Για τη Ρωσία η αναζωπύρωση του πολέμου μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν σημαίνει μια λεπτή άσκηση ισορροπιών αλλά και μια ευκαιρία να δείξει ότι διατηρεί τον πρώτο λόγο στην περιοχή.
Ως προς το γιατί αναζωπυρώθηκε η σύγκρουση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ αρχίζουμε και έχουμε μια εικόνα.
Οι Αζέροι, που ήταν στην πραγματικότητα οι ηττημένοι του προηγούμενου πολέμου, καθώς η ανακωχή του 1994 σήμαινε ότι περίπου το 14% της έκτασης της χώρας παρέμεινε έκτοτε υπό τον έλεγχο της Αρμενίας.
Αυτό εξηγεί γιατί υπήρχε μεγάλη πίεση και από την κοινή γνώμη υπέρ μιας πιο αποφασιστικής στάσης. Ρόλο σε αυτό έπαιζε και το γεγονός ότι τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων του Αζερμπαϊτζάν το έκαναν μια χώρα σημαντικά πλουσιότερη από την Αρμενία, αλλά και επέτρεπε σημαντικές αγορές όπλων.
Καταλυτικό ρόλο έπαιξε η τουρκική υποστήριξη, πιθανώς και με εξοπλισμό που μεταφέρθηκε κατά τη διάρκεια των κοινών τουρκο-αζερικών στρατιωτικών ασκήσεων τον Αύγουστο και μετά έμεινε εκεί. Η Τουρκία που έχει επενδύσει σημαντικά στις καλές σχέσεις με το Αζερμπαϊτζάν, συμπεριλαμβανομένης της φαντασιακής προβολής της εικόνας ενός «αδελφού τουρκικού έθνους», το τελευταίο διάστημα δοκιμάζει να κατοχυρωθεί ως ισχυρή περιφερειακή δύναμη μέσα από την προσπάθεια να παρέμβει σε τοπικές συγκρούσεις και να αλλάξει το συσχετισμό της δύναμης. Το δοκίμασε στη Συρία, το κάνει στη Λιβύη και τώρα το επιδιώκει στον Καύκασο. Ας μην ξεχνάμε ότι η Τουρκία έχει και τη δυνατότητα να υποστηρίξει τους Αζέρους είτε προσφέροντας τις αεροπορικές δυνατότητες που δεν έχουν, είτε διευκολύνοντας τη μεταφορά μισθοφόρων από τις συριακές ισλαμικές ένοπλες δυνάμεις που επηρεάζει.
Ο διεθνής περίγυρος
Για το διεθνή περίγυρο, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και της Ρωσίας, η σύγκρουση αυτή ήταν πάντα μια δύσκολη υπόθεση.
Η Αρμενία συμμετέχει στον Οργανισμό της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας, δηλαδή τη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας ανάμεσα σε Ρωσία, Αρμενία, Καζακστάν, Λευκορωσία, Κιργιστάν και Τατζικιστάν, και η Ρωσία διαθέτει στρατιωτική βάση στο αρμενικό έδαφος. Ταυτόχρονα, η Αρμενία είχε παραδοσιακές σχέσεις, μέσω της αρμενικής διασποράς, με τις ΗΠΑ, ενώ μετά την πολιτική αλλαγή του 2018, είχε πάρει μια πιο φιλοαμερικανική στροφή, με τις ΗΠΑ να επενδύουν στη δυνατότητα να αποκτήσουν επιρροή στην «πίσω αυλή» της Ρωσίας.
Από την άλλη, το Αζερμπαϊτζάν επίσης έχει καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ, αλλά και μια «πραγματιστική» σχέση με τη Ρωσία, που επίσης έχει προτιμήσει να διατηρήσει καλές σχέσεις με τους Αζέρους, ιδίως εάν αναλογιστούμε ότι το ηγετικό πολιτικό προσωπικό του Αζερμπαϊτζάν προέρχεται από τις σοβιετικές κρατικές υπηρεσίες. Ωστόσο, την ίδια στιγμή προσπαθεί να εκμεταλλευτεί και τις καλές σχέσεις με την Τουρκία και το Ισραήλ (από το οποίο προμηθεύεται και όπλα).
Ενδεικτικό της συνθετότητας της κατάστασης είναι ότι πρόσφατη έκθεση του think tank RAND Corporation για την αμερικανική στρατηγική απέναντι στη Ρωσία πρότεινε ως εναλλακτικές τόσο στην ενίσχυση των σχέσεων του ΝΑΤΟ με Γεωργία και Αζερμπαϊτζάν όσο και την προσπάθεια προσεταιρισμού της Αρμενίας, θεωρώντας ότι η τελευταία παίρνει όλο και πιο φιλοδυτικό προσανατολισμό. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και εάν είχε υπάρξει κάποιου είδους αμερικανική συγκατάβαση στις κινήσεις του Αζερμπαϊτζάν, με το σκεπτικό του ανοίγματος ενός μετώπου σε βάρος της Ρωσίας, αυτή δεν εξαντλεί την αμερικανική κατεύθυνση.
