Ούτε στους πιο αρρωστημένος εφιάλτες δεν θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί τα όσα γίνονταν στη χώρα μας από το 1981 μέχρι και το 1987
Το όνομα «Χρήστος Παπαδόπουλος» μπορεί να μην σημαίνει τίποτα για τους νεότερους. Για τους μεγαλύτερους, το όνομα αυτό είναι συνώνυμο δυο λέξεων που μαζί προκαλούν ανατριχίλα: Εταιρεία δολοφόνων.
Ένας άνθρωπος υπεράνω πάσης υποψίας, πρότυπο του επιτυχημένου πολίτη, πρώην Δήμαρχος Ν.Χαλκηδόνας, οικογενειάρχης και πατέρας τριών παιδιών.
Συλλαμβάνει ένα παρανοϊκό σχέδιο αρκετά χρόνια πριν από το πέρασμα στην πράξη, σύμφωνα με το οποίο ο βασικός σκοπός ήταν η εξεύρεση υποψηφίων θυμάτων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά προς σφετερισμό της περιουσίας τους.
Η ιστορία θα βαφόταν με εκατομμύρια δραχμές και αίμα.
Το ξεκίνημα της εταιρείας δολοφόνων
Στόχο αποτελούσαν κατά κύριο λόγο άνθρωποι ηλικιωμένοι, που δεν είχαν συγγενείς, τουλάχιστον όχι κοντινούς ενώ είχαν σημαντική περιουσία, ακίνητη ως επί το πλείστον κι αντιμετώπιζαν προβλήματα υγείας, όπως συνήθως συμβαίνει με ανθρώπους προχωρημένης ηλικίας
Επόμενο βήμα μετά τον εντοπισμό ήταν η προσέγγιση τους και η εξασφάλιση της εμπιστοσύνης τους με διάφορα μέσα, ενώ ακολουθούσε η πλαστογράφηση διαθηκών τους κι η θανάτωσή τους, τα δε δύο τελευταία ενίοτε πραγματοποιούνταν και με αντίστροφη σειρά!
Τελευταία κίνηση ήταν η δημοσίευση αυτών των διαθηκών, με την απαραίτητη συνέργεια συμβολαιογράφων, δικαστικών επιμελητών και διαφόρων ψευδομαρτύρων, ώστε να ολοκληρωθεί η αρπαγή περιουσιών, που εξ αρχής αποτελούσαν το αντικειμενικό σκοπό του εγκλήματος.
Η υλοποίηση του σχεδίου ξεκίνησε από τη στελέχωση της «Εταιρείας» με… στελέχη που ήταν κατάλληλα, αλλά και πρόθυμα να εξυπηρετήσουν το σκοπό της και έτσι ο Παπαδόπουλος πλαισιώθηκε σταδιακά με συνεργούς που γνώριζαν επ’ακριβώς τους ρόλους τους.
Το… ανθρώπινο δυναμικό της «Εταιρείας»
Πιο συγκεκριμένα αυτοί ήταν, μεταξύ άλλων, οι Βασίλης Πλατανιώτης, δικαστικός επιμελητής, Νικόλαος Πέππας, έμπορος, Ιωάννης Πάμπρης, εργολάβος και Γιώργος Ξανθόπουλος, θυρωρός.
Στο στενό πυρήνα του «εγκέφαλου» της συμμορίας κι η Γεωργία Παπανικολάου, νοικοκυρά, σύζυγος δικαστικού επιμελητή, που ενίοτε αποδείχθηκε πιο σκληρή και από τον ίδιο τον εμπνευστή της «Εταιρίας».
Σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα τα μέλη της σπείρας δολοφόνησαν οκτώ ανθρώπους κι άρπαξαν με απατηλά τεχνάσματα την περιουσία τους.
Τα θύματα και οι εκατοντάδες (!) κληρονόμοι
Το μακάβριο ξεκίνημα έγινε από συγγενικό πρόσωπο του Παπαδόπουλου, τον 84χρονο επιχειρηματία Βασίλειο Ελευθεριάδη, θείο της γυναίκας του Αναστασίας και νονό του γιου του, ο οποίος ορίστηκε κληρονόμος της περιουσίας του μετά από επέμβαση της «εταιρείας» στη χειρόγραφη διαθήκη του.
