Παρά τις αντιδράσεις του ελληνικού λαού, τη Δευτέρα που μας πέρασε στις 13 Μαΐου 2024, ο κ. Μητσοτάκης ανταπέδωσε την επίσκεψη του Τούρκου προέδρου, στην Άγκυρα.
Ο κ. Μητσοτάκης, από τα πρώτα δευτερόλεπτα της επίσκεψης, επέλεξε να φερθεί δουλοπρεπώς, υποκλινόμενος στο άγημα και τη σημαία της Τουρκίας, στεκόμενος σε προσεσημασμένο κύκλο πάνω στο χαλί. Αντίθετα στην τελευταία επίσκεψη στην Αθήνα, ο Ερντογάν προσπέρασε το ελληνικό άγημα χωρίς να αποδώσει κανένα χαιρετισμό. Ο Πρωθυπουργός έπρεπε να ανταποδώσει τη στάση του Τούρκου Προέδρου ή έστω μια απλή προσοχή θα ήταν υπεραρκετή. Σ’ αυτήν την Κυβέρνηση (πρωθυπουργός, Γεραπετρίτης), μάλλον έχουν συνηθίσει να υποκλίνονται. Αντιλαμβάνονται ότι τέτοια συμπεριφορά δείχνει υποτέλεια, ξεδιαντροπιά και προσβάλλει τους Έλληνες;
Σημειωτέον ότι σε κανένα σημείο της επίσκεψης δεν παιάνισε ο ελληνικός εθνικός ύμνος.
Στο πλαίσιο των δηλώσεων μετά τις συνομιλίες, ο Πρωθυπουργός της Χώρας είπε ότι συμφωνεί με τη χρηματοδότηση της Τουρκίας από την Ευρώπη λόγω μεταναστευτικών ροών, εξέφρασε τη δυσαρέσκεια του λόγω της μετατροπής της Μονής της Χώρας σε τζαμί, αλλά δήλωσε ικανοποιημένος για το γεγονός ότι μπορεί να είναι η Μονή επισκέψιμη από τον καθένα (αν είναι δυνατόν), ψέλλισε κάτι ανούσιο για την Κύπρο και διαβεβαίωσε ότι είναι υπέρμαχος της επανεκκίνησης των ευρωτουρκικών σχέσεων.
Αντίστοιχα ο Τούρκος πρόεδρος, ονόμασε την μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα τουρκική, έθεσε θέμα δικαιωμάτων της μειονότητας, ανέφερε ότι επιθυμεί δίκαιη και μόνιμη λύση στην Κύπρο στη βάση των πραγματικοτήτων στο νησί και τέλος ισχυρίστηκε ότι η Τουρκία είναι υπόδειγμα χώρας ως προς την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Αν αποκωδικοποιήσουμε αυτά που ειπώθηκαν και αυτά που δεν ειπώθηκαν δημόσια, αλλά και γενικότερα αυτά που διημείφθησαν τις ημέρες πριν και μετά την επίσκεψη, το πρόσημο ήταν πολύ αρνητικό για την Ελλάδα και ας προσπαθούν οι γνωστοί κύκλοι να προβάλουν το θετικό κλίμα και τις δευτερεύουσες μικροσυμφωνίες.
Ας σχολιάσουμε τις εκατέρωθεν δηλώσεις.
Η αντίληψη που έχει ο πρωθυπουργός για το χριστιανισμό και την πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας και όλου του Κόσμου φάνηκε και από τη στάση του στο θέμα της Μονής της Χώρας, που στην ουσία έδωσε την συγκατάθεσή του για την μετατροπή της σε τζαμί, αφού μάλιστα δήλωσε και ικανοποιημένος «… επειδή θα είναι επισκέψιμη από όλους…», αναγνωρίζοντας μάλιστα στην Τουρκία το ρόλο του προστάτη πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως ανέφερε ο Τούρκος Πρόεδρος!
Και βεβαίως, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος φάνηκε ανίκανος να εκφράσει την δυσαρέσκεια του για την αντίδραση της Άγκυρας στα θαλάσσια πάρκα που ανακοίνωσε η Ελλάδα σε Αιγαίο και Ιόνιο Πέλαγος.
Μας είπε ακόμη ότι συμφωνεί στη χρηματοδότηση της Τουρκίας λόγω των μεταναστευτικών ροών, αλλά δεν απαίτησε εκεί στην Άγκυρα, αλλά ούτε και στην Ευρώπη, έστω να ελέγχονται τα χρήματα ώστε να μην πηγαίνουν σε άλλους τομείς, όπως π.χ. στην ανάπτυξη και παραγωγή οπλικών συστημάτων, που στο τέλος θα πλήξουν την Ελλάδα. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά ο κ. Μητσοτάκης μίλησε και για επανεκκίνηση Ευρωτουρκικών σχέσεων.