Η ίδια η συνθετότητα της σύγκρουσης και η απροθυμία διαχρονικά και από τη Ρωσία και από το ΝΑΤΟ να επικυρώσουν μια αλλαγή συνόρων, που δεν θα προέκυπτε από συμφωνία των εμπλεκομένων μερών, εξηγεί και την καταρχήν απροθυμία εμπλοκής στη σύγκρουση με έναν άμεσο τρόπο. Επιπλέον, ιδίως οι ΗΠΑ, παρότι δέχονται κρούσεις και από τις κυβερνήσεις και των δύο αντιμαχόμενων χωρών, δεν έχουν δείξει ότι θα ήθελαν άμεσα να εμπλακούν σε μια σύγκρουση.
Ή για να το πούμε διαφορετικά, είναι ένα πράγμα να προσπαθούν να αποσπάσουν χώρες από την επιρροή της Ρωσίας σε μια περιοχή που η Μόσχα θεωρεί ότι είναι δική της ευθύνη, όπως φάνηκε και στη Γεωργία και πιο πρόσφατα στην Αρμενία και άλλο η άμεση εμπλοκή σε πολεμική σύγκρουση.
Τα ρωσικά διλήμματα
Η ίδια η Ρωσία καλείται να διαχειριστεί λεπτές ισορροπίες. Παρότι έχει και τυπικές σχέσεις αμυντικής συνεργασίας με την Αρμενία, προφανώς και δεν βλέπει με καλό μάτι τον νέο προσανατολισμό της κυβέρνησης Πασινιγιάν, ούτε νιώθει ιδιαίτερα διατεθειμένη να επιδοκιμάσει την προσπάθειά του να αναβαθμίσει τις σχέσεις με τη Δύση, στηριζόμενος ταυτόχρονα στη ρωσική υποστήριξη.
Την ίδια στιγμή προφανώς και δεν βλέπει με καλό μάτι την τουρκική ανάμειξη και δη στην περιοχή του Καυκάσου, ούτε έχει ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στην τουρκική πλευρά, ιδίως με τον τρόπο που αυτή κινείται. Προφανώς και δεν επιθυμεί μια ρήξη ούτε με το Αζερμπαϊτζάν, ούτε με την Τουρκία, αλλά κυρίως ενδιαφέρεται να είναι η δύναμη που εγγυάται τη σταθερότητα στην περιοχή.
Αυτό σημαίνει ότι προς το παρόν δεν θα ήθελε να εμπλακεί πολύ πιο άμεσα στη σύγκρουση, παρά μόνο εάν δει ότι η σύγκρουση κλιμακώνεται πέραν ενός ορίου ή εάν εκτιμήσει ότι η Τουρκία ξεπερνά τα όρια μιας απλής υποστήριξης.
Σημειώνουμε εδώ ότι η Ρωσία δεν βλέπει με καθόλου καλό μάτι την αποστολή σύριων μισθοφόρων στην περιοχή, εάν σκεφτούμε ότι στη σχετικά γειτονική περιοχή του Βόρειου Καυκάσου, στο Νταγκεστάν και στην Τσετσενία τόσο το Ισλαμικό Κράτος όσο και άλλες ισλαμιστικές ένοπλες ομάδες είχαν βρει πρόσφορο έδαφος για τη στρατολόγηση μαχητών.
Στη βάση όλων αυτών η Ρωσία θα υποστηρίξει σε επίπεδο πληροφοριών την Αρμενία ή διευκολύνοντας κάποιες από τις μεταφορές όπλων που γίνονται σε αυτή μέσω Ιράν, αλλά πιο πολύ με κριτήριο την ισορροπία στη σύγκρουση παρά την άμεση λήψη θέσης υπέρ της Αρμενίας.
Την ίδια στιγμή η Ρωσία γνωρίζει ότι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να προσφέρουν κάτι εάν η σύγκρουση κλιμακωθεί παραπέρα. Σε μια τέτοια περίπτωση μόνο η Ρωσία θα μπορούσε να παρέμβει για την ειρήνευση, πιθανώς εμπλέκοντας και άλλες δυνάμεις στη διαδικασία, όπως το Ιράν.
Η ίδια η πολεμική σύγκρουση δεν είναι καθόλου εύκολη. Παρότι και οι δύο πλευρές δηλώνουν έτοιμες να πάνε μέχρι τέλος, η τελική νίκη δεν εύκολη για καμία. Ακόμη και με την τουρκική υποστήριξη οι Αζέροι θα πρέπει να κάμψουν την ισχυρή αρμενική αντίσταση, που στο παρελθόν είχε αποδειχτεί ιδιαίτερα αποτελεσματική.
Μάλιστα, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η στάση της Μόσχας μέχρι τώρα παραπέμπει σε ένα συνδυασμό παρεμβάσεων για την κατάπαυση του πυρός και αποφυγής της κλιμάκωσης και ταυτόχρονα αναμονής ώστε να φανεί ότι ανεξαρτήτως διακηρύξεων, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να προσφέρουν πραγματική διέξοδο και άρα να επιβεβαιωθεί ότι στην περιοχή αυτή εγγύηση σταθερότητας προσφέρει μόνο η Ρωσία.