι μέσω των χρηματοδοτούμενων από την ΕΕ προγραμμάτων
(προγράμματα PESCO) αποκτάει μια καινούρια δυναμική, αποπνέοντας αέρα
αισιοδοξίας. Το αποδεικνύουν άλλωστε και οι πρόσφατες επιδόσεις τεσσάρων
ελληνικών εταιρειών παραγωγής αμυντικών συστημάτων στους προκηρυχθέντες
διαγωνισμούς της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Άμυνας, οι οποίες εν μέσω ανταγωνισμού
με εταιρείες μεγαθήρια στο χώρο, απέσπασαν τη μερίδα του λέοντος από τις
ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις για την ανάπτυξη των προϊόντων τους και ταυτόχρονα
διθυραμβικά σχόλια.
Επιπλέον όμως, ύστερα από πρωτοβουλία της στρατιωτικής ηγεσίας των Ενόπλων
Δυνάμεων και παρά τα στενά δημοσιονομικά περιθώρια, χορηγήθηκε χρηματική
αποζημίωση στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, ως ελάχιστη ένδειξη αναγνώρισης
της υπηρεσίας που καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020 προσέφεραν στην Πατρίδα,
όντας για τρεις και πλέον μήνες στις επάλξεις.
Η ενίσχυση των συμμαχιών σε διμερές ή πολυμερές επίπεδο, με χώρες όπως τα
ΗΑΕ, η Αίγυπτος, η Γαλλία και το Ισραήλ καθώς και η έντονη αμυντική
διπλωματία που αναπτύχθηκε λόγω της τουρκικής προκλητικότητας ενίσχυσαν
σημαντικά το γεωπολιτικό ειδικό βάρος της Χώρας μας, θέτοντας τελικά το
πρόσημο μιας ιδιαίτερα απαιτητικής χρονιάς για τις Ένοπλες Δυνάμεις με
πολλαπλές και ποικίλες προκλήσεις, ως ιδιαίτερα θετικό .
Το 2020 ήταν μια χρονιά – ορόσημο για όλη τη Χώρα σε πολλά επίπεδα,
κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό, διπλωματικό και βεβαίως στρατιωτικό. Οι
προκλήσεις, ιδιαιτέρως στο στρατιωτικό επίπεδο λόγω της διαρκούς
κλιμακούμενης και επιθετικής συμπεριφοράς της Τουρκίας κορυφώθηκαν με δύο
πολύ σοβαρές κρίσεις. Τα αντανακλαστικά όμως των Ενόπλων Δυνάμεων και στις
δύο περιπτώσεις ήταν άμεσα και όχι μόνο απέκρουσαν αποφασιστικά τους
επιβουλείς, αλλά κατέδειξαν με τον πιο προφανή τρόπο ότι οι ισχυρές Ένοπλες
Δυνάμεις μπορούν να εξασφαλίσουν την εδαφική ακεραιότητα της Χώρας μας
απέναντι σε οποιαδήποτε προκλητική συμπεριφορά.
Με τις πολύτιμες εμπειρίες που αποκτήθηκαν αλλά κυρίως με την αδήριτη ανάγκη
εξοπλισμού και αναβάθμισης των Ενόπλων Δυνάμεων σε μέσα και προσωπικό που
διαπιστώθηκε με τον πλέον έντονο τρόπο τη χρονιά που πέρασε, τέθηκαν οι
βάσεις σταδιακής αλλά ταχείας αναδιοργάνωσης του Στρατεύματος ώστε τα
επόμενα χρόνια, αρχής γενομένης το 2021, ν’ ατενίζουμε το μέλλον με
αισιοδοξία αλλά και με περισσότερη αποφασιστικότητα και σιγουριά απέναντι σε
κάθε πρόκληση.