Με την άσχετη αναφορά του στην Κύπρο μας, δέχθηκε ουσιαστικά την πρόταση του Ερντογάν για «… λύση στην Κύπρο στη βάση των πραγματικοτήτων στο νησί». Δεν μας είπε όμως ποιες είναι οι πραγματικότητες. Αυτές πριν το 1974, ή αυτές που μεθοδικά και απροκάλυπτα δημιουργεί η Τουρκία μέρα με τη μέρα;
Το θράσος του Ερντογάν, βεβαίως, που αποκάλεσε «Τουρκική» την μουσουλμανική μειονότητα στην Ελλάδα και έθεσε επίσης θέμα δικαιωμάτων της είναι γνωστό. Και τον χαρακτηρίζουμε θρασύ διότι γνωρίζει ότι η χώρα του έχει κατασφάξει, εκτοπίσει και στραγγαλίσει ολόκληρους λαούς, όπως τους Έλληνες (Πόντιους, Θρακιώτες και Μικρασιάτες), τους Αρμένιους, τους Κούρδους, κ.α.
Παρά τις φιλοφρονήσεις μεταξύ των δυο ηγετών, όχι μόνο δεν επιλύθηκε κανένα πρόβλημα, αλλά κλιμακώθηκαν έτι περαιτέρω οι διεκδικήσεις της γείτονος.
Έτσι χθες 16/05/24, μόλις 3 ημέρες μετά την επίσκεψη, η Τουρκία πραγματοποίησε άσκηση έρευνας /διάσωσης μεταξύ Λέσβου και Χίου, σε περιοχή που δέσμευσε με παράτυπη NAVTEX. Συμμετείχαν τουλάχιστον 10 σκάφη (ακταιωροί και μεγάλα σκάφη Ακτοφυλακής), 14 ελικόπτερα και 2 αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας, ενώ σημείωσε 16 παραβάσεις των κανόνων εναέριας κυκλοφορίας, μετά από πολλούς μήνες.
Εν τω μεταξύ, οι ασκήσεις του τουρκικού στρατού για κατάληψη ελληνικών νησιών βαίνουν αυξανόμενες, ώστε σε δεδομένη στιγμή να πραγματοποιηθεί το όνειρο των Τούρκων, «η γαλάζια πατρίδα». Αυτό το τερατούργημα, η αρπαγή του μισού Αιγαίου δηλαδή, που σκοπίμως μόλις λίγες ημέρες πριν την επίσκεψη Μητσοτάκη, ανακοινώθηκε ότι θα διδάσκεται στα τουρκικά σχολεία.
Αν αυτά όλα δεν είναι άγρια επιθετικότητα, ποια θεωρείται ως τέτοια;
Οι χώρες της ΕΕ και τα Ηνωμένα Έθνη, όπως έκαναν και στο παρελθόν βέβαια, παρακολουθούν την Άγκυρα να αμφισβητεί τη Συνθήκη της Λωζάνης θέτοντας θέματα κυριαρχίας επί των νήσων μας και κυριαρχικών δικαιωμάτων της Χώρας μας, που απορρέουν από τις διεθνείς συνθήκες (χωρικά ύδατα, υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ, εναέριος χώρος). Έμπρακτα παρεμποδίζει Αθήνα και Λευκωσία να εκμεταλλευτούν τα υποθαλάσσια κοιτάσματά τους. Εφευρίσκει διάφορα ζητήματα, απειλεί, προετοιμάζεται για κατάληψη των ελληνικών νησιών, προσπαθεί να δημιουργήσει τετελεσμένα στην ανατολική Μεσόγειο και στο ελληνικό Αρχιπέλαγος, το Αιγαίο, έχει καταλάβει ήδη πάνω από το 36% της Κύπρου και έχει πρωτοστατήσει σε αλλαγές συνόρων στη Συρία, στο Ιράκ στο Ναγκόρνο Καραμπάχ κ.α. Αντί όμως σύμμαχοί μας και οι διεθνείς οργανισμοί να υποστηρίζουν λόγω και έργω την Ελλάδα, εκείνοι προσπαθούν να διατηρήσουν τα οικονομικά οφέλη από τις συμφωνίες που υπογράφουν με την Τουρκία, ενώ καταβάλουν κάθε προσπάθεια για να αφοπλίσουμε τα νησιά μας, με πρόσχημα την Ουκρανία.
