Ο Γερμανός ΥΠΕΞ αναχωρώντας για την Άγκυρα έσπευσε να υπερτονίσει την σημασία των «μηνυμάτων αποκλιμάκωσης με έργα» που στέλνει η Τουρκία το τελευταίο διάστημα δηλώνοντας ότι θα επισημάνει στον κ. Τσαβούσογλου τη σημασία του να «να συνεχίσει με αποφασιστικότητα και να παγιώσει την εποικοδομητική πορεία των τελευταίων εβδομάδων». Οι Γερμανοί και άλλοι εταίροι δεν αντιλαμβάνονται ή δεν θέλουν να παραδεχθούν ότι οι κινήσεις της Τουρκίας σε Αιγαίο, Α. Μεσόγειο, Κύπρο, Αφρική, Μ. Ανατολή, Καύκασο δεν είναι αποσπασματικές αλλά εντάσσονται σε μια γενικότερη στρατηγική επιλογή η οποία προφανώς δεν αναιρείται με την απόσυρση για ένα διάστημα ενός ερευνητικού σκάφους από την ελληνική υφαλοκρηπίδα ή με την πραγματοποίηση ενός ακόμη γύρου των διερευνητικών επαφών.
Όπως έχει επισημανθεί, η Τουρκία προσπαθεί να προβάλει ως… τεράστιας σημασίας θετική κίνηση το ότι απέσυρε το Oruc Reis από την ελληνική υφαλοκρηπίδα (μετά από πέντε μήνες παράνομης δραστηριότητας εντός αυτής και παρά το γεγονός ότι το διατηρεί σε πολύ κοντινή απόσταση από το Καστελόριζο, για έρευνες εντός της τουρκικής υφαλοκρηπίδας στον κόλπο της Αττάλειας). Σπεύδει επίσης ο κ. Μάας να χαρακτηρίσει ως πολύ θετική την αποχώρηση του Barbaros από την κυπριακή ΑΟΖ όπου επιχειρούσε παράνομες έρευνες, λίγες ημέρες πριν την εκπνοή της σχετικής τουρκικής Navtex. Βεβαίως, για πολλούς μήνες συνεχίζονταν οι παράνομες έρευνες και γεωτρήσεις στην Κυπριακή ΑΟΖ και το Barbaros τώρα αποχωρεί έχοντας συμπληρώσει σχεδόν τρεις μήνες παράνομων ερευνών και επειδή εντός των προσεχών ημερών αναμένεται να ανακοινωθεί η σύγκληση Πενταμερούς για το Κυπριακό η οποία ήταν προφανές δεν θα μπορούσε να γίνει, ενώ το τουρκικό πλοίο θα πραγματοποιούσε έρευνες στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Ο Γερμανός Υπουργός εξωτερικών έκανε ειδική αναφορά στις Διερευνητικές που είχε επιχειρηθεί να ξεκινήσουν επί Γερμανικής προεδρίας, υπερεκτιμώντας την σημασία τους: «Το γεγονός ότι αυτές οι συνομιλίες θα ξεκινήσουν σύντομα προσφέρει μια πραγματική ευκαιρία διαρκούς αποκλιμάκωσης της κατάστασης στην Ανατολική Μεσόγειο» είπε ο κ. Μάας, όταν είναι γνωστό ότι η επανέναρξη των διερευνητικών είναι μια διαδικασία που όλοι γνωρίζουν ότι δεν μπορεί να οδηγήσει πουθενά εφόσον δεν υπάρξει ριζική αλλαγή στάσης από την Τουρκία και εγκατάλειψη της αναθεωρητικής πολιτικής της.
Όμως είναι σαφές ότι η επανέναρξη των διερευνητικών επαφών και η «κίνηση καλής θέλησης» απόσυρσης του Oruc Reis και του Barbaros, είναι τα δυο επιχειρήματα με τα οποία οι «φίλοι» της Τουρκίας στην ΕΕ θα προσπαθήσουν τις επόμενες εβδομάδες να αποδυναμώσουν πλήρως την συζήτηση περί κατάρτισης καταλόγου κυρώσεων που θα επιβληθούν εάν επαναλάβει τις προκλήσεις, και να επικεντρώσουν την συζήτηση στην «θετική ατζέντα» των ανταλλαγμάτων προς την Τουρκία προκειμένου να εξασφαλισθεί μια ανανέωση της συμφωνίας του 2016 για το μεταναστευτικό.
Ο Χ. Μάας πάντως επανέλαβε ότι δεν πρέπει να επαναληφθεί το παιγνίδι με την φωτιά στην Ανατολική Μεσόγειο» και επεσήμανε ότι η Τουρκία «ως σύμμαχος στο ΝΑΤΟ, έχει σαφή υποχρέωση να επιλύει ακόμη και δύσκολες διαφορές μέσω της διαπραγμάτευσης, σεβόμενη το Διεθνές Δίκαιο, και να μην θέτει σε κίνδυνο την ειρήνη στην περιοχή». Και πρόσθεσε ότι «η θετική ορμή των τελευταίων εβδομάδων θα πρέπει να έχει διάρκεια, προκειμένου να αποκατασταθεί η χαμένη εμπιστοσύνη και να δημιουργηθεί η βάση για έναν διάλογο προσανατολισμένο στη λύση».
Όμως οι συστάσεις αυτές κάθε άλλο παρά είναι ικανές να συνετίσουν την ΄Αγκυρα, όταν δεν συνοδεύονται από την οποιαδήποτε αναφορά στις συνέπειες που θα επιφέρει η συνέχιση της ίδιας πολιτικής και αντιθέτως η ευρωπαϊκή στάση εκλαμβάνεται από την τουρκική ηγεσία τουλάχιστον ως ανοχή, αν όχι και ενθάρρυνση στην τουρκική πολιτική.
Η Αθήνα υποχρεώνεται εκ των πραγμάτων να περιμένει να διαπιστωθεί η αποτελεσματικότητα αυτών των «φιλικών συστάσεων» ορισμένων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων προς την Τουρκία, ώστε να εξαντληθεί κάθε δυνατότητα επιδίωξης συνεννόησης με την Τουρκία και να μην είναι αυτή που θα φορτωθεί την ευθύνη για την απουσία διαλόγου. Και αυτή η «ανάπαυλα» είναι σημαντική για να πάρει «ανάσα» η χώρα και οι Ένοπλες Δυνάμεις μετά από μια ένταση διαρκείας. Όμως δεν πρέπει να χάνει η Αθήνα τον προσανατολισμό της που πρέπει να είναι η προετοιμασία και για το (πολύ πιθανό) ενδεχόμενο οι διερευνητικές να μην οδηγήσουν πουθενά και μετά τη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου, όταν η Τουρκία περάσει τον σκόπελο, να βρεθούμε πάλι στην κατάσταση που βρεθήκαμε πέρυσι τον Ιούλιο.