O Αλαατίν Τσακιτζί (φώτο), ο διαβόητος αρχηγός της μαφίας που καταδικάστηκε και φυλακίστηκε έπειτα από τις πολλαπλές κατηγορίες που του αποδόθηκαν (από συμμετοχή στο οργανωμένο έγκλημα μέχρι εμπόριο ναρκωτικών), πλέον είναι μέρος της τουρκικής κυβέρνησης συνεργασίας, η οποία ελέγχεται από την τριάδα Ισλαμιστών, ακροδεξιών και νέο-εθνικιστών.
Το αφεντικό της μαφίας, μετά την πρόσφατη αποφυλάκιση του χάρη σε κυβερνητική αμνηστία, προσπαθεί να βελτιώσει τη δημόσια εικόνα του μέσα από δηλώσεις που αφορούν θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, ενώ παράλληλα απειλεί δημοσίως επικριτές της κυβέρνησης.
Το ακροδεξιό (Γκρίζοι Λύκοι) υπόβαθρο του Τσακιτζί και οι μυστικές αποστολές του σε ξένες χώρες υποδεικνύουν ότι ο Ερντογάν και οι σύμμαχοι του επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν μια γνωστή εγκληματική «μηχανή» σε μια εκστρατεία εκφοβισμού, στην Τουρκία και το εξωτερικό.
Ο Τσακιτζί(67 ετών), έχει συνεργαστεί στο παρελθόν με την τουρκική υπηρεσία πληροφοριών ΜΙΤ. Συγκεκριμένα, από το 1987 συμμετείχε σε πολλές μυστικές αποστολές στην Τουρκία και το εξωτερικό, πριν τη σύλληψη του στη Γαλλία, όπου και εξέτισε ποινή 6 μηνών στις φυλακές της Νίκαιας. Τελικά, το Δεκέμβριο του 1999, εκδόθηκε στην Τουρκία και βρίσκεται για άλλη μια φορά στο επίκεντρο της πολιτικής σκηνής. Στο παρελθόν έχει εμπλακεί σε υποθέσεις δολοφονιών (εκ μέρους των υπηρεσιών ασφαλείας και πληροφοριών της κυβέρνησης) που δεν έχουν διαλευκανθεί.
Καθώς η έννομη τάξη στην Τουρκία έχει καταργηθεί τα τελευταία χρόνια, η Ισλαμική κυβέρνηση Ερντογάν και οι εθνικιστές συνεργάτες της, έχουν στραφεί στη μαφία για τη διακυβέρνηση της χώρας, τον εκφοβισμό αντιπάλων και τη διατήρηση ενός κλίματος φόβου. Από την αποφυλάκιση του στις 16 Απριλίου 2020 (με τη βοήθεια του ΜΗΡ και του Ερντογάν), ο Τσακιντζί «έπιασε δουλειά», «εργαλειοποιώντας» διάφορες εγκληματικές οργανώσεις προς το συμφέρον της κυβέρνησης, μέσω απειλών κατά στελεχών της αντιπολίτευσης.
Στις 17 Νοεμβρίου 2020, ο Τσακιντζί απείλησε τον ηγέτη της αξιωματικής αντιπολίτευσης(του κόμματος CHP), Kemal Kılıçdaroğlu, με μια χειρόγραφη επιστολή που δημοσιεύθηκε στο Twitter. Χαρακτήρισε τον πολιτικό ως «αμαθή πληροφοριοδότη που υπηρετεί προδότες σαν σκυλί», ενώ υποσχέθηκε ότι θα τον τιμωρήσει με ανασκολοπισμό (παλούκωμα). Στην επιστολή υπερασπίστηκε τον Ντεβλετ Μπαχτσελί και επιτέθηκε στον Kılıçdaroğlu που τόλμησε να κριτικάρει τον ηγέτη του ΜΗΡ.