Το ίδιο όμως δεν έγινε και 1974; Με τις μεθοδεύσεις των «συμμάχων» μας, οι Τούρκοι δεν κατέλαβαν το αλησμόνητο κομμάτι της Κύπρου μας;
Το μεγάλο ερώτημα όμως είναι, γιατί οι πολιτικοί μας έχουν διολισθήσει σε θέσεις αντεθνικές; Προσοχή: προσπαθούν εντέχνως να μας παρουσιάσουν την κάθε παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων ως «αμοιβαίου οφέλους». Και ακόμη χειρότερα, η προετοιμαζόμενη συνεκμετάλλευση των Ελληνικών θαλασσών καλύπτεται από το πρόσχημα δήθεν κοινών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων «…χωρίς υποχρεωτικά να καθοριστεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς των θαλασσών».
Μας δουλεύουν; Η οποιαδήποτε σύμπραξη εταιρειών με ποιο κράτος θα υπογράψει συμφωνία; Σε ποιο κράτος θα πληρώνουν φόρο; Ή είναι έτοιμη η Κυβέρνηση να επιτρέψει σε Τουρκικούς επιχειρηματικούς κολοσσούς να «καταπιούν» την οικονομική δραστηριότητα των νησιών; Και μετά τι περιμένει η Κυβέρνηση να συμβεί;
Δηλαδή είναι σαν να μπαίνει ο κλέφτης στο σπίτι σου και εσύ κάνεις ότι κοιμάσαι, ότι τάχα δεν καταλαβαίνεις. Ότι ακριβώς ειπώθηκε πριν από κάποια χρόνια από στόμα υπουργού για το εσωτερικό της Ελλάδας. Ωστόσο όταν εφαρμόζονται τέτοιες απόψεις στην εξωτερική πολιτική, τα αποτελέσματα είναι ολέθρια και μη αναστρέψιμα.
Άλλωστε ο ίδιος ο υπουργός Εθνικής Άμυνας κατά την έναρξη της DEFEA είπε ότι: «Έχουμε επίσης μια πτώση μεν των τόνων με την Τουρκία αλλά όχι αλλαγή των θέσεων, θα έλεγα μάλλον διεύρυνση της Τουρκικής ατζέντας, …».
Ωστόσο, τα συμφέροντα της Ελλάδας, αντιμετωπίζονται από τον πρωθυπουργό με όρους επικοινωνιακούς και ενίοτε ψηφοθηρικούς, υποβαθμίζοντας τη σημασία κάθε πρόκλησης, με λογική στρουθοκαμήλου, αποσκοπώντας πάντα στη διατήρηση της εξουσίας σε όποια Ελλάδα απομείνει τελικά.
Η Αθήνα πρέπει να αξιοποιήσει επιτέλους τα πλεονεκτήματα της που είναι η Ευρωπαϊκή της ταυτότητα, οι σχέσεις της με τις Η.Π.Α, το ΝΑΤΟ, τα γεωστρατηγικά της πλεονεκτήματα που αναδείχθηκαν με την Ουκρανία, οι στρατηγικοί δεσμοί και τα κοινά συμφέροντα με χώρες του εγγύς και του ευρύτερου περιβάλλοντός της, της Ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής ακόμα και της κεντρικής και ανατολικής Ασίας (Ινδία κ.τ.λ).
Ως πότε οι Έλληνες πρέπει να κοιμούνται και κυρίως να νιώθουν ντροπή και ατίμωση; Ως πότε θα μας κυβερνούν ηττοπαθείς, φοβικοί και ταυτόχρονα θρασείς στο εσωτερικό πολιτικοί;
Η διαλλακτικότητα εκλαμβάνεται ως αδυναμία, ακόμη και από τα Σκόπια ή την Αλβανία, όπως είδαμε προσφάτως. Όπως αποδεικνύεται, η μόνη γλώσσα που γίνεται αντιληπτή είναι αυτή της σκληρής ισχύος. Η Ελλάδα για να εξασφαλίσει την ειρήνη πρέπει να διαθέτει αξιόπιστη αποτρεπτική ισχύ, ώστε:
- να σταματήσει τις παραχωρήσεις που ανοίγουν ακόμη περισσότερο την όρεξη της γείτονος και
- να προχωρήσει το ταχύτερο δυνατό στην ανακήρυξη των κυριαρχικών δικαιωμάτων της σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.
Φτάνει πιά!