Δεύτερο θύμα της εγκληματικής οργάνωσης ήταν η 67χρονη Λάουρα Πάντου η οποία βρέθηκε νεκρή σε άλσος του Κολωνακίου με εμφανιζόμενη τότε αιτία θανάτου την εμπλοκή της σε τροχαίο δυστύχημα, ενώ δύο μήνες αργότερα, βρέθηκε νεκρή και η 70χρονη θεία της Έλλη Βεργιοπούλου στο διαμέρισμα που έμεναν από κοινού.
Στη διαθήκη της η Βεργιοπούλου όριζε ως κληρονόμους της 46 άτομα, γυναίκες όλες, μεταξύ των οποίων και οι δύο κόρες του Παπαδόπουλου, οι οποίες είχαν την επικαρπία μαζί με άλλες δύο γυναίκες. Με έναν ειδικό όρο που υπήρχε στη διαθήκη, αν κάποια από τις επικαρπώτριες πέθαινε ή αποποιούνταν την κληρονομιά η επικαρπία περνούσε στις υπόλοιπες και «συμπτωματικά» οι υπόλοιπες δύο γυναίκες αποποιήθηκαν την επικαρπία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η διαθήκη είχε συνταχθεί ενώπιον της συμβολαιογράφου Ελένης Κοκιοπούλου – Καστανάκη και τριών μαρτύρων, που εμφανίστηκαν ως μάρτυρες και στη διαθήκη ενός άλλου θύματος, του Χαράλαμπου Τυπάλδου.
Η δολοφονία του επόμενου θύματος, της 65χρονης Ευφροσύνης Φραγκουλάκη, καταδεικνύει την αναλγησία και τη στυγνότητα της Παπανικολάου, καθώς σκότωσε τη θεία της χτυπώντας την με μια πέτρα στο κεφάλι και, για να δημιουργήσει άλλοθι για τον εαυτό της, τηλεφωνούσε για εβδομάδες μετά τη δολοφονία στους γείτονές της υποδυόμενη τη θεία της. Μάλιστα κατέθεσε και αγωγή κατά της νεκρής, υποστηρίζοντας ότι έφυγε στο εξωτερικό χωρίς να της καταβάλει τα δεδουλευμένα τεσσάρων ετών για τη φροντίδα που της παρείχε στο σπίτι.
Μερικούς μήνες πριν την δολοφονία της η Φραγκουλάκη σύστηνε στους φίλους της έναν άνδρα 70 ετών, ονόματι «Δημήτρη» ως μέλλοντα σύζυγό της με τον οποίο σκόπευε να ζήσει στην Ελβετία. Για το λόγο αυτό πώλησε ένα ακίνητό της στην τιμή των 6.500.000 δραχμών (19.076 ευρώ), ποσό το οποίο ουδέποτε ανευρέθη. Όπως διαπιστώθηκε αργότερα ο υποψήφιος γαμπρός ήταν μέλος της οργάνωσης, ο Πλατανιώτης!
Ως θύματά τους κατεγράφησαν, επίσης, οι Αγ. Kαλαφάτης και Στ. Μπρουζάκης, ενώ, όπως αποκαλύφθηκε, τα μέλη της σπείρας πριν από τη σύλληψή τους σχεδίαζαν τη δολοφονία του ζεύγους Πεντάζου στην Αμαλιάδα. Το τελευταίο θύμα της «εταιρείας» ήταν ο Χαράλαμπος Τυπάλδος, 84 ετών, εφοπλιστής, που βρέθηκε νεκρός το 1986 στο γραφείο του στην Ακτή Τζελέπη, με επίσημη αιτία θανάτου την καρδιακή προσβολή. Όταν, όμως, δημοσιεύθηκε η διαθήκη του, προκάλεσε εντύπωση η εγκατάσταση ως κληρονόμων της κόρης και της συζύγου ενός προσώπου, το οποίο ο κληρονόμος γνώριζε ελάχιστα, συγκεκριμένα μόνο δύο μήνες, του Νικόλαου Πέππα!
