Η παράδοση θέλει οι εορτάζοντες στα Κούλουμα να τρώνε άζυμο άρτο (λαγάνα) και νηστήσιμα φαγητά.
Η λαγάνα είναι ο άζυμος άρτος (ψωμί), ο οποίος φτιάχνεται με παραδοσιακό τρόπο στην Ελλάδα μόνο μια μέρα του χρόνου, την Καθαρή Δευτέρα, ενώ το όνομά της προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ”λάγανον”, μια πλακωτή ζύμη που παρασκευάζεται από αλεύρι και νερό και σηματοδοτεί την έναρξη της νηστείας της Μεγάλης Σαρακοστής.
Η λαγάνα αναφέρεται ως έδεσμα σε πολλά κείμενα της Αρχαιότητας. Ένα από αυτά είναι οι Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη, όπου αναφέρεται η φράση λαγάνα πέττετται δηλαδή λαγάνες γίνονται, αλλά και στο έργο Δειπνοσοφισταί του Αθηναίου, οπου ένας Ρωμαίος οικοδεσπότης δειπνεί με τους 29 φιλοξενούμενούς του, και εν είδει συνομιλίας, περιγράφουν την ζωή, τα ήθη και τα έθιμα, καθώς και την τέχνη και τις επιστημονικές γνώσεις των αρχαίων Ελλήνων. Ο Οράτιος στα κείμενά του αναφέρει τη λαγάνα ως «το γλύκισμα των φτωχών».
Μια θεωρία θέλει η λαγάνα να παρομοιάζεται με τον άρτο που κατανάλωσαν οι Ισραηλίτες κατά την έξοδό τους από την Αίγυπτο, από τότε και μέχρι τη στιγμή που ο Χριστός ευλόγησε τον ένζυμο άρτο.
Η παράδοση αναφέρει πως οι Ισραηλίτες έψησαν άζυμο ψωμί την τελευταία βραδιά τους πριν από την έξοδο, προκειμένου να προλάβουν να προετοιμαστούν. Άζυμος άρτος είναι το ψωμί, που γίνεται χωρίς ζύμη και γι’ αυτό είναι αφούσκωτο.