«Κοίταξε Dürzü («βαριά»προσβολή στην τουρκική αργκό η οποία σημαίνει αχρείος), αποκάλεσες τον κύριο Μπαχτσελί φρουρό του παλατιού. Το προεδρικό συγκρότημα που αποκαλείς «παλάτι», αντιπροσωπεύει το υψηλότερο αξίωμα της χώρας μας. Η πλήρης στήριξη στο κράτος είναι τρόπος ζωής για τον κ.Μπαχτσελί. Αν χρησιμοποιείς τον όρο «φρουρός» με διαφορετική έννοια και βάζεις τους προδότες που υπηρετείς στην ίδια κατηγορία με τον Μπαχτσελί, τότε κάνεις το μεγαλύτερο λάθος της ζωής σου. Αν ξεπεράσεις τα όρια όσο είμαι ζωντανός, θα σε παλουκώσω», αναφέρει μεταξύ άλλων στο τετρασέλιδο γράμμα του ο Τσακιντζί.
Ο Τσακιντζί συνέχισε αποκαλώντας το φυλακισμένο πρώην ηγέτη του φιλοκουρδικού κόμματος(ΗDP), Selahattin Demirtas, και το φυλακισμένο φιλάνθρωπο Osman Kavala «προδότες», ενώ κατηγόρησε τον Kılıçdaroğlu ότι τους υπερασπίζεται στο όνομα της ελευθερίας του λόγου. Ο Ερντογάν παρέμεινε σιωπηλός στο άκουσμα των δημοσίων απειλών κατά του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ ο Μπαχτσελί υπερασπίστηκε τον Τσακιντζί λέγοντας ότι ο αρχιμαφιόζος είναι «σύντροφος» και ότι πιστεύει στον ίδιο πατριωτικό σκοπό. Έκτοτε ο Τσακιντζί έχει εκτοξεύσει νέες απειλές κατά του Kılıçdaroğlu.
«Θα ήθελα να υπενθυμίσω στον άνθρωπο που λέγεται Μακρόν, ο οποίος ανακατεύεται στη Μεσόγειο, είναι σύζυγος μιας γηραιότερης γυναίκας και έχει ψυχολογικά θέματα, ότι σας πνίξαμε σε βαθειά νερά στο Canakkale (κατά τον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο). Φύγατε βιαστικά όταν ήρθατε στο νότιο κομμάτι της Τουρκίας (μετά τον Α’ ΠΠ)», έγραψε στις 17 Σεπτεμβρίου ο Τσακιντζί. Στις αρχές του ίδιου μήνα η γαλλική κυβέρνηση απαγόρευσε τη δράση των Γκρίζων Λύκων.
Στο γράμμα του, ο Τσακιντζί εκτοξεύει απειλές και κατά της ύπαρξης της Ελλάδας. Παρόμοιες δηλώσεις δημοσιεύθηκαν και για τη Λιβύη, το Ναγκόρνο Καραμπάχ, την Κύπρο, το Ιράκ και τη Συρία, όπου ο Ερντογάν και η κυβέρνηση του παρέχουν στήριξη σε συμμάχους τους. Τον Ιούνιο του 2020 συναντήθηκε με τον Mehmet Ali Ağca, Τούρκο εθνικιστή που επιχείρησε να δολοφονήσει τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β’, το 1981. Ο Ağca συσχετίζεται επίσης με τους Γκρίζους Λύκους.
Ο Τσακιντζί έχει βαρύ ποινικό μητρώο. Καταδικάστηκε για «ηγεσία εγκληματικής οργάνωσης» από δικαστήριο της Κων/πολης το 2007 και δικάστηκε για εκβιασμό 40 επιχειρηματιών, ώστε αυτοί να μην συμμετέχουν στη δημοπρασία της τράπεζας Türk Ticaret Bankası (Türkbank), το 1998.
Καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους και τριών μηνών το Μάιο του 2010. Είχε πολλές ακόμα υποθέσεις που εκκρεμούσαν εις βάρος του και κρίθηκε ένοχος για το θάνατο 41 ανθρώπων. Ο Τούρκος μαφιόζος οργάνωσε ακόμα και τη δολοφονία της πρώην συζύγου του, αφού αυτή αποκάλυψε κάποιες από τις βρώμικες δουλειές στις οποίες συμμετείχε ο πρώην σύζυγός της. Ο Τσακιτζί την απείλησε δημοσίως πριν τη δολοφονία, ενώ ο πληρωμένος δολοφόνος, Abdurrahman Keskin, παραδέχτηκε σε δήλωση του ότι προχώρησε στη δολοφονία έπειτα από εντολές του αρχηγού της μαφίας.
Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης του Τσακιντζί στη Νίκαια από Βέλγους ερευνητές, τον Αύγουστο του 1998, παραδέχτηκε τη συμμετοχή του στη διακίνηση τεραστίων ποσοτήτων ηρωίνης στην Ευρώπη, σε συνεργασία με τον Τούρκο έμπορο ναρκωτικών, Selim Işık(γνωστός και ως Σελίμ η Αλεπού).O Işık συνελήφθη το 2010 στην Κων/πολη και κατηγορήθηκε για διακίνηση ηρωίνης και άλλων ναρκωτικών από το Ιράν, το Πακιστάν και το Αφγανιστάν, προς την Ευρώπη και ειδικότερα την Ολλανδία.
Ένας άλλος στενός συνεργάτης του Τσακιντζί ήταν ο Yavuz Ataç, πρώην στέλεχος και υπεύθυνος εξωτερικών επιχειρήσεων της ΜΙΤ. Ο Ataç τοποθέτησε τον Τσακιντζί στα κεντρικά γραφεία της ΜΙΤ, στην Κων/πολη, αφού εγγυήθηκε για αυτόν και τα διαπιστευτήρια του. Του έδωσε ακόμα και διπλωματικό διαβατήριο ώστε να διαφύγει της σύλληψης, όταν ο Τσακιντζί ήρθε αντιμέτωπος με ισόβια κάθειρξη.
Στον απόηχο των ερευνών κατά της διαφθοράς, οι οποίες εξέθεσαν τον Ερντογάν και την οικογένεια του το Δεκέμβριο του 2013, ο Τούρκος πρόεδρος στράφηκε στη μαφία και το ΜΗΡ σε αναζήτηση στήριξης. Εκατοντάδες αστυνομικοί αποσύρθηκαν από θέσεις κλειδιά, από τον Ιανουάριο του 2014, και αντικαταστάθηκαν από εθνικιστικές προσωπικότητες που στο παρελθόν συσχετίζονταν με τη μαφία. Ο Ερντογάν και οι σύμμαχοι του χρειαζόταν ένα δημόσιο πρόσωπο ώστε ενοποιήσει τις διαφορετικές οργανώσεις της μαφίας, τον Sedat Peker, καταδικασμένο αρχηγό μιας εγκληματικής ομάδας. Όταν ο Peker απέτυχε να ικανοποιήσει τις προσδοκίες του Ερντογάν, τότε αυτός στράφηκε στο ΜΗΡ και τον Αλαατίν Τσακιτζί ως τον άνθρωπο κλειδί που θα ελέγξει τις εγκληματικές οργανώσεις του υποκόσμου.
Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Ερντογάν και η ακροδεξιά κυβέρνηση του υπέκυψαν στον πειρασμό του να χρησιμοποιήσουν εγκληματίες, ώστε να πετύχουν τους στόχους τους μέσω της χρήσης βίας και να διατηρήσουν το κλίμα φόβου, ενώ παράλληλα πλουτίζουν από παράνομες δραστηριότητες της μαφίας, όπως το εμπόριο ναρκωτικών και η νόθευση δημοπρασιών.
Πηγή: nordicmonitor.com