Τελικά, αποδείχθηκε ότι ενεργό συμμετοχή στη συγκεκριμένη ανθρωποκτονία είχαν ο Πλατανιώτης και η Παπανικολάου, που είχε μάλιστα έτοιμη την δικαιολογία αν κάτι πήγαινε στραβά για αυτούς κατά την τέλεση του εγκλήματος: θα υποστήριζε ότι το θύμα πέθανε λόγω προσβολής κατά τη διάρκεια ερωτικής πράξης μαζί της!
Η αποκάλυψη και το τέλος της σατανικής «Εταιρείας»
Όταν δημοσιεύτηκε η διαθήκη του Τυπάλδου η οποία όριζε ως κληρονόμους την κόρη και τη σύζυγο του Πέππα, τους οποίους ελάχιστα γνώριζε ο θανόντας, η οικογένειά του ανέθεσε σε ιδιωτικό ερευνητή τη διερεύνηση της υπόθεσης.
Τα αποτελέσματα της έρευνάς του τα κοινοποίησε ο ιδιωτικός αστυνομικός – ερευνητής Κωνσταντίνος Σπύρου στην αστυνομία και σύντομα οι αρχές ξετύλιξαν το κουβάρι των εγκληματικών δραστηριοτήτων της «εταιρείας».
Το δικαστήριο, οι αμετανόητοι δράστες και οι ατάκες που σόκαραν
Κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ο Παπαδόπουλος προσπαθούσε να εμφανίσει τον εαυτό του ως «Ρομπέν των Φτωχών» και επαναστάτη, λέγοντας πως: «Η ανθρώπινη ζωή δεν είναι ταμπού», «Αν υπήρχαν 100 εταιρείες δολοφόνων, η κοινωνία μας θα ήταν καλύτερη», «Σωστός στόχος δεν είναι να χτυπάς έναν εισαγγελέα όπως κάνουν οι εξτρεμιστικές οργανώσεις. Οι κλοπές και οι ληστείες, είναι κοινωνικές πράξεις. Τα άλλα είναι λόγια».
Προέβαλε επίσης ποικίλα ψευτοδιλήμματα ενώπιον του δικαστηρίου, όπως το αν είναι προτιμότερο να ζει ένας σαν τον Τυπάλδο ή να ζουν 10 άλλα άτομα αντί γι’ αυτόν, ισχυριζόμενος πως τα χρήματα που έκλεβαν, τα μοίραζαν σε ανθρώπους που είχαν ανάγκη!
Ο εισαγγελέας της έδρας του πρώτου δικαστηρίου Βασίλης Μαρκής, επίτιμος αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου σήμερα, είχε πει στην αγόρευσή του για τον Χρ. Παπαδόπουλο:
«Κανένα κίνητρο δεν δικαιολογεί παρόμοιες ενέργειες. Προσπάθησε να εμφανιστεί στο δικαστήριο ως Ρομπέν των Δασών. Εμείς όμως δεν μπορούμε να του βρούμε ελατήρια. Το μόνο που επιδίωκε ο Παπαδόπουλος ήταν το χρήμα. Δεν αισθάνομαι καμία κακία για τον Παπαδόπουλο, πρέπει όμως το μήνυμα που ήθελε να μεταφέρει στο δικαστήριο με την κοσμοθεωρία του να σχολιαστεί…».
Βέβαια στην απολογία του ο Παπαδόπουλος έδειξε τέτοια επαναστατική διάθεση, δηλώνοντας: «Ήμουν εγκέφαλος-ανεγκέφαλος. Τότε είχαν πάρει τα μυαλά μας αέρα, αλλά με το πέρασμα του χρόνου κατάλαβα ότι δεν έπρεπε να τα κάνουμε όλα αυτά, φτάσαμε σε ακραίες καταστάσεις. Όμως, όσο και αν σας φαίνεται παράξενο, η δράση μας είχε ιδεολογικό υπόβαθρο. Από μικρό παιδί είχα αριστερή συνείδηση. Σε καμία διαθήκη δεν υπήρχαν λιγότεροι από πενήντα κληρονόμοι, συνήθως ήταν από 70-100, ενώ στην υπόθεση του Τυπάλδου παρακαλώ, ήταν 156. Δηλαδή, εγώ δεν τα έκανα όλα αυτά για τον εαυτό μου, αλλά για να βγάλω τον φτωχό από την πείνα του. Τότε πίστευα ότι έχει μεγαλύτερη αξία να φάνε ψωμί 150 άνθρωποι, από τη ζωή ενός 85χρονου ή 90χρονου».
