Αντιμέτωπη με κρίσεις πολλαπλών μορφών, η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει να αποκτήσει
μια νέα στρατιωτική δύναμη ταχείας παρέμβασης. Η πρόταση που υποστηρίζεται από
δεκατέσσερις χώρες θα συζητηθεί για πρώτη φορά την 6η Μαΐου από τους υπουργούς
άμυνας των χωρών μελών της ΕΕ στις Βρυξέλλες, στην συζήτηση θα συμμετάσχει και
ο γενικός γραμματέας του NATO, Γενς Στόλτενμπεργκ, όπως μεταδίδει το βελγικό
ειδησεογραφικό πρακτορείο Belga.
Η ευρωπαϊκή δύναμη παρέμβασης θα αποτελείται από Στρατιώτες και εξοπλισμό που
θα διατεθεί από το NATO, τα Ηνωμένα Έθνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το σχέδιο
αυτό υποστηρίζεται από τις Γερμάνια, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Αυστρία, Βέλγιο,
Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Ελλάδα, Κύπρο, Τσεχική Δημοκρατία, Πορτογαλία,
Ιρλανδία και Σλοβενία.
Η δύναμη θα περιλαμβάνει περίπου 5000 Στρατιώτες και θα είναι εξοπλισμένοι με
μεταφορικά μέσα ικανά για να τους μεταφέρουν μαζί με τον εξοπλισμό τους στα
θέατρα των επιχειρήσεων. «Αυτή είναι μια πρόταση. Τίποτα δεν θα αποφασιστεί
την Πέμπτη. Αυτή θα είναι η πρώτη συζήτηση και θα ακολουθήσουν πολλές άλλες»,
επέμενε ένας ευρωπαίος αξιωματούχος ερωτηθείς σχετικά με το σχέδιο αυτό.
Τον Νοέμβριο 2020, οι 27 χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισαν να
εξοπλιστούν με στρατιωτικές ικανότητες. Η πρόταση ονόματι «strategic compass»
θα τους βοηθήσει να εντοπίσουν τις ανάγκες τους, τις ελλείψεις τους και τα
μέσα ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από την προσαρμογή στην νέα τάξη πραγμάτων που
προέκυψε από την αμερικανική αποστασιοποίηση, την επιθετικότητα της Ρωσία και
τις προβληματικές σχέσεις με την χώρα μέλος του NATO, Τουρκία.
Το NATO ξεκίνησε μια παρόμοια προσπάθεια και επιθυμεί να μπορεί, μέχρι το
2030, να αναπτύσσει εντός 30 ημέρων 30 μηχανοκίνητα τάγματα, 30 μοίρες
μαχητικών αεροπλάνων και 30 πολεμικά πλοία. «Αυτές είναι ξεχωριστές και
ανεξάρτητες διεργασίες», δήλωσε ο αξιωματούχος της ΕΕ.
Από το 2005, η ΕΕ δημιούργησε τα «Battlegroups» δυνάμεως 1500 ατόμων με
δυνατότητα εκτέλεσης στρατιωτικών παρεμβάσεων στο πλαίσιο του προγράμματος
«Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας» (PESCO). Όμως δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ
λόγω οικονομικών και πολιτικών λόγων.