Οι ποινές και η ελευθερία
Ο Παπαδόπουλος, καταδικάστηκε σε 8 φορές σε θάνατο και 25 χρόνια κάθειρξη, ποινή η οποία δεν εκτελέστηκε και μετατράπηκε σε ισόβια.
Τα υπόλοιπα μέλη της «εταιρείας», καταδικάστηκαν με ελαφρότερες ποινές και συγκεκριμένα:
- ο Πέππας, σε δις ισόβια και 13,5 χρόνια κάθειρξη
- ο Πλατανιώτης, σε 22,5 χρόνια κάθειρξη
- ο Παμπρής, σε 17 χρόνια κάθειρξη και
- η Παπανικολάου, σε 15,5 χρόνια κάθειρξη
- ο Ξανθόπουλος, σε 12 χρόνια κάθειρξη
Ο Παπαδόπουλος, εξέτισε το μεγαλύτερο μέρος της ποινής του στις φυλακές Κέρκυρας μέχρι το Πάσχα του 2001, όταν και έλαβε άδεια αλλά δεν επέστρεψε. Λίγους μήνες αργότερα η αστυνομία τον εντόπισε να διαμένει σε διαμέρισμα της Κυψέλης στην Αθήνα, λίγα μόλις μέτρα από τα δικαστήρια της Σχολής Ευελπίδων.
Στη συνεχεία ο Παπαδόπουλος μεταφέρθηκε στις φυλακές Διαβατών για να αποφυλακιστεί τελικά το 2008, κατόπιν σχετικής αίτησης που επέβαλε.
Και όμως: Πήγε να κάνει ξανά το ίδιο
Τον Μάρτιο του 2011 ο (73χρονος πια) Παπαδόπουλος ξανάρχισε την δράση του, μαζί με έναν 50χρονο συνεργό (ίσως και περισσότερους) του άρπαξαν μια 57χρονη πλούσια Αθηναία, την κρατούσαν στο πατάρι διώροφης κατοικίας στην περιοχή Συκιά Ξυλοκάστρου Κορινθίας προκειμένου να την αποσπάσουν την υπογραφή για τη μεταβίβαση της περιουσίας της.
Τελικά μετά από την καταγγελία μιας καθαρίστριας έγινε έφοδος στο κολαστήριο της Συκιάς, συνελήφθη ο 50χρονος ιδιοκτήτης, απελευθερώθηκε η γυναίκα και τέθηκε σε πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων ενώ μέσα στο σπίτι βρέθηκαν και κατασχέθηκαν εννέα ναρκωτικά δισκία και ένας γεμιστήρας πιστολιού με δώδεκα σφαίρες.
Αστυνομικοί αναζήτησαν και τον Παπαδόπουλο και τελικά κατάφεραν να τον εντοπίσουν στην περιοχή του Μενιδίου και να του περάσουν χειροπέδες.
Μάλιστα, ο ντετέκτιβ που είχε «ξεσκεπάσει» την «Εταιρεία», ο Κωνσταντίνος Σπύρου, είχε στοιχεία πως είχε γίνει επανασύσταση και μάλιστα είχε προλάβει να παγιδεύσει και δυο άτομα!
Η εξέλιξη αυτή οδήγησε το Τύπο της εποχής σε δημοσιεύματα σχετικά με τα κριτήρια με τα οποία το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο κρίνει πως ένας άνθρωπος σαν τον Παπαδόπουλο πληροί τις προϋποθέσεις για επανένταξη στην κοινωνία ή αποτελεί συνεχή κίνδυνο γι’αυτήν.
Από τους υπόλοιπους συνεργούς της «Εταιρείας Δολοφόνων», ο Πλατανιώτης, πέθανε μέσα στη φυλακή (στον Κορυδαλλό) και ο Ξανθόπουλος αυτοκτόνησε μέσα στο κελί του. Οι υπόλοιποι αποφυλακίστηκαν στον προβλεπόμενο από τις επιβληθείσες ποινές χρόνο.
